Την ιδέα της σύνδεσης του ρουβλίου με το χρυσό, και άλλα αγαθά, συζητά με αξιωματούχους ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν όπως ανακοίνωσε το Κρεμλίνο την Παρασκευή στη σκιά της υποτίμησης του ρωσικού νομίσματος λόγω των κυρώσεων.
Σύμφωνα με το Reuters, υψηλόβαθμος Ρώσος αξιωματούχος δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι η σύνδεση του ρουβλίου με το χρυσό θα μπορούσε να δώσει στη Ρωσία περισσότερη «κυριαρχία» στο χρηματοπιστωτικό της σύστημα, το οποίο έχει πληγεί από τις δυτικές κυρώσεις από τότε που η Μόσχα εισέβαλε στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου.
Ερωτηθείς για την ιδέα σε τηλεδιάσκεψη με δημοσιογράφους, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ είπε ότι «αυτό το ζήτημα συζητείται με τον πρόεδρο Πούτιν».
Η Ρωσία παράγει περίπου το 10% του χρυσού που εξορύσσεται ετησίως σε όλο τον κόσμο και είναι σημαντικός παραγωγός πετρελαίου, φυσικού αερίου, μετάλλων και σιτηρών.
Σε αυτό που ορισμένοι θεώρησαν ως προσπάθεια σύνδεσης του ρουβλίου με το χρυσό, η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας δήλωσε το Μάρτιο ότι θα αγόραζε χρυσό σε σταθερή τιμή 5.000 ρουβλίων το γραμμάριο μέχρι τις 30 Ιουνίου. Ωστόσο δύο εβδομάδες αργότερα, αφού το ρούβλι είχε ενισχυθεί απότομα, υπαναχώρησε, δηλώνοντας ότι θα αγοράζει μετά από διαπραγμάτευση της τιμής.
Ο Νικολάι Πατρούσεφ, γραμματέας του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας και στενός σύμμαχος του Πούτιν, δήλωσε την Τρίτη ότι καταρτίζονται προτάσεις για τη σύνδεση της αξίας του ρουβλίου με τον χρυσό και άλλα αγαθά. «Η πιο σημαντική προϋπόθεση για τη διασφάλιση της οικονομικής ασφάλειας της Ρωσίας είναι η εξάρτηση μόνο από τις εσωτερικές προοπτικές της χώρας», είπε σε συνέντευξή του στην κυβερνητική εφημερίδα Rossiyskaya Gazeta.
Ερωτηθείς εάν αυτές οι ιδέες έρχονται σε αντίθεση με την κρατούσα οικονομική θεωρία, ο Πατρούσεφ σχολίασε δηκτικά ότι «δεν έρχονται σε αντίθεση με τα συμπεράσματα της οικονομικής επιστήμης, έρχονται σε αντίθεση με τα συμπεράσματα των δυτικών οικονομικών εγχειριδίων».
Πολλά νομίσματα στο παρελθόν έχουν συνδεθεί με το χρυσό ή το ασήμι, αλλά η πρακτική αυτή διακόπηκε όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες το 1971 σταμάτησαν να επιτρέπουν τη μετατροπή δολαρίων σε χρυσό.
Κανόνας Χρυσού
Η έναρξη εφαρμογής του νομισματικού συστήματος του Κανόνα Χρυσού χρονολογείται από το 1819, όταν η Μεγ. Βρετανία επανέφερε σε ισχύ την πρακτική της ανταλλαγής από την Τράπεζα της Αγγλίας των κυκλοφορούντων χαρτονομισμάτων με χρυσό, σε σταθερή ισοτιμία. Η πρακτική αυτή εφαρμοζόταν και στο παρελθόν από την Αγγλία αλλά είχε διακοπεί για τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη των Ναπολεόντειων πολέμων. Μετά το 1820, η ουσιαστική κυριαρχία της Αγγλίας στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα συνέβαλε στην υιοθέτηση του Κανόνα Χρυσού και από πολλές άλλες χώρες οι οποίες ήλπιζαν να ισχυροποιήσουν τις οικονομικές τους διασυνδέσεις με την Αγγλία. Ο Κανόνας Χρυσού μπορεί να θεωρηθεί ως η αμοιβαία δέσμευση των νομισματικών αρχών των συμμετεχουσών χωρών να διατηρούν αμετάκλητα σταθερή την ισοτιμία των εθνικών νομισμάτων τους ως προς το χρυσό, αγοράζοντας και πουλώντας ελεύθερα απεριόριστες ποσότητες χρυσού. Για το σκοπό αυτό θα έπρεπε να διαθέτουν και τα ανάλογα αποθέματα χρυσού.
Σε όλες τις χώρες που υιοθέτησαν τον Κανόνα Χρυσού, η τιμή του χρυσού ήταν εκφρασμένη σε όρους εγχώριου νομίσματος.