«Συστημένο» μήνυμα, με παραλήπτη τις υπερχρεωμένες χώρες της ΕΕ – όπως η Ελλάδα και η Ιταλία – έρχεται από τις Βρυξέλλες, δια στόματος του Επιτρόπου που είναι υπεύθυνος για τα ζητήματα της οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι. Κι αυτό διότι, στην περίπτωση που γίνει δεκτό, θα συνεπάγεται σημαντική χαλάρωση όσον αφορά τη διαχείριση του δημόσιου χρέους, ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο.
Αναφερόμενος, συγκεκριμένα, στη μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάκαμψης – μια διαδικασία που αναμένεται να κορυφωθεί και, ενδεχομένως, να ολοκληρωθεί εντός του 2022 – ο Τζεντιλόνι παρουσίασε την εξής πρόταση: Τα όρια του χρέους να μην είναι, πλέον ενιαία, αλλά να καθορίζονται για κάθε χώρα ξεχωριστά, με βάση τις ιδιαιτερότητές της.
«Όχι όλοι στο ίδιο τσουβάλι»
«Δεν μπορούμε να τσουβαλιάσουμε όλες τις χώρες. Οι διαφορές στα ποσοστά του χρέους που υπάρχουν σήμερα είναι πολύ μεγάλες για κάτι τέτοιο», δήλωσε χαρακτηριστικά, στο πλαίσιο συνέντευξης που παραχώρησε στην γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung. Ισχυρίζεται δε ότι με βάση το δικό του μοντέλο μεταρρύθμισης, η Κομισιόν θα πρέπει να αποκτήσει περισσότερα και πιο ευέλικτα εργαλεία για να ελέγχει και να διασφαλίζει την εφαρμογή των νέων δημοσιονομικών κανόνων.
Στην ίδια συνέντευξη, μάλιστα, ο Τζεντιλόνι δεν δίστασε να απορρίψει ευθέως την πρόταση του (Γερμανού) Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής σήμερα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, για οριζόντια αύξηση του ορίου από το 60% που είναι σήμερα στο 100%. «Απλώς δεν ανταποκρίνεται στη δική μου άποψη για μια διαφοροποιημένη αντιμετώπιση των επιμέρους κρατών», είπε στην FAZ.
Οι δηλώσεις του Ιταλού πολιτικού φαντάζουν, αναμφίβολα, πιο κοντά στην πραγματικότητα σε σύγκριση με τα ισχύοντα, αλλά και το μέχρι σήμερα κυρίαρχο σενάριο για την αλλαγή των ορίων. Η εξήγηση είναι απλή.
Ρεαλιστική, αλλά δύσκολα αποδεκτή
Ένα νέο όριο της τάξης του 100% ως προς το ΑΕΠ ενδεχομένως φαντάζει ρεαλιστικό, καθώς ο μέσος όρος της ευρωζώνης είναι σήμερα το 97%. Σίγουρα δε ανταποκρίνεται στις ανάγκες της Γερμανίας, της οποίας το χρέος βρίσκεται μόλις στο 68%, όπως και των περισσότερων πλούσιων χωρών του Βορρά.
Στις περιπτώσεις της Γαλλίας ή της Ισπανίας, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά, καθώς το δικό τους δημόσιο χρέος ανέρχεται πλέον στο 113% και 117% του ΑΕΠ αντιστοίχως. Το πρόβλημα γίνεται σε ανυπέρβλητο για την Ιταλία και την Ελλάδα, όπου τα αντίστοιχα ποσοστά ξεπερνούν το 150% και το 200% – πρακτικά, είτε το όριο είναι 60% είτε αυξηθεί στο 100% το χρέος τους είναι μη βιώσιμο.
Παρ’ όλα αυτά, η «ρεαλιστική» πρόταση Τζεντιλόνι κάθε άλλο παρά δεδομένο είναι ότι θα γίνει αποδεκτή, τόσο από το Βερολίνο όσο και από τους «frugals». Η αναμέτρηση προμηνύεται σκληρή και η πρόκληση θα είναι και εδώ μεγάλη για τον Μακρόν και τη γαλλική προεδρία της ΕΕ κατά το πρώτο εξάμηνο του νέου έτους.
Πηγή ΟΤ