Το Brexit που για πολλούς υπήρξε ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα αλλά ταυτόχρονα δημιούργησε ευκαιρίες για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού πλέον ο μεγάλος αριθμός τουριστών του Ηνωμένου Βασιλείου μπορεί να επωφεληθεί από τις ευκαιρίες αφορολόγητων αγορών στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με έκθεση του CEBR που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2021 και ανέλυσε την αξία των αφορολόγητων αγορών σε 7 χώρες μέλη της ΕΕ, οι αφορολόγητες αγορές θα μπορούσαν να αποτελέσουν βασικό παράγοντα για την αύξηση των τουριστικών εσόδων.
Η έκθεση, η οποία βασίστηκε σε δεδομένα προ του κορονοϊού, καταλήγει ότι για την Ελλάδα, τα έσοδα από τις αφορολόγητες αγορές εκτιμάται ότι ανήλθαν σε 2,1 δισ. ευρώ το 2019, για τη Γαλλία σε 6,4 δισ. ευρώ το 2018, για Πορτογαλία σε 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ το 2019 και για την Ισπανία σε 4,1 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2019.
Μεταξύ των κύριων ευρημάτων της έκθεσης η οποία ανατέθηκε στο CEBR από το Refundit, ήταν πως ο εκσυγχρονισμός του τρέχοντος συστήματος αφορολόγητων αγορών θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά τα έσοδα κάθε χώρας, υπερκαλύπτοντας τη διαφορά που θα πρόκυπτε από τις επιστροφές ΦΠΑ. Πιο συγκεκριμένα, τα έσοδα για την Ελλάδα θα αυξάνονταν κατά 155 εκατ. ευρώ έως 311 εκατ. ευρώ, για τη Γαλλία από 2,3 δισ. ευρώ έως 4,7 δισ. ευρώ, για τη Πορτογαλία από 350 εκατ. ευρώ έως 700 εκατ. ευρώ και για την Ισπανία από 801 εκατ. ευρώ έως 1,6 δισ. ευρώ.
Τα δεδομένα αυτά έχουν υπολογιστεί πριν το Brexit, που σημαίνει ότι από τη στιγμή που τα πράγματα επανέλθουν στην κανονικότητα και ο τουρισμός επιστρέψει στα επίπεδα προ Κορονοϊού, οι αριθμοί αυτοί ενδέχεται να αυξηθούν ακόμα περισσότερο.
Ποια είναι η εικόνα των αφορολόγητων αγορών σήμερα;
Σήμερα, σε έναν σύγχρονο, ψηφιακό κόσμο, η εικόνα των αφορολόγητων αγορών δείχνει ξεπερασμένη και θυμίζει τον περασμένο αιώνα. Οι τουρίστες για να λάβουν πίσω τους φόρους που δικαιούνται από τις αγορές τους, πρέπει να ακολουθήσουν πολλά και χρονοβόρα βήματα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την Ελλάδα:
Ένας τουρίστας πρέπει αρχικά να βρει ένα κατάστημα που να προσφέρει τη δυνατότητα για αφορολόγητες αγορές (τα περισσότερα καταστήματα στην Ελλάδα δεν το κάνουν, και όσα το κάνουν είναι μεγάλα καταστήματα πολυεθνικών εταιριών). Στη συνέχεια θα πρέπει να φροντίσει οι αγορές του να ξεπερνούν το ελάχιστο ποσό των 50 ευρώ και να εξοφλήσει το σύνολο του ποσού. Έπειτα, θα χρειαστεί να ζητήσει και να συμπληρώσει μια φόρμα επιστροφής ΦΠΑ και να επιλέξει τον τρόπο που θα ήθελε να λάβει την επιστροφή του (επιστροφή με μετρητά στην πόλη ή το αεροδρόμιο που βρίσκεται ή με πίστωση στην κάρτα ή τον τραπεζικό του λογαριασμό). Στη συνέχεια, το έντυπο επιστροφής ΦΠΑ πρέπει να λάβει σφραγίδα από το τελωνείο πριν από την έξοδο του από τη χώρα και να ταχυδρομηθεί πίσω στις εταιρείες που επεξεργάζονται τα αιτήματα επιστροφής ΦΠΑ. Τέλος, βάσει του τρόπου που έχει επιλέξει να λάβει την επιστροφή του, θα εισπράξει ένα ποσό μεταξύ 8,7% και 16,7% των χρημάτων που δαπάνησε, το οποίο είναι πολύ μικρότερο από τον τρέχον ΦΠΑ της χώρας μας που είναι 24%.
Όπως είναι λογικό, οι περισσότεροι τουρίστες θεωρούν αυτή τη διαδικασία πολύ χρονοβόρα, αφού ο χρόνος που πρέπει να αφιερώσουν στην προσπάθεια να πάρουν τα χρήματά τους πίσω μπορεί να αξίζει και περισσότερο από τα χρήματα που θα λάβουν τελικά πίσω.
Δυστυχώς αυτή είναι η διαδικασία που ισχύει στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, συνεπώς ο εκσυγχρονισμός του συστήματος είναι πιο απαραίτητος από ποτέ.
Η νέα γενιά των αφορολόγητων αγορών
Σύμφωνα με την έκθεση του CEBR, ο εκσυγχρονισμός του συστήματος επιστροφής φόρων είναι πολύ πιο εύκολος από ότι φαντάζεται κανείς, αφού το μόνο που απαιτείται είναι μερικές τροποποιήσεις στην ισχύουσα νομοθεσία και ένα ψηφιακό εργαλείο.
Η έκθεση υπογραμμίζει τα πιθανά οικονομικά οφέλη από την αντικατάσταση του τρέχοντος μοντέλου αφορολόγητων αγορών με μια ανοιχτή, πλήρως ψηφιακή app-based λύση και εστιάζει στον καταναλωτή, όπως το Refundit. Το κλειδί είναι μία αλλαγή στη νομοθεσία που θα επέτρεπε στους καταναλωτές να ζητούν απευθείας από τον αρμόδιο φορέα την επιστροφή φόρου που δικαιούνται, χωρίς να απαιτείται η δημιουργία σχέσης μεταξύ της επιχείρησης και του αρμόδιου φορέα, γεγονός που σήμερα λειτουργεί ως εμπόδιο στη διαδικασία. Στόχος της μετάβασης σε αυτό το μοντέλο είναι να δοθεί η δυνατότητα σε περισσότερους τουρίστες και περισσότερες επιχειρήσεις να επωφελούνται από το σύστημα των αφορολόγητων αγορών. Τα οφέλη μιας τέτοιας αλλαγής υπολογίζεται ότι θα είναι ακόμα μεγαλύτερα για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται μακριά από την πρωτεύουσα ή τις δημοφιλείς τουριστικές περιοχές, που ουσιαστικά σήμερα με το τωρινό μοντέλο αφορολόγητων αγορών, αποκλείονται από τη διαδικασία.
Αυτή η μικρή αλλαγή θα μπορέσει να αναδιαρθρώσει ολόκληρο το σύστημα επιστροφής φόρου, εξασφαλίζοντας πολλαπλά οφέλη. Για την κυβέρνηση που προβλέπεται να δει αύξηση των τουριστικών εσόδων, τους τουρίστες που θα είναι σε θέση να λάβουν πίσω τα χρήματα που δικαιούνται εύκολα και γρήγορα και άρα να ξοδέψουν περισσότερα, και τέλος στους ιδιοκτήτες