Είτε πρόκειται για μια βόλτα στους εμπορικούς δρόμους της Αθήνας και μια επίσκεψη στην Ακρόπολη, μία ρομαντική απόδραση στη Σαντορίνη με το ωραιότερο ηλιοβασίλεμα στον κόσμο ή μια κρουαζιέρα στα υπέροχα νησιά του Ιονίου, η Ελλάδα αποτελεί έναν κορυφαίο τουριστικό προορισμό που προσελκύει ετησίως εκατομμύρια τουρίστες από ολόκληρο τον κόσμο. Το 2019 αποτέλεσε χρονιά ρεκόρ για τον τουρισμό της χώρας, με περισσότερους από 31 εκατομμύρια τουρίστες να επιλέγουν την Ελλάδα για τις διακοπές τους. Μετά την πανδημία και την πτώση του αριθμού των αφίξεων στα 7 εκατομμύρια τουρίστες, η χώρα βρίσκεται και πάλι σε τροχιά ανάπτυξης, με τα ετήσια έσοδα να ξεπερνάνε τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο προβλεπόμενος αριθμός τουριστών δεν έχει γίνει ακόμη γνωστός.
Σύμφωνα με τον ΣΕΤΕ, αναλύοντας τα στοιχεία της περιόδου 2010-2020, την πρώτη θέση στις αφίξεις από την ΕΕ κατέχει η Γερμανία. Εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ και η Ρωσία αποτελούν τις κορυφαίες χώρες εισερχόμενου τουρισμού. Από τα διαθέσιμα στοιχεία, προκύπτει ότι ο εισερχόμενος τουρισμός στην Ελλάδα κατανέμεται σε ποσοστό 60% και 40% μεταξύ των χωρών εντός και εκτός της ΕΕ. Για παράδειγμα, το 2019, 18 εκατομμύρια τουρίστες που έφτασαν στη χώρα μας προέρχονταν από την ΕΕ και 13 εκατομμύρια από τον υπόλοιπο κόσμο.
Όπως αναφέρει σε ανάλυσή της η Refundit, όσον αφορά στα χρήματα που δαπανήθηκαν στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας χρονιάς, οι επισκέπτες από την ΕΕ ξόδεψαν περίπου 10 δισ. ευρώ, ενώ οι επισκέπτες από τον υπόλοιπο κόσμο περίπου 8 δισ. ευρώ. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι τουρίστες που επισκέπτονται την Ελλάδα από χώρες εκτός ΕΕ, τείνουν να έχουν μεγαλύτερο προϋπολογισμό, να μένουν περισσότερο διάστημα στη χώρα μας και να ξοδεύουν περισσότερα χρήματα κατά τη διαμονή τους. Το 2019 την πρώτη θέση στις δαπάνες από τουρίστες εντός της ΕΕ κατείχαν οι Γερμανοί με 2,9 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ στις πρώτες θέσεις από χώρες εκτός ΕΕ βρίσκονταν οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί τουρίστες με δαπάνες ύψους 2,5 δισεκατομμυρίων και 1,2 δισεκατομμυρίων ευρώ αντίστοιχα.
Τα στοιχεία αυτά καθιστούν σαφές ότι όταν η χώρα επιστρέψει στην κανονικότητα, θα πρέπει να επικεντρωθεί σε ιδέες και εργαλεία που θα την κάνουν ακόμη περισσότερο ελκυστική στους τουρίστες εκτός ΕΕ. To tax free shopping είναι μία καλή αρχή. Οι αφορολόγητες αγορές, που αποτελούν ένα ιδιαίτερα δημοφιλές σύστημα αγορών σε πολλές χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, η Ιαπωνία, η Κίνα και κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απολαμβάνουν αυξανόμενη δημοτικότητα τα τελευταία χρόνια. Την τελευταία δεκαετία, το tax free shopping σε παγκόσμιο επίπεδο σημειώνει διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης.
Σύμφωνα με έκθεση της κορυφαίας εταιρείας οικονομικών συμβούλων του Ηνωμένου Βασιλείου, CEBR, σχετικά με τις αφορολόγητες αγορές στην Ελλάδα, η καθιέρωση και περαιτέρω ανάπτυξη ενός τέτοιου συστήματος αγορών θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα κερδοφόρα για το τουριστικό εισόδημα της χώρας.
Πιο συγκεκριμένα, η έκθεση –αναλύοντας στοιχεία του τουρισμού στην Ελλάδα το 2019– καταλήγει στα παρακάτω ενδιαφέροντα ευρήματα:
Το 2019, οι αφορολόγητες αγορές στη χώρα μας εκτιμάται ότι ανήλθαν σε 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ. Βάσει των διαφορετικών συντελεστών, αυτό σημαίνει ότι μεταξύ 0,2 και 0,5 δισεκατομμυρίων ευρώ θα μπορούσαν να επιστραφούν στους τουρίστες με τη μορφή επιστροφής φόρου, γεγονός που θα μείωνε στη συνέχεια το κόστος επίσκεψης στην Ελλάδα κατά περίπου 2,8% σε 5,7%.
Η έκθεση υπογραμμίζει επίσης τα οφέλη που προκύπτουν από τη μείωση του κόστους, καθώς το χαμηλότερο κόστος τείνει να αυξάνει τις δαπάνες κατά τη διάρκεια των διακοπών. Έτσι, με το σύστημα αφορολόγητων αγορών οι τουρίστες θα ξόδευαν μεταξύ 396 και 791 εκατ. ευρώ περισσότερα χρήματα.
Το κύριο ζήτημα με τις αφορολόγητες αγορές στην Ελλάδα είναι το υπάρχον σύστημα επιστροφής φόρου που χρησιμοποιείται, το οποίο είναι αρκετά γραφειοκρατικό. Αυτό μεταφράζεται σε σπατάλη χρόνου και χρημάτων τόσο για τους τουρίστες, όσο και για τον δημόσιο τομέα, τις επιχειρήσεις και τις εταιρείες μεσολάβησης.