Κατά 500.000 βαρέλια την ημέρα ή 5% του συνόλου μειώνεται η ρωσική παραγωγή πετρελαίου, όπως ανακοίνωσε ο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης, Αλεξάντερ Νόβακ. Η Ρωσία επισημαίνει πως πρόκειται για μία «απάντηση» στις κυρώσεις της Δύσης και ειδικά στην απόφαση για πλαφόν στις τιμές του ρωσικού αργού.
«Η Ρωσία πιστεύει ότι ο μηχανισμός των πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο και τα πετρελαιοειδή είναι μία παρέμβαση στις σχέσεις της αγοράς και μία επέκταση των καταστροφικών ενεργειακών πολιτικών της συλλογικής Δύσης» αναφέρει ο Αλεξάντερ Νόβακ σε ανακοίνωσή του.
Οι περικοπές του Μαρτίου θα «διασφαλίσουν την ανάκαμψη της αγοράς» έσπευσε να προσθέσει, εννοώντας βεβαίως πως είναι μία κίνηση που θα οδηγήσει σε άνοδο τις τιμές του πετρελαίου. Όπως ήταν αναμενόμενο αμέσως μετά την ανακοίνωση της απόφασης η τιμή του μπρεντ, που νωρίτερα κατέγραφε πτώση, όχι μόνο επέστρεψε σε θετικό έδαφος, αλλά καταγράφει άνοδο 2,2% στα 86,4 δολάρια το βαρέλι, στην αγορά του Λονδίνου. Το αμερικανικό ελαφρύ αργό (WTI) παρουσιάζει ανάλογη άνοδο (2,3%) στα 79,85 δολάρια το βαρέλι.
«Σήμερα, πουλάμε όλο τον όγκο του πετρελαίου που παράγουμε, ωστόσο όπως είπαμε νωρίτερα, δεν θα πουλήσουμε πετρέλαιο σε όσους άμεσα ή έμμεσα ακολουθούν στους κανόνες του πλαφόν », δήλωσε επίσης ο Νόβακ. «Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Ρωσία θα μειώσει εθελοντικά την παραγωγή κατά 500.000 βαρέλια την ημέρα τον Μάρτιο. Αυτό θα συμβάλει στην αποκατάσταση των σχέσεων στην αγορά». Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με πηγή που επικαλείται το Reuters, η Ρωσία δεν συμβουλεύτηκε τον ΟΠΕΚ+ προτού λάβει την απόφαση.
Η μονομερής απόφαση για μείωση της παραγωγής, η οποία αντιστοιχεί περίπου στο 5% της παραγωγής του Ιανουαρίου, είναι απόρροια των προειδοποιήσεων του Κρεμλίνου σχετικά με το γεγονός πως δεν μπορεί να αφήσει αναπάντητο ούτε το εμπάργκο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε το πλαφόν που έχουν υιοθετήσει και οι χώρες του G7.
Υπενθυμίζεται ότι από τις 5 Δεκεμβρίου έχει τεθεί σε ισχύ η απαγόρευση μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου διά θαλάσσης, το οποίο ξεπερνά τα 60 δολάρια το βαρέλι, κατά τη συμφωνία της G7, της ΕΕ και της Αυστραλίας. Στις 5 Φεβρουαρίου η ΕΕ Επέβαλε νέα απαγόρευση στις αγορές πετρελαϊκών προϊόντων της Ρωσίας και έθεσε πλαφόν στην τιμή.