Μέσα στην έντονη αναταραχή, που προκαλούν ο υψηλός πληθωρισμός και η πανδημία κινείται το οικονομικό επιτελείο, προκειμένου να διατηρήσει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να πετύχει τόσο την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία όσο και την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.
Το 2022 θα είναι το έτος όπου θα εκδοθούν οι νέοι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας για τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα δημιουργηθούν από τη χώρα από το 2023 έως και το 2060, που θα έχει αποπληρωθεί το 75% του ελληνικού χρέους.
Φέτος, οι σημαντικότερες προκλήσεις και τα ορόσημα είναι έξι. Πρόκειται για την διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης εν μέσω πανδημίας , τον πληθωρισμό, την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία, τα πρωτογενή πλεονάσματα, τα χρηματοδοτικά εργαλεία (Ταμείο Ανάκαμψης – ΠΔΕ – ΕΣΠΑ) και την ανάκτηση της πιστοληπτικής ικανότητας.
Μετά την υψηλή άνοδο του ΑΕΠ το 2020, που σύμφωνα με τις ενδείξεις κινήθηκε μεταξύ 7,5%-8% έναντι πρόβλεψης για 6,9% στον προϋπολογισμό, το μεγάλο στοίχημα είναι να συνεχιστεί με ταχείς ρυθμούς η μεγέθυνση του ΑΕΠ με το πήχη να βρίσκεται στο 4,5%. Πάντως, οι προβλέψεις της κυβέρνησης στηρίζονται στο σενάριο για αποκλιμάκωση της πανδημίας στο πρώτο τρίμηνο του έτους ώστε να αναστραφεί το κλίμα ανασφάλειας στην αγορά και να εξαλειφτεί σταδιακά η ψυχολογία του φόβου που «πνίγει» τα νοικοκυριά.
Σύμφωνα με τα δεδομένα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή, η κυβερνητική πρόβλεψη δεν είναι βέβαιη και το ΥΠΟΙΚ ξέρει ότι δεν μπορεί να γίνει ασφαλής εκτίμηση λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης της «Όμικρον». Η έξαρση της πανδημίας που επιβάλλει την ανάγκη λήψης νέων περιοριστικών μέτρων στην λειτουργία της αγοράς ανοίγει πληγές σε κομβικούς κλάδους για την ανάπτυξη βάζοντας σε αναβολή τις όποιες επενδυτικές κινήσεις. Την ίδια ώρα, λόγω των έκτακτων μέτρων στήριξης στις πληττόμενες επιχειρήσεις, διογκώνεται ο δημοσιονομικός λογαριασμός.
Ο δεύτερος μεγάλος πονοκέφαλος είναι ο πληθωρισμός. Το κύμα ακρίβειας που συνεχώς μεγαλώνει τρώει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών βάζοντας φρένο στην ιδιωτική κατανάλωση που είναι ένα από τα βασικά στηρίγματα της ανάπτυξης λόγω του σημαντικού μεριδίου συμμετοχή στο ΑΕΠ. Εκτός του ότι η ακρίβεια έχει άμεσο αρνητικό αποτύπωμα στην πραγματική οικονομία δημιουργεί πληθωριστικές προσδοκίες στα νοικοκυριά ενισχύοντας τη τάση συγκράτησης των δαπανών τους. Παράλληλα αναγκάζει την κυβέρνηση να διατηρεί σε ισχύ ακόμα και να διευρύνει τις κρατικές παρεμβάσεις για την κάλυψη απωλειών στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς με αρνητικές επιπτώσεις στον κρατικό προϋπολογισμό. Οι πρώτες εκτιμήσεις της κυβέρνησης για το εύρος και τη διάρκεια των ανατιμήσεων έχουν ανατραπεί και μεταβάλλονται συνεχώς. Έτσι ανεβαίνει όλο και πιο υψηλά το κονδύλι για τις επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, επεκτείνοντας παράλληλα το χρονοδιάγραμμα ισχύος των μέτρων. Μόνο από την άνοδο των τιμών στην ενέργεια, ο λογαριασμός των απωλειών για το 2021 αγγίζει το 1 δισ. ευρώ και εφόσον δεν υπάρξει δραστική αποκλιμάκωση τους επόμενους μήνες το κόστος στην οικονομία -από τη σύγκριση των εισαγωγών στα ενεργειακά προϊόντα με τις αντίστοιχες εξαγωγές- θα ξεπεράσει τα 3 δισ. ευρώ για το 2022. Το πρόβλημα με τον τιμάριθμο γίνεται πιο βαρύ σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις, ενώ η κορύφωση της κρίσης δεν έχει έρθει. Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο ο πληθωρισμός τον Δεκέμβριο να ξεπεράσει το 5% από 4,8% τον Νοέμβριο και 3,4% τον Οκτώβριο, ενώ σύμφωνα με τις προβλέψεις των οικονομολόγων οι ανατιμήσεις θα συνεχιστούν τουλάχιστον μέχρι τον Απρίλιο του 2022. Η πρόβλεψη στον προϋπολογισμό είναι για πληθωρισμό 1% σε μέσα επίπεδα για το 2022, η οποία λόγω της δυναμικής που έχει αποκτήσει ο τιμάριθμος είναι πιθανό να ξεπεραστεί.
Την ίδια στιγμή, «εμπόδιο» στην έξοδο της χώρας από την ενισχυμένη εποπτεία το 2022 στέκονται τρεις αξιολογήσεις από τους δανειστές και δυο επιταγές των 765 εκατ. ευρώ από τον ESM, που αντιστοιχούν στα κέρδη που αποκόμισαν η ΕΚΤ και οι τράπεζες του ευρωσυστήματος από τα ακούρευτα ελληνικά ομόλογα. Στόχος της κυβέρνησης είναι να απαγκιστρωθεί από την ενισχυμένη εποπτεία με την αξιολόγηση του Ιουνίου που θα ξεκλειδώσει διπλή δόση από ANFA’s για την Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι όλες οι μεταμνημονιακές μεταρρυθμίσεις θα έχουν παραδοθεί μέχρι εκείνη την ημερομηνία. Διαφορετικά θα υπάρξει παράταση της ενισχυμένης εποπτείας μέχρι τον Οκτώβριο. Πάντως νέα δείγματα γραφής για την πορεία των μεταρρυθμίσεων που εκκρεμούν θα δώσει το οικονομικό επιτελείο στη 13η αξιολόγηση που θα ξεκινήσει μετά τις 20 Ιανουαρίου 2022.
Η «μάχη» με την ευρωζώνη αναμένεται να είναι δύσκολη, παρόλο που υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος μέχρι να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για τα ελληνικά πλεονάσματα, καθώς προηγείται η μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας που προβλέπεται ότι θα είναι μακρά. Η Ελλάδα έχοντας στο πλευρό της τους συμμάχους της θα επιδιώξει να αλλάξει η συμφωνία του 2018 που προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ το 2023 με σταδιακή αποκλιμάκωση στο 2,5% του ΑΕΠ το 2024 και στο 2,2% του ΑΕΠ από το 2025 και μετά έως και το 2060 που θα έχει αποπληρωθεί το 75% του ελληνικού χρέους προς τον ESM. Αρμόδιες κυβερνητικές πηγές προεξοφλούν ότι το 2023, όπου θεωρητικά ο κορωνοϊός δεν θα αποτελεί πρόβλημα και θα έχει επιτευχθεί η επιστροφή στην κανονικότητα, θα υπάρχει κάποιας μορφής πειθαρχία για την Ελλάδα αλλά όχι με τη μορφή… θηλιάς στην οικονομία.
Το 2022 στην οικονομία αναμένεται ότι διοχετευθούν κονδύλια άνω των 18 δισ. ευρώ από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και το Ταμείο Ανάκαμψης που θα κρίνουν το στοίχημα για αύξηση των επενδύσεων κατά 21,9%. Οι δαπάνες για δημόσιες επενδύσεις θα φτάσουν σε 7,8 δισ. ευρώ -εκ των οποίων τα 6,5 δισ. ευρώ θα έρθουν από κοινοτικούς πόρους και 1,3 δισ. ευρώ από εθνικούς- ενώ σε αυτόν τον λογαριασμό θα πρέπει να προστεθούν και τα 3,5 δισ. ευρώ που αποτελούν κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας τα οποία η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει τάχιστα. Άλλα 3,1 δισ. ευρώ εκτιμάται ότι θα πέσουν στην οικονομία μέσω του νέου ΕΣΠΑ και θα αρχίσουν να εκταμιεύονται το πρώτο τετράμηνο του 2022 δίνοντας προτεραιότητα στις πράσινες επενδύσεις. Αναφορικά με τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης πηγές εκτιμούν ότι στο πρώτο δίμηνο του 2022 θα τρέξουν οι προκηρύξεις για τρία μεγάλα έργα που αφορούν τον τουρισμό, την ψηφιακή μετάβαση των επιχειρήσεων και ειδικά προγράμματα για τον αγροτικό τομέα, έτσι ώστε μέχρι το τέλος Μαρτίου να ξεκινήσουν οι πρώτες εκταμιεύσεις για τη χρηματοδότηση των επενδυτικών σχεδίων των επιχειρήσεων. Τον Μάρτιο του 2022 αναμένεται να εκταμιευτεί η πρώτη δόση ύψους 3,9 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης μετά τις προκαταβολές του καλοκαιριού.
Μέσα στο 2022, η ελληνική οικονομία θα συναντηθεί εννέα φορές με τους οίκους αξιολόγησης που θα κρίνουν το στοίχημα της επενδυτικής βαθμίδας και την είσοδο αξιόλογων επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα τα οποία θα βάλουν το ελληνικό χρηματιστήριο στον χάρτη με τις αναπτυγμένες αγορές. Πρώτη θα είναι η Fitch, η οποία στις 14 Ιανουαρίου θα δώσει το πρώτο στίγμα για την πορεία της ανάκαμψης, τις δημοσιονομικές προοπτικές και τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Η χώρα θα έχει άλλες δυο «αναμετρήσεις» με τον οίκο, στις 8 Ιουλίου και 7 Οκτωβρίου, σε περίπτωση που τον Ιανουάριο δεν καταφέρει να προσπεράσει την κατηγορία «ΒΒ» όπου βρίσκεται… παρκαρισμένη. Σειρά θα πάρει ο καναδικός οίκος DBRS στις 18 Μαρτίου, ο οποίος τον Σεπτέμβριο αναβάθμισε το αξιόχρεο της Ελλάδας σε «ΒΒ» με θετική τάση. Η δεύτερη αξιολόγηση είναι προγραμματισμένη για τις 16 Σεπτεμβρίου.
Το μεγάλο ενδιαφέρον συγκεντρώνει η κίνηση που θα κάνει η Moody’s, εάν μετά τη «σιωπή» που επέδειξε στην αξιολόγηση του Νοεμβρίου θα προχωρήσει σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, η οποία σήμερα βρίσκεται τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική στην κατηγορία «Ba3» σε σχέση με τους υπόλοιπους οίκους. Στις 22 Απριλίου θα ακουστεί η πρώτη ετυμηγορία από την S&P και στις 21 Οκτωβρίου η δεύτερη και αυτό που επιθυμεί διακαώς η ελληνική πλευρά είναι να μην περάσουν «άπρακτα» τα δυο ραντεβού. Ο οίκος διατηρεί από τον Απρίλιο την ελληνική οικονομία στην κατηγορία «ΒΒ» με θετικές τις προοπτικές.
Πηγή: Powergame.gr