Ελαφρύνσεις ύψους 3,2 δισ. ευρώ για το 2023 προβλέπει το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατίθεται σήμερα στη Βουλή.
Συγκεκριμένα περιλαμβάνει την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τους δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους, αύξηση των κύριων συντάξεων (με ποσοστό άνω του 6%) και επέκταση του μειωμένου ΦΠΑ σε μεταφορές, καφέ, μη αλκοολούχα ποτά, γυμναστήρια, σχολές χορού, κινηματογράφους και τουρισμό. Παράλληλα, προβλέπει και ένα ποσό για την επιδότηση του πετρελαίου στην αντλία για τον Ιανουάριο για όλους όσους χρησιμοποιούν πετρέλαιο θέρμανσης, εφόσον βέβαια αυτό κριθεί ότι είναι απαραίτητο για τη στήριξη των νοικοκυριών. Σημειώνεται ότι ήδη μέχρι το τέλος του έτους η κυβέρνηση θα επιδοτεί με 25 λεπτά το λίτρο το πετρέλαιο θέρμανσης.
Σε ό,τι αφορά στην ανάπτυξη και το 2023, η κυβέρνηση θα κινηθεί συντηρητικά και αυτό καθώς η ύφεση φαίνεται να χτυπά όλες της χώρες της Ε.Ε. εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης. Παράλληλα, το προσχέδιο ενσωματώνει σενάριο σταδιακής αποκλιμάκωσης των τιμών περιορίζοντας τις πληθωριστικές πιέσεις, αλλά αυτό μένει να φανεί καθώς ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει τις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου, η ελληνική οικονομία θα καταγράψει ρυθμό ανάπτυξης 5,3% το τρέχον έτος με ισχυρό το ενδεχόμενο να προσεγγίσει ακόμα και το 6%, ενώ για το 2023 ο ρυθμός θα πέσει στο 2,1%, τη στιγμή που στην Ευρωζώνη θα καταγράφεται ύφεση όπως προεξοφλούν οι περισσότεροι αναλυτές. Είναι εξαιρετικά πιθανό στο δυσμενές σενάριο η ανάπτυξη να περιορισθεί στο 1% . Σε απόλυτα μεγέθη φέτος το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στα 210 δισ. ευρώ από 197 δισ. ευρώ που προέβλεπε το Πρόγραμμα Σταθερότητας, ενώ το 2023 προβλέπεται να φθάσει στα 214 – 215 δισ. ευρώ.
Η γενική κυβέρνηση θα καταγράψει φέτος πρωτογενές έλλειμμα οριακά χαμηλότερο από 2% του ΑΕΠ και επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023 με ποσοστό 0,7%-1% του ΑΕΠ με στόχο την επενδυτική βαθμίδα. Ο πληθωρισμός θα σκαρφαλώσει το τρέχον έτος στο 9% και το 2023 η εκτίμηση είναι για υποχώρηση του τιμάριθμου στο 3%.
Το δημόσιο χρέος λόγω της μεγαλύτερης ονομαστικής ανάπτυξης εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει κάτω από το 180% του ΑΕΠ το 2022 και ακόμη περισσότερο το 2023. Ωστόσο ως απόλυτο μέγεθος παραμένει υψηλό. Μοναδική θετική συνιστώσα είναι οι χαμηλές δανειακές ανάγκες οι οποίες τον επόμενο χρόνο κινούνται κοντά στα 7 δισ. ευρώ. Κάτι που σημαίνει ότι λόγω των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων των 38 δισ. ευρώ η χώρα μπορεί να μην χρειαστεί να βγει στις αγορές, εκτός και αν ανοίξει παράθυρο δανεισμού με χαμηλό κόστος.