Μόλις λίγα 24ωρα πριν την έναρξη της εφαρμογής του νέου έκτακτου τέλους φυσικού αερίου στη Γερμανία, ο υπουργός Οικονομικών δεν δίστασε να καταθέσει για μια ακόμη φορά δημοσίως τη διαφωνία του με το μέτρο. Το θέμα εξάλλου έχει εξελιχτεί σε ένα από τα βασικά σημεία τριβής ανάμεσα στους κυβερνητικούς εταίρους, με τη διαφωνία τους να διεξάγεται πλέον με όρους δημόσιας αντιπαράθεσης.
Σε δηλώσεις του στην κυριακάτικη Bild am Sonntag, ο Κρίστιαν Λίντνερ επανήλθε στο ζήτημα ασκώντας κριτική στο δρομολογούμενο τέλος, που αποφασίστηκε προκειμένου να βοηθήσει τη χώρα να αντιμετωπίσει τις συνέπειες από την κατάρρευση του ενεργειακού κλάδου.
Ο κ. Λίντνερ, στις δηλώσεις του, δήλωσε λιγότερο ανήσυχος με τη νομική διάσταση του σχεδίου και περισσότερο με την λογική του σε οικονομικούς όρους.
Από 1η Οκτωβρίου
Το έκτακτο τέλος τίθεται σε εφαρμογή από την 1η Οκτωβρίου και έχει σχεδιαστεί για να αποζημιώνει τις ενεργειακές εταιρείες που είναι αντιμέτωπες με υπέρογκες τιμές στις διεθνείς αγορές των commodities, ώστε να μην μετακυλούν το κόστος αυτό στους καταναλωτές. Πρόκειται για ένα μέτρο που υποστηρίχθηκε από τους Πρασίνους και δρομολογήθηκε από τον υπουργό Οικονομίας και μέλος των Πρασίνων, Ρόμπερτ Χάμπεκ.
«Θα έχουμε ένα τέλος φυσικού αερίου που αυξάνει την τιμή. Όμως, αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα φρένο τιμών που θα κατεβάσει την τιμή» σχολίασε ο επικεφαλής των Ελεύθερων Δημοκρατών.
Γνωστός για τις σκληρές δημοσιονομικές του απόψεις, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών άδραξε της ευκαιρίας για να επαναλάβει τις απόψεις του για το λεγόμενο φρένο του χρέους, δηλώνοντας πως η χώρα θα πρέπει να επαναφέρει και να εφαρμόσει το φρένο παρά τη σημαντική αύξηση των δαπανών με στόχο την σταθεροποίηση του ενεργειακού κλάδου.
Στα κόστη αυτή θα πρέπει να προστεθεί και η παρέμβαση του κράτους για την διάσωση των ενεργειακών εταιρειών, καθώς μετά τη Uniper και την VNG, το γερμανικό κράτος έχει στα σκαριά και την κρατικοποίηση της SEFE.