«Αν τώρα ενεργήσουμε βεβιασμένα, η ανάκαμψη των οικονομιών μας θα ήταν σημαντικά χειρότερη και θα κινδύνευαν πολλές θέσεις εργασίας», προειδοποίησε η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ.
Και προανήγγειλε περιορισμό του συνολικού όγκου των καθαρών αγορών ομολόγων. Τόνισε πάντως ότι χρέος της ΕΚΤ είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, «το θέμα όμως είναι πότε πρέπει να αναλάβουμε δράση».
«Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η επίδραση κάθε απόφασης που λαμβάνουμε, κατά κανόνα γίνεται εμφανής 9 έως 18 μήνες αργότερα», δήλωσε η κυρία Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στο Δίκτυο RND και σημείωσε ότι η άνοδος του πληθωρισμού οφείλεται κατά το ήμισυ στην αύξηση των τιμών της ενέργειας, η οποία κατά κύριο λόγο είναι εισαγόμενη, γι’ αυτό και η διαχείριση των τιμών είναι σε μεγάλο βαθμό εκτός της σφαίρας επιρροής των ευρωπαϊκών οικονομιών. Δεύτερος σημαντικός παράγοντας, σύμφωνα με την ίδια, είναι οι ελλείψεις στην αλυσίδα ανεφοδιασμού. Διερωτάται μάλιστα τι θα μπορούσε να κάνει για αυτό η ΕΚΤ. Από την άλλη πλευρά, η αύξηση των επιτοκίων, εξήγησε, δεν θα έλυνε κανένα από τα τρέχοντα προβλήματα. «Αντιθέτως, αν τώρα δράσουμε βεβιασμένα, θα μπορούσε αυτό να έχει σαφώς αρνητική επίπτωση στην ανάκαμψη των οικονομιών μας και θα έθετε σε κίνδυνο τις θέσεις εργασίας. Έτσι δεν θα βοηθούσαμε κανέναν», δήλωσε σχετικά, αλλά πρόσθεσε ότι η ΕΚΤ έχει ήδη αρχίσει να λαμβάνει μέτρα και ότι τον Μάρτιο θα τερματιστεί το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που ξεκίνησε μέσα στην πανδημία, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για την αύξηση των επιτοκίων σε μεταγενέστερο χρόνο. Η ΕΚΤ θα επανεξετάσει τον Μάρτιο, συνέχισε η επικεφαλής της, την πορεία του πληθωρισμού, ο οποίος μπορεί και να διαμορφωθεί σε υψηλότερα επίπεδα από τα προβλεπόμενα.
Σε ό,τι αφορά τις υψηλές τιμές ενέργειας, η Κριστίν Λαγκάρντ εξέφρασε την εκτίμηση ότι θα διατηρηθούν για κάποιο χρονικό διάστημα, παρατηρώντας ωστόσο ότι είναι ήδη τόσο υψηλές που είναι απίθανο να συνεχίσουν να αυξάνονται. Ο πληθωρισμός επομένως, προέβλεψε, θα αρχίσει να αποκλιμακώνεται κατά τη διάρκεια του έτους, ενώ διευκρίνισε ότι η κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας δεν συγκρίνεται με αυτή της αμερικανικής -όπου έχει ληφθεί απόφαση για αύξηση των επιτοκίων- λόγω του ότι η αμερικανική οικονομία έχει υπερθερμανθεί, κάτι που δεν ισχύει για την ευρωζώνη. Στην ίδια συνέντευξη, η κυρία Λαγκάρντ αναφέρθηκε και στις σκέψεις για την εισαγωγή ψηφιακού ευρώ, η οποία πάντως, εφόσον αποφασιστεί, δεν θα σημαίνει, όπως είπε, την κατάργηση κερμάτων και χαρτονομισμάτων.