Παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες μετά το ξέσπασμα της κρίσης ανακοίνωσαν μια σειρά σημαντικών μέτρων στήριξης για τους δανειολήπτες, είναι αναγκασμένες να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων με κάθε τρόπο, ιδιαιτέρως εκείνων των δανείων που εμφανίζουν καθυστερήσεις άνω των 90 ημερών αλλά και των δανείων που είχαν ρυθμιστεί, αλλά «ξανακοκκίνισαν». Έτσι, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν καταγγείλει το 50% των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους, προχωρώντας και σε νομικές ενέργειες.
Το τελευταίο διάστημα οι τραπεζικές διοικήσεις βρίσκονται σε έναν αγώνα δρόμου για ρυθμίσεις των δανείων που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους, αλλά είναι σε καθυστέρηση, ενώ μεγάλο μέρος των κόκκινων δανείων τους έχουν περάσει ή βρίσκονται σε διαδικασία να περάσουν σε εταιρείες διαχείρισης.
Ήδη πάνω από 67.000 δάνεια έχουν ρυθμίσει οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων το τελευταίο δωδεκάμηνο, με το συνολικό ποσό των ρυθμίσεων να έχει ήδη φτάσει τα 2,5 δισ. ευρώ. Τα δάνεια αυτά αφορούν 67.492 δάνεια φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων.Ειδικότερα, από τον Ιούλιο του 2019 μέχρι τα τέλη Ιουνίου 2020, οι εταιρείες διαχείρισης έχουν ρυθμίσει 61.117 δάνεια νοικοκυριών τόσο στεγαστικά όσο και καταναλωτικά που αντιστοιχούν σε 1,2 δισ. ευρώ και 6.375 δάνεια επιχειρήσεων (μικρών, μεσαίων, μεγάλων), αξίας 1,3 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, ο SSM έχει ζητήσει από τις ελληνικές τράπεζες συνεχή ενημέρωση για την πορεία των δανείων τους, τόσο ως προς τη ροή των καταβολών δόσεων, όσο και ως προς τη ζήτηση δανειοληπτών να ενταχθούν σε προγράμματα αναστολής πληρωμών, την ίδια στιγμή που τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι στα 60,9 δισ. ευρώ.
Όμως η τελική εικόνα της κατάστασης θα είναι ορατή τους πρώτους μήνες του 2021, όταν θα έχουν λήξει τόσο τα ευεργετικά μέτρα που ανακοίνωσαν για τα δάνεια επιχειρήσεων και νοικοκυριών οι τράπεζες, όσο και τα μέτρα της κυβέρνησης για επιδότηση των δόσεων στεγαστικών δανείων για δανειολήπτες που έχουν πληγεί από την κρίση.