Κορκίδης: Ανάγκη εκσυχρονισμού του ακτοπλοϊκού στόλου μέσα από τον ναυπηγικό τομέα στην Ελλάδα

Επεσήμανε ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση θα απειλήσει όχι μόνο τις ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις, αλλά κυρίως την εδαφική συνοχή της ηπειρωτικής με τη νησιωτική χώρα, την αυτή καθαυτή οικονομική δραστηριότητα στα νησιωτικά συγκροτήματα και, δευτερευόντως, ένα μεγάλο τμήμα των τουριστικών δραστηριοτήτων στις οποίες, μεταξύ των άλλων, στηρίζεται μεγάλο τμήμα της ελληνικής οικονομίας

Την ανάγκη εκσυχρονισμού του ακτοπλοϊκού στόλου στα νέα περιβαλλοντικά δεδομένα, με αφορμή και το αυξημένο κόστος λειτουργίας των πλοίων από τις αυξήσεις στις διεθνείς τιμές των ναυτιλιακών καυσίμων, επεσήμανε ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς (ΕΒΕΠ), Βασίλης Κορκίδης, στη σημερινή ημερίδα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας «Μετάβαση στην Πράσινη Ακτοπλοΐα» που πραγματοποιείται στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά.

«Η κλεψύδρα δείχνει τους τελευταίους κόκκους της άμμου» για την ακτοπλοΐα της χώρας η οποία βρίσκεται ενώπιον μιας ακόμα “τέλειας καταιγίδας”, γενεσιουργός αιτία της οποίας είναι το ενεργειακό» τόνισε ο κ. Κορκίδης προσθέτοντας ότι «είναι ώρα να ληφθούν αποφάσεις χωρίς περιστροφές, χωρίς παραπομπές και χωρίς άλλες καθυστερήσεις».

Επεσήμανε ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση θα απειλήσει όχι μόνο τις ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις, αλλά κυρίως την εδαφική συνοχή της ηπειρωτικής με τη νησιωτική χώρα, την αυτή καθαυτή οικονομική δραστηριότητα στα νησιωτικά συγκροτήματα και, δευτερευόντως, ένα μεγάλο τμήμα των τουριστικών δραστηριοτήτων στις οποίες, μεταξύ των άλλων, στηρίζεται μεγάλο τμήμα της ελληνικής οικονομίας.

«Προτεραιότητα όλων είναι να διατηρηθεί ο ακτοπλοϊκός στόλος σε “μάχιμη κατάσταση”», τόνισε.

Ανέφερε εξάλλου ότι η ενεργειακή κρίση, έφερε στο προσκήνιο, με δραματικό ίσως τρόπο, την αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού του ακτοπλοϊκού στόλου, αλλά και προσαρμογής του στα νέα περιβαλλοντικά δεδομένα και απαιτήσεις, οι οποίες, όπως είπε, ενώ θα έπρεπε να έχουν «περάσει σε δεύτερη μοίρα» σε σχέση με το οξύ πρόβλημα του κόστους των ναυτιλιακών καυσίμων, εντούτοις, είναι εδώ πιεστικά παρούσες.

Πρόσθεσε επίσης ότι από την παγκόσμια μέτρηση εκπομπής ρύπων στη βιομηχανία αναλογεί το 24%, στην αγροτική παραγωγή το 18%, στη στέγαση το 17,5% και στις μεταφορές το 16,2% από το οποίο, το 12%, στις οδικές μεταφορές και μόνο το 1,7%, στη ναυτιλία.

Τέλος επεσήμανε ότι το θέμα του εκσυγχρονισμού του στόλου περνά, επίσης, μέσα και από το μέγα ζήτημα της αναζωογόνησης του ναυπηγικού τομέα στην Ελλάδα.

«Ο χρόνος για πολλά, καλά, αλλά συνάμα και παλαιά, πλοία της ακτοπλοΐας, δυστυχώς, τελειώνει, γεγονός που αποστερεί των περιθωρίων και της πολυτέλειας για συνέχιση των θεωρητικών συζητήσεων περί του “πώς, ποιος, γιατί και πότε” θα αντικατασταθούν, αφού οι εξελίξεις δεν το επιτρέπουν πλέον. Το θέμα δεν είναι μόνο η αντικατάσταση ενός υπέργηρου πλοίου, αλλά αυτό που θα “κτιστεί” να είναι περιβαλλοντικά συμβατό με τις προδιαγραφές που έχει θέσει ο ΙΜΟ για τους αέριους ρύπους των πλοίων και την απανθρακοποίηση της ναυτιλίας και, συνάμα, οικονομικό ως προς τις καταναλώσεις ακόμη και των “σύγχρονων” καυσίμων, όπως επί παραδείγματι, το LNG» είπε ο κ. Κορκίδης.

Σύμφωνα με το ΕΒΕΠ, τα απαιτούμενα κεφάλαια της ανανέωσης και αναβάθμισης του στόλου την επόμενη δεκαετία κυμαίνονται μεταξύ 2,6 και 3 δισ. ευρώ ενώ, επιπροσθέτως, χρειάζονται άνω των 100 εκατ. ευρώ για την αναβάθμιση του στόλου των νεότερων πλοίων.

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ