Το μέτρο θα βοηθήσει την Ελλάδα να επιτύχει τους στόχους της για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, χωρίς αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού, και θα συμβάλει στον νέο ευρωπαϊκό στόχο για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.
Η εκτελεστική αντιπρόεδρος, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού, ανέφερε ότι «το εν λόγω ελληνικό καθεστώς θα παράσχει σημαντική στήριξη σε ευρύ φάσμα τεχνολογιών που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ. Θα στηρίξει τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας, συμβάλλοντας στην ουσιαστική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η επιλογή των δικαιούχων μέσω ανταγωνιστικής διαδικασίας υποβολής προσφορών για τις κύριες υποστηριζόμενες τεχνολογίες θα διασφαλίσει την καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής για τα χρήματα των φορολογουμένων και θα ελαχιστοποιήσει τις πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού».
Η Ελλάδα κοινοποίησε στην Επιτροπή την πρόθεσή της να θεσπίσει νέο καθεστώς για τη στήριξη της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από διάφορες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και συγκεκριμένα από χερσαίες αιολικές και φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις με εξοπλισμό αποθήκευσης, από βιοαέριο, βιομάζα, αέρια εκλυόμενα από χώρους υγειονομικής ταφής, καθώς και από υδροηλεκτρικούς, γεωθερμικούς και σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με συγκεντρωτικά κάτοπτρα. Το καθεστώς θα στηρίξει επίσης υψηλής απόδοσης συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας.
Για αμφότερες τις χερσαίες αιολικές και τις ηλιακές εγκαταστάσεις, η ενίσχυση θα χορηγηθεί μέσω κοινής διαδικασίας διαγωνισμού, την οποία θα διοργανώσει η Ελλάδα προκειμένου να αυξηθεί ο ανταγωνισμός και να μειωθεί το κόστος της ανανεώσιμης ενέργειας για τους Έλληνες καταναλωτές, τόσο στην ηπειρωτική χώρα όσο και στα νησιά. Εάν δεν επιτευχθεί ελάχιστη τεχνολογική διαφοροποίηση από τις κοινές δημοπρασίες σχετικά με την ηλιακή και τη χερσαία αιολική ενέργεια, η Ελλάδα διατηρεί τη δυνατότητα να δρομολογήσει χωριστές δημοπρασίες για τη χερσαία αιολική και για την ηλιακή ενέργεια ώστε να αντιμετωπιστεί το τεχνολογικό έλλειμμα. Η Ελλάδα σχεδιάζει επίσης να χρηματοδοτήσει έργα που βρίσκονται εκτός Ελλάδας.
Η στήριξη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από άλλες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα χορηγείται απευθείας, με την επιφύλαξη ορισμένων κατώτατων ορίων πάνω από τα οποία θα εφαρμόζονται διαδικασίες διαγωνισμού.
Όσον αφορά τη στήριξη της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, που θα αποτελέσει αντικείμενο δημοπρασίας, η ενίσχυση θα λάβει τη μορφή πριμοδότησης αμφίδρομης σύμβασης επί διαφοράς. Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, όταν η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας είναι χαμηλότερη από μια τιμή αναφοράς που καθορίζεται βάσει δημοπρασίας, το κράτος καταβάλλει στον παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές τη διαφορά μεταξύ της πραγματικής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας και της τιμής αναφοράς. Από την άλλη πλευρά, όταν η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας υπερβαίνει την τιμή αναφοράς, ο παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας καταβάλλει στο κράτος τη διαφορά μεταξύ της πραγματικής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας και της τιμής αναφοράς. Αυτό εγγυάται μακροπρόθεσμη σταθερότητα των τιμών στους παραγωγούς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, και τους βοηθάει να πραγματοποιήσουν τις αναγκαίες επενδύσεις, περιορίζοντας παράλληλα το κόστος για το κράτος.
Όσον αφορά τις ενισχύσεις για τη στήριξη της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τεχνολογίες εκτός δημοπρασιών, θα εφαρμόζεται παρόμοιος μηχανισμός με τη διαφορά ότι η τιμή αναφοράς θα ευθυγραμμίζεται με το κόστος παραγωγής της εν λόγω τεχνολογίας.
Ο συνολικός μέγιστος προϋπολογισμός του εν λόγω μέτρου ανέρχεται σε 2,27 δισ. ευρώ, περίπου, και αποσκοπεί στη στήριξη περίπου 4,2 GW εγκατεστημένης ισχύος. Το καθεστώς είναι ανοικτό έως το 2025 και η ενίσχυση μπορεί να καταβληθεί για μέγιστο χρονικό διάστημα 20 ετών.
Η Επιτροπή αξιολόγησε το καθεστώς με βάση τους κανόνες της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις, και ιδίως τις κατευθυντήριες γραμμές του 2014 για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας. Διαπίστωσε ότι η ενίσχυση είναι αναγκαία για την περαιτέρω ανάπτυξη της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και για να βοηθήσει την Ελλάδα να επιτύχει τους περιβαλλοντικούς της στόχους, οι οποίοι έχουν τεθεί σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο. Έχει επίσης χαρακτήρα κινήτρου, καθώς οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας δεν καλύπτουν πλήρως το κόστος της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Ως εκ τούτου, οι επενδύσεις των δικαιούχων δεν θα πραγματοποιούνταν χωρίς την ενίσχυση. Επιπλέον, η ενίσχυση είναι αναλογική και περιορίζεται στο ελάχιστο απαιτούμενο ποσό. Ειδικότερα, το επίπεδο της ενίσχυσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διαφορά μεταξύ της αγοραίας τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας και του κόστους παραγωγής, και θα καθορίζεται είτε μέσω διαδικασίας διαγωνισμού είτε μέσω διοικητικής διαδικασίας για τη μέτρηση του εν λόγω κόστους παραγωγής. Η διαδικασία διαγωνισμού θα περιλαμβάνει επίσης κανόνες για τη διατήρηση και την αύξηση του ανταγωνισμού. Τέλος, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα θετικά αποτελέσματα του μέτρου, ιδίως στο περιβάλλον, αντισταθμίζουν τυχόν αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.
Στη βάση αυτή, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το καθεστώς συνάδει με τους κανόνες της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις, καθώς θα διευκολύνει την ανάπτυξη της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέσω διαφόρων τεχνολογιών στην Ελλάδα και θα μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, χωρίς αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά.