Σε σημαντική αύξηση των εκτιμήσεών της για τη μέση τιμή του φυσικού αερίου το 2022 προχώρησε η JP Morgan, κάτι που οδηγεί σε ακόμη χαμηλότερη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη και σε ακόμη υψηλότερο πληθωρισμό, εκτοξεύοντας τον λογαριασμό της ενέργειας σε δυσθεώρητα ύψη. Η αμερικάνικη τράπεζα εκτιμά ότι το σοκ στην ανάπτυξη θα κινηθεί στο ήμισυ του σοκ του πληθωρισμού. Έτσι, εάν ο πληθωρισμός αυξηθεί κατά 1,5%, τότε το ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 0,75% ετησίως.
Ειδικότερα, η αμερικάνικη τράπεζα αυξάνει την πρόβλεψή της για την τιμή του φυσικού αερίου φέτος από τα 150 ευρώ/MWh στα 200 ευρώ/Mwh, αν και επισημαίνει πως η εκτόξευση την προηγούμενη εβδομάδα της τιμής πάνω από τα 300 ευρώ καταδεικνύει τη δυσκολία προσδιορισμού της όποιας πρόβλεψης επί του παρόντος, με τον κίνδυνο για ακόμα υψηλό κόστος ενέργειας να είναι υπαρκτός.
Παρά το κάπως ενθαρρυντικό μήνυμα από τον PMI του Αυγούστου, το σοκ στις τιμές της ενέργειας σαφώς εξακολουθεί να αυξάνεται και επομένως είναι πιθανή η συρρίκνωση της παραγωγής. Παρόλο που η αβεβαιότητα είναι υψηλή σχετικά με την ακριβή μετακύλιση, η JPM αυξάνει την πρόβλεψή της για τον ονομαστικό πληθωρισμό κατά περίπου 1,5% μονάδες το επόμενο έτος, αντανακλώντας μια υψηλότερη παραδοχή για την τιμή της ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα κινηθεί πάνω από το 10% ετησίως κατά το δ’ τρίμηνο του 2022, και στο 12%, πριν υποχωρήσει το 2023.
Το κόστος εισαγωγής ενέργειας στην ευρωζώνη έχει ήδη αυξηθεί από ετήσιο ρυθμό περίπου 200 δισ. ευρώ (1,6% του ΑΕΠ) σε σχεδόν 800 δισ. ευρώ (6,4% του ΑΕΠ) τους τρεις μήνες έως τον Ιούνιο. Οι τιμές του πετρελαίου μειώθηκαν από τότε και οι τιμές του φυσικού αερίου αυξήθηκαν. Αυτός ο συνολικός λογαριασμός πιθανότατα θα αυξηθεί κατά 100 δισ. ευρώ εάν οι τιμές του φυσικού αερίου διαμορφωθούν στα 200 ευρώ/MWh σε μέσο όρο, κατά 200 δισ. ευρώ αν διαμορφωθούν στα 250 ευρώ/MWh και κατά 300 δισ. ευρώ εάν διαμορφωθούν στα 300 ευρώ/MWh, όπως εκτιμά η JPM. Αυτό θα ωθήσει τον λογαριασμό των εισαγωγών ενέργειας της περιοχής στο 7%, 7,8% ή 8,5%, αντίστοιχα.
Τα νέα στο μέτωπο της αποθήκευσης είναι ωστόσο λίγο πιο ενθαρρυντικά, με τα επίπεδα αποθήκευσης να συνεχίζουν να αυξάνονται γρήγορα, σημειώνει η JPM. Τα επίπεδα αποθήκευσης είναι πλέον πάνω από 81% στη Γερμανία και σχεδόν 80% στην ΕΕ συνολικά. Αυτό βοηθά στη διαχείριση οποιασδήποτε πλήρους διακοπής του ρωσικού φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Ωστόσο, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι μπορεί να αποφευχθεί η εφαρμογή δελτίου ενέργειας, καθώς η αποθήκευση μπορεί να καλύψει μόνο δύο μήνες ζήτησης κατά τη διάρκεια του χειμώνα και καθώς μπορεί να υπάρχουν τεχνικά εμπόδια για να βασιστεί κανείς σε μεγάλο βαθμό στην αποθήκευση εάν οι εισροές νέου αερίου είναι χαμηλές. Το ότι η Ρωσία αποφάσισε να πραγματοποιήσει άλλη μια συντήρηση του Nord Stream 1, πιθανότατα υποδηλώνει πολύ περιορισμένες προμήθειες κατά τη διάρκεια του χειμώνα.