Quantcast

Η μείωση φορολογικών συντελεστών έβαλε φρένο στη φυγή επιχειρήσεων

Αν και ακόμα έχουμε δρόμο μπροστά μας, καθώς σε σύγκριση με τις χώρες της ΕΕ οι επιχειρήσεις δεν απολαμβάνουν τα ίδια οφέλη

«Φρένο» στη μετανάστευση επιχειρήσεων έβαλε η μείωση των φορολογικών συντελεστών, της προκαταβολής φόρου, αλλά και η μείωση της γραφειοκρατίας τόσο για την υποβολή και εξέταση επενδυτικών σχεδίων όσο και με την εφορία που πλέον οι περισσότερες ενέργειες γίνονται ηλεκτρονικά.

 

Αν και ακόμα έχουμε δρόμο μπροστά μας, καθώς σε σύγκριση με τις χώρες της ΕΕ οι επιχειρήσεις δεν απολαμβάνουν τα ίδια οφέλη (για παράδειγμα δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ζημίες για να μειώσουν προηγούμενο φορολογητέο εισόδημα) ωστόσο, όπως αναφέρουν μεγάλα λογιστικά γραφεία, η τάση του παρελθόντος κυρίως στα χρόνια των μνημονίων έχει συρρικνωθεί στο ελάχιστο. Έχει περιορισθεί το κύμα φυγής προς την Κύπρο και τη Βουλγαρία παρά το γεγονός ότι σε αμφότερες ο φορολογικός συντελεστής είναι χαμηλότερος από ό,τι στην Ελλάδα. Η σταθερότητα, τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και το ενδιαφέρον ξένων μεγάλων πολυεθνικών να επενδύσουν στη χώρα μας κρατά τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα.

Από το 2019 μέχρι σήμερα οι συντελεστές έχουν μειωθεί κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες (από το 29 στο 22%) και πρόκειται για την ταχύτερη μείωση φόρων σε ολόκληρη την Ευρώπη την τελευταία τριετία. Οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί τα τελευταία χρόνια έχουν βοηθήσει σημαντικά τις επιχειρήσεις, ενώ από φέτος μειώνεται μόνιμα η προκαταβολής φόρου από το 100% στο 80% και ενδεχομένως και οι ασφαλιστικές εισφορές. Επίσης, για τις επιχειρήσεις που συγχωνεύονται θα μειωθεί (δεν έχει κατατεθεί το σχέδιο νόμου στη Βουλή) ο οφειλόμενος φόρος κατά 30% για τρία χρόνια. Ατομικές επιχειρήσεις μπορούν να συμπράξουν συστήνοντας ένα νέο νομικό πρόσωπο και να τύχουν της ίδιας έκπτωσης. Για να διοχετευθούν τα 12,7 δισ. ευρώ δανείων από τα Ταμείο Ανάκαμψης θα πρέπει οι ελληνικές επιχειρήσεις να μεγεθυνθούν ώστε να καταφέρουν να αποκομίσουν τα οφέλη των προγραμμάτων.

Τα προηγούμενα χρόνια η Ελλάδα είχε από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην Ευρώπη και σίγουρα τους υψηλότερους στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη που έφθαναν το 39,65% (συντελεστές κερδών και μερισμάτων), εξέλιξη που υπονόμευε ξεκάθαρα την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Από το 26% που ήταν το 2014 έφθασε το 29%, ενώ ο φόρος στα μερίσματα εκτινάχθηκε από το 10% στο 15%(για να μειωθούν σήμερα στο 22% και 5% αντίστοιχα).

Βέβαια, δεν είναι όλα ρόδινα. Πρόσφατη μελέτη του Tax Foundation υποβιβάζει τη χώρα μας στην 29η θέση από πλευράς ανταγωνιστικότητας σε σύνολο 37 χωρών. Στην έρευνα εντοπίζονται τρεις βασικές αδυναμίες στο φορολογικό σύστημα της Ελλάδας:

Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν αυστηρούς περιορισμούς ως προς τα ποσά των καθαρών ζημιών χρήσης με τα οποία μπορούν να αντισταθμίσουν μελλοντικά κέρδη. Επίσης, δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ζημίες για να μειώσουν προηγούμενο φορολογητέο εισόδημα.

Η Ελλάδα έχει έναν σχετικά περιορισμένο αριθμό φορολογικών συμβάσεων (57 συμβάσεις έναντι 75 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ).

Η χώρα μας έχει έναν από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στον ΟΟΣΑ (24%), με μία από τις πιο περιορισμένες φορολογικές βάσεις.

Στο μεταξύ χθες, η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε τα στοιχεία για την πορεία του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων το 2021. Σύμφωνα με αυτά, ο κύκλος εργασιών τους ανήλθε σε 332,4 δισ. ευρώ το 2021, από 316,9 δισ. ευρώ το 2019. Δηλαδή, αυξημένος κατά 15,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019.

Όπως τόνισε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταικούρας, «πρόκειται για ακόμη μια θετική εξέλιξη, που αποτυπώνει όχι μόνο την ανθεκτικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων εν μέσω πανδημίας, αλλά και τη δυναμική που αυτές έχουν αποκτήσει χάρη στην προσαρμοστικότητά τους και τη γενναία κρατική στήριξη που τους έχει παρασχεθεί καθ’ όλη αυτή τη δύσκολη περίοδο. Παράλληλα, σηματοδοτεί ισχυρές προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας και συνολικά της οικονομίας μας το 2022».