Quantcast

Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής: Ύφεση 4,4% στο καλό σενάριο και 11,2% στο κακό

ΤΡΙΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ

Τρία σενάρια για την επιστροφή στην κανονικότητα παρουσιάζει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στα οποία η ανεργία και το χρέος εκτινάσσονται ενώ στο χειρότερο σενάριο η ύφεση ξεπερνά το 11%. Ταυτόχρονα το γραφείο συστήνει περισσότερα μέτρα τη συγκράτηση της ύφεσης αλλά και για αποφευχθεί μια μόνιμη αύξηση της ανεργίας, ενώ για την επόμενη μέτρα επισημαίνει ότι θα πρέπει να αναβαθμισθεί το σύστημα υγείας που σε όρους δημόσιων δαπανών είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρωζώνη.

Όπως προαναφέρθηκε το Γραφείο εξετάζει τρία διαφορετικά σενάρια σχετικά με την ταχύτητα επαναφοράς: το σενάριο της γρήγορης επαναφοράς (έξι μήνες) το σενάριο μέτριας επαναφορά (ένα έτος) και το σενάριο της αργής επαναφοράς (δύο έτη).

Στο πρώτο σενάριο προβλέπεται (έχουν ανακοινωθεί παρεμβάσεις ήδη 10 δισ. ευρώ) ύφεση της τάξης του  4,4 %  και ανεργία της τάξης του 26,2%

Στην μέτρια επαναφορά και με επεκτατικά μέτρα 10 δισ. ευρώ η ύφεση υπολογίζεται στο 8,3% και η αύξηση της ανεργίας στο 31,% και με το δημόσιο χρέος να φθάνει στο 191,9%. Στην αργή επιστροφή και χωρίς μέτρα, η ύφεση θα φθάσει στο 11,2%, ενώ με επεκτατικά μέτρα 10 δισ. ευρώ η ύφεση περιορίζεται στο 9,4 ενώ υπολογίζεται πρωτογενές έλλειμμα της τάξης του 4,6% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος στο 192,7%.

ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Πάντως το Γραφείο σημειώνει ότι απαιτούνται πρόσθετα μέτρα για τη συγκράτηση της ύφεσης αλλά και για να  αποφευχθεί μια μόνιμη αύξηση της ανεργίας και μια υποβάθμιση του παραγωγικού και κεφαλαιουχικού δυναμικού της χώρας καθώς και μια εκ νέου αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Σε κάθε περίπτωση, η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας και τα μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης αναμένεται να προκαλέσουν σημαντική επιδείνωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος και του δημόσιου χρέους. Για το σκοπό αυτό, οι παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και των συνεπειών της στην οικονομική δραστηριότητα και την ανεργία θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί από Ευρωπαϊκούς πόρους στο πλαίσιο μιας πρωτοβουλίας επιμερισμού των βαρών υποστηρίζει το Γραφείο Προϋπολογισμού, επισημαίνοντας ότι η μέχρι τώρα στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μάλλον επιφυλακτική, συγκρινόμενη με τις ιδιαίτερα αποφασιστικές κινήσεις των άλλων μεγάλων οικονομιών (ΗΠΑ, Κίνα).

Όπως υποστηρίζουν οι αναλυτές η κρισιμότητα της κατάστασης απαιτεί τη λήψη άμεσων μέτρων που θα επιτρέψουν στα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν κάθε διαθέσιμο εργαλείο για την ενίσχυση της δημόσιας υγείας, την ελάφρυνση των δραματικών συνεπειών στα εισοδήματα των πολιτών και τη λήψη επεκτατικών μέτρων για τη συγκράτηση της ύφεσης. Οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας προβλέπονται ισχυρές και θα έχουν αναπόφευκτες αρνητικές συνέπειες στη δημοσιονομική ισορροπία των περισσότερων κρατών μελών. Συνεπώς θα πρέπει να υπάρξει ειδική μέριμνα για τη σταδιακή και ομαλή επαναφορά των κρατών στη δημοσιονομική ισορροπία.

Όσον αφορά το 2021 το Γραφείο εκτιμά ότι  αναμένεται ανάκαμψη της οικονομίας. Υπάρχει όμως σημαντική αβεβαιότητα καθώς η ανάκαμψη θα εξαρτηθεί από την ένταση και τη διάρκεια της ύφεσης το 2020, από τα μέτρα πολιτικής που θα ληφθούν στη συνέχεια καθώς και από την πρόοδο της ιατρικής αναφορικά με την αντιμετώπιση του COVID-19 (δημιουργία εμβολίου, κατάλληλων φαρμάκων κλπ).

Για την επόμενη μέρα οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι θα απαιτηθούν περισσότερα μέτρα για τη συγκράτηση της ύφεσης που θα πρέπει να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν όταν θα έχει υποχωρήσει η υγειονομική απειλή της πανδημίας και θα αρχίσουν να χαλαρώνουν τα περιοριστικά μέτρα. Δύο σημαντικά κριτήρια για το σχεδιασμό τέτοιων παρεμβάσεων είναι αφενός η ισχυρή επίδραση στο ΑΕΠ και αφετέρου η ευρύτερη δυνατή κατανομή του οφέλους προκειμένου να αποφευχθούν διανεμητικές συγκρούσεις.

Όσον αφορά το πρώτο, θα πρέπει να προτιμηθούν δαπάνες με αγορές αγαθών και υπηρεσιών καθώς έχουν επιπτώσεις πρώτης τάξης στο ΑΕΠ, σε αντίθεση με τις μεταβιβάσεις και τις φοροαπαλλαγές. Όσον αφορά το δεύτερο, μια καλή υποψηφιότητα είναι η αναβάθμιση του συστήματος υγείας, που σε όρους δημόσιων δαπανών είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρωζώνη .Μια αύξηση των δημόσιων δαπανών για την υγεία θα είχε ευεργετικά αποτελέσματα τόσο σε όρους βραχυχρόνιας αποτροπής της ύφεσης όσο – και κυρίως – σε όρους μακροχρόνιας βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης του συνόλου των πολιτών που συνδέεται και με υψηλότερους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.