Goldman Sachs: Οι τρεις επιπτώσεις του πολέμου στις αγορές

Όπως επισημαίνει, οι κύριες επιπτώσεις της εισβολής στην Ουκρανία για τις ευρωπαϊκές αγορές είναι τρεις

Σχετικά ψύχραιμη για την πορεία των ευρωπαϊκών αγορών μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία εμφανίζεται η Goldman Sachs, παρά το αρχικό μεγάλο sell-off. Όπως επισημαίνει, οι κύριες επιπτώσεις της εισβολής στην Ουκρανία για τις ευρωπαϊκές αγορές είναι τρεις:

  • η αύξηση του risk premium των μετοχών (ERP),
  • ο αντίκτυπος των υψηλότερων τιμών του φυσικού αερίου/ενέργειας δεδομένου ότι το 35% της προμήθειας αερίου της Ευρώπης καλύπτεται από τη Ρωσία και
  • οι άμεσες εκθέσεις σε Ρωσία/Ουκρανία.

Σε ό,τι αφορά στην πρώτη επίπτωση, η Goldman αναφέρει πως η σχετική απόδοση των κυκλικών μετοχών έναντι των αμυντικών έχει ήδη περιοριστεί σημαντικά και η αμερικάνικη τράπεζα πιστεύει ότι η αγορά τιμολογεί την οικονομική ανάπτυξη σχετικά συντηρητικά. Οι πρόσφατοι δείκτες PMI έχουν ανέβει – και, ενώ αυτή η κρίση θα μπορούσε να οδηγήσει τους PMI ξανά προς τα κάτω, η πορεία των τιμών των κυκλικών προϊόντων ήδη αποτιμά ένα πολύ χαμηλότερο επίπεδο PMI.

Επιπλέον, οι αποτιμήσεις των ευρωπαϊκών μετοχών παραμένουν σε λογικά επίπεδα, κατά την άποψη της Goldman, και με το νέο sell-off που προκάλεσε η ρωσική εισβολή τα p/e υποχώρησαν προς τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο, παρά τα πολύ χαμηλά επιτόκια σύμφωνα με ιστορικά δεδομένα.

Πράγματι, τονίζει η τράπεζα, τα P/E έχουν υποχωρήσει το τελευταίο έτος, κινούμενα – για την αγορά της Ευρώπης –  από 18x σε κάτω από 14x σε ορίζοντα 12μήνου. Αυτό οφείλεται στις αναβαθμίσεις της κερδοφορίας. Τα ευρωπαϊκά κέρδη ανά μετοχή (EPS) στα τέλη του 2022 είναι πιθανό να διαμορφωθούν 16% υψηλότερα από το σημείο που ήταν πριν από την πανδημία. Στον προηγούμενο κύκλο, η Ευρώπη δεν παρουσίασε αύξηση κερδών. Πρόσφατα η Goldman Sachs αύξησε τις εκτιμήσεις της για τα EPS για φέτος λόγω του υψηλότερου πληθωρισμού και συνεπώς της υψηλότερης αύξησης των εσόδων, αλλά πιστεύει ότι η συναίνεση είναι πολύ αισιόδοξη ως προς τα περιθώρια κερδοφορίας.

Σε ό,τι αφορά στις τοποθετήσεις των χαρτοφυλακίων, οι επενδυτές αγοράζουν Ευρώπη τους τελευταίους μήνες, με ισχυρές θετικές εισροές (όπως συνέβη για τις παγκόσμιες μετοχές). Αλλά οι θέσεις στην Ευρώπη απέχουν πολύ από το να είναι «τεντωμένες». Πράγματι, εξετάζοντας τις σωρευτικές ροές τα προηγούμενα πέντε έως έξι χρόνια, οι ροές προς την Ευρώπη ήταν μόνο ελαφρώς θετικές και είναι πολύ πίσω από τις σωρευτικές ροές σε άλλες περιοχές.

Κοιτάζοντας τον δεύτερο παράγοντα, η τράπεζα επισημαίνει πως ο αντίκτυπος των υψηλότερων τιμών της ενέργειας για τις αγορές, φαίνεται στον κλάδο της Ενέργειας. Σε αυτό το πλαίσιο η Goldman παραμένει overweight στις μετοχές της ενέργειας στην Ευρώπη καθώς η σχετική αποτίμησή τους παραμένει σε μεγάλο discount έναντι της αγοράς παρά το πρόσφατο ράλι και ο κλάδος προσφέρει μία από τις υψηλότερες αποδόσεις ελεύθερων ταμειακών ροών στην αγορά.

Πάντως, όπως τονίζει, οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας θα ωθήσουν σαφώς περαιτέρω υψηλότερα τον πληθωρισμό και οποιαδήποτε διακοπή του εφοδιασμού Ενέργειας, ιδίως φυσικού αερίου, στην Ευρώπη θα έχει επίσης επιπτώσεις στην παραγωγή και το ΑΕΠ. Διαπιστώνει ότι κάθε 1% πτώση σταθμισμένου με βάση τις πωλήσεις ΑΕΠ στην Ευρώπη αφαιρεί περίπου 10% από τα EPS. Έτσι, η Goldman αναμένει αύξηση 8% στα EPS το 2022 και 6% το 2023.

Έτσι, μια σημαντική πτώση του ΑΕΠ θα μπορούσε εύκολα να μειώσει την αύξηση των κερδών. Ωστόσο ο αντίκτυπος στο ΑΕΠ πιθανότατα θα ήταν πολύ μικρότερος, ενώ υπάρχουν αντισταθμίσεις: 1) περισσότερο από το 55% των πωλήσεων των εταιρειών του πανευρωπαϊκού δείκτη Euro Stoxx είναι εκτός Ευρώπης όπου οι επιπτώσεις στο ΑΕΠ αυτής της κρίσης είναι πιθανώς ελάχιστες και 2) ο κλάδος της ενέργειας συμβάλει στο 8-10% των EPS και κάθε αύξηση 10% στις τιμές της ενέργειας προσθέτει 2,4% στα EPS.

Τέλος, σε ό,τι αφορά στους δεσμούς της Δυτικής Ευρώπης με τη Ρωσία και την Ουκρανία, είναι σχετικά μικρή. Οι οικονομολόγοι της Goldman αναφέρουν ότι η ευρωζώνη εξάγει περίπου το 1% του ΑΕΠ στη Ρωσία και την Ουκρανία, πολύ λιγότερο από τις γειτονικές χώρες. Κοιτάζοντας σε όλη τη ζώνη του ευρώ, η Γερμανία είναι ελαφρώς πιο εκτεθειμένη από την Ιταλία ή τη Γαλλία. Η διασυνοριακή τραπεζική έκθεση στη Ρωσία είναι επίσης μικρή –  την μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών της Δυτικής Ευρώπης την έχει η Αυστρία με περίπου 1,4% του ΑΕΠ διασυνοριακή τραπεζική έκθεση σε Ρωσία/Ουκρανία/Λευκορωσία και ακολουθεί το Ηνωμένο Βασίλειο με περίπου 0,6%.