Goldman Sachs: Οι επτά λόγοι που οι αγορές αντέχουν

Τις αξιοσημείωτες επιδόσεις των αγορών σε περιβάλλον πολέμου και ενεργειακής κρίσης προσπαθεί να αιτιολογήσει η Goldman Sachs, σημειώνοντας ότι η ανάκαμψη των τελευταίων εβδομάδων είναι πιο λογική από ότι δείχνει σε πρώτη ανάγνωση

Ο δείκτης S&P 500 ενισχύεται 5% μέσα στον Μάρτιο και διαπραγματεύεται μόλις 4% χαμηλότερα από το ιστορικό υψηλό της 3ης Ιανουαρίου ενώ ακόμη και ο ευρωπαϊκός Euro Stoxx 50 υποχωρεί λιγότερο από 8% από τις αρχές του έτους.

Οι αναλυτές της Goldman Sachs προβλέπουν ότι τα περιθώρια ανόδου στο εξής είναι μικρά, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, με τον S&P 500 να τοποθετείται στις 4.700 μονάδες στο τέλος του 2022, λιγότερο από 2% υψηλότερα από το υφιστάμενο επίπεδο. Οι ευρωπαϊκές μετοχές εμφανίζουν περιθώρια ανόδου 6% στο επόμενο δωδεκάμηνο και οι ασιατικές 14% στο ίδιο διάστημα.

Οι 7 λόγοι που οι μετοχές «αντέχουν» σύμφωνα με την Goldman Sachs:
1.Τα πραγματικά επιτόκια παραμένουν βαθιά σε αρνητικό έδαφος και οι μετοχές προσφέρουν πραγματική απόδοση. Αποτέλεσμα είναι οι επενδυτές να τις επιλέγουν καθώς προσπαθούν να προστατεύσουν τις οικονομίες τους. Οι επενδυτές ομολόγων βρίσκονται αντιμέτωποι με μεγάλες κεφαλαιακές ζημιές για πρώτη φορά από το 1994. Η πτώση των τιμών στα αμερικανικά ομόλογα τον Μάρτιο είναι η μεγαλύτερη μηνιαία πτώση των τελευταίων 40 ετών.

2.Οι μετοχές ωφελούνται από την ανάκαμψη. Κατά την περίοδο μετά την παγκόσμια κρίση, η ασθενής οικονομική δραστηριότητα και ο χαμηλός πληθωρισμός οδήγησαν σε πτώση στο ονομαστικό ΑΕΠ, αυξάνοντας το risk premium των μετοχών και μειώνοντας το term premium των ομολόγων. Επομένως, όσο οι οικονομίες ανακάμπτουν, τα κέρδη και τα μερίσματα θα ανακάμπτουν και αυτά. Η μερισματική απόδοση μπορεί να θεωρηθεί πραγματική απόδοση. Το χάσμα μεταξύ μερισματικών αποδόσεων και ονομαστικών ή πραγματικών αποδόσεων παραμένει πάνω από το μέσο όρο από το 1990. Ενώ οι μετοχές ενδεχομένως δεν έχουν μεγάλα περιθώρια ανόδου σε απόλυτους όρους, η ισορροπία ρίσκου έχει μετατοπιστεί, αυξάνοντας έτσι την ελκυστικότητά τους στην κατανομή χαρτοφυλακίων.

3. Σε ισχυρή οικονομική θέση βρίσκεται ο ιδιωτικός τομέας. Οι αποταμιεύσεις που δημιουργήθηκαν στην πανδημία βελτιώνουν τη θέση των νοικοκυριών παρά τους σοβαρούς κινδύνους συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος εξαιτίας του πληθωρισμού, ιδιαίτερα με δεδομένο ότι η ανεργία βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά σε πολλές χώρες. Στο μεταξύ, οι ισολογισμοί των τραπεζών είναι ισχυροί και των επιχειρήσεων υγιείς.

4. Η αγορά εταιρικού χρέους είναι σχετικά σταθερή – μειώνοντας τους συστημικούς κινδύνους. Οι δείκτες ρευστού ως προς το ενεργητικό παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και επιπλέον η ικανότητα εξυπηρέτησης χρέους είναι στο καλύτερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών. Γι’ αυτό οι επενδυτές περιμένουν ότι τα μερίσματα θα συνεχιστούν ακόμη και σε ασθενέστερο οικονομικά περιβάλλον.

5. Αυξάνονται οι δημόσιες δαπάνες. Ενώ η νομισματική πολιτική είναι σε φάση σύσφιξης, οι προσδοκίες για τα τελικά επιτόκια είναι ακόμη πολύ χαμηλές. Επιπλέον, οι δαπάνες για επενδύσεις κεφαλαίου και υποδομές αναμένεται να αυξηθούν, τουλάχιστον σε Κίνα και Ευρώπη. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία άλλαξε δραματικά τη στάση των Ευρωπαίων σε θέματα δημοσιονομικής πολιτικής, το αντίθετο από ότι συνέβη μετά την παγκόσμια κρίση. Στη Γερμανία π.χ. η αύξηση των αμυντικών δαπανών αναμένεται να περιορίσει τον αντίκτυπο της ουκρανικής κρίσης κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες φέτος.

6. Οι αποτιμήσεις έχουν υποχωρήσει. Ενώ οι μετοχές βρίσκονται λίγο κάτω από τα υψηλά τους, οι συνολικές αποτιμήσεις έχουν μειωθεί τον τελευταίο χρόνο. Και ενώ η αμερικανική αγορά παραμένει ακριβή συνολικά, τα πιο ακριβά τμήματά της έχουν υποστεί σημαντικό de-rating καθώς οι προσδοκίες για τα επιτόκια έχουν ενισχυθεί.

7. Οι τοποθετήσεις έχουν μειωθεί σημαντικά, αυξάνοντας την ασυμμετρία με τα assets υψηλού ρίσκου. Η Goldman υποστηρίζει ότι οι τοποθετήσεις έχουν γίνει πολύ επιφυλακτικές τις τελευταίες εβδομάδες, με τον δείκτη διάθεσης κινδύνου να έχει υποχωρήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα.