Goldman Sachs: Καμία μεγάλη οικονομία σε ύφεση το 2023

Μετά την πρόβλεψή της πριν από μία εβδομάδα που ανέφερε ότι η Ευρώπη θα αποφύγει την ύφεση, η Goldman Sachs επανέρχεται, εκτιμώντας ότι καμία μεγάλη οικονομία δεν θα εισέλθει σε ύφεση

Μία ακόμη εκτίμηση που δείχνει ότι το κλίμα για την πορεία της οικονομίας σε ΗΠΑ και Ευρώπη βελτιώνεται, είδε χθες το φως της δημοσιότητας.

 

Μετά την πρόβλεψή της πριν από μία εβδομάδα που ανέφερε ότι η Ευρώπη θα αποφύγει την ύφεση, η Goldman Sachs επανέρχεται, εκτιμώντας ότι καμία μεγάλη οικονομία δεν θα εισέλθει σε ύφεση που θα έχουν προκαλέσει οι κεντρικές τράπεζες και ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα αποδειχθεί υψηλότερη των προβλέψεων της αγοράς.

Όπως σημειώνει η αμερικανική τράπεζα, οι χρηματοδοτικές συνθήκες επιδεινώθηκαν ραγδαία το 2022, ιδιαίτερα στο πρώτο μισό του έτους. Εξαιρουμένης της Ρωσίας, ο δείκτης παγκόσμιων χρηματοδοτικών συνθηκών (FCI) χειροτέρεψε κατά 150 μονάδες βάσης, με τις μεγαλύτερες μεταβολές να σημειώνονται στις ΗΠΑ, κατά 300 μ.β. και στην Ευρώπη, κατά 180 μ.β. Εν μέρει εξαιτίας αυτής της σημαντικής επιδείνωσης, οι αναλυτές πλέον αναμένουν ύφεση τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, με τις τελευταίες εκτιμήσεις να δίνουν πιθανότητες ύφεσης 65% στις ΗΠΑ και 80% στην Ευρωζώνη.

Η Goldman Sachs διαφωνεί με την αντίληψη που επικρατεί στις αγορές, υποστηρίζοντας ότι ο αντίκτυπος της δημοσιονομικής σύσφιξης των κεντρικών τραπεζών θα είναι τελικά μικρότερος και η οικονομία των ΗΠΑ θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,4% το 2023, όταν οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ανάπτυξη 0,3% στο σύνολο του έτους και ύφεση δύο τριμήνων, κατά τη διάρκειά του. Για την Ευρώπη, ενώ το σενάριο που επικρατεί προβλέπει ύφεση 0,1% στο σύνολο της Ευρωζώνης και ύφεση 0,6% στη Γερμανία, στο σύνολο του 2023, η Goldman Sachs προβλέπει ανάπτυξη 0,6% στην Ευρωζώνη και 0,1% στη Γερμανία.

Εξαιρουμένης της Ρωσίας, η μοναδική μεγάλη οικονομία που θα βιώσει ύφεση το 2023 θα είναι, σύμφωνα με τους αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας, η Μ. Βρετανία, όπου το ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 0,5%.

Οι λόγοι που κάνουν την Goldman Sachs να διαφωνεί με την αντίληψη που επικρατεί στις αγορές σήμερα, είναι δύο.

Πρώτον, το πλαίσιο του δείκτη FCI ενσωματώνει το εύρημα ότι ο αντίκτυπος της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής στην ανάπτυξη αρχίζει όταν οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες επιδεινώνονται. Στην πράξη, οι αγορές συχνά προεξοφλούν τις κινήσεις των κεντρικών τραπεζών, ενσωματώνοντας τις επιπτώσεις στις τιμές των μετοχών και των αποδόσεων των ομολόγων. Επομένως, η επιρροή της πολιτικής στην ανάπτυξη ξεκινά πριν ουσιαστικά γίνουν οι αυξήσεις των επιτοκίων. Κάτι τέτοιο συνέβη σε πολλές οικονομίες το 2022.

Δεύτερον, η Goldman Sachs διαπιστώνει ότι η καθυστέρηση των επιπτώσεων από τις πιο σφιχτές χρηματοδοτικές συνθήκες στην ανάπτυξη είναι μικρότερη από ότι συνήθως εκτιμάται. Τα μοντέλα της αμερικανικής τράπεζας δείχνουν ότι οι επιπτώσεις των χρηματοδοτικών συνθηκών στην ανάπτυξη κορυφώνονται μεταξύ 2 με 3 τρίμηνα από τη σύσφιξη του δείκτη FCI στις ΗΠΑ, την Ευρωζώνη, τη Μ. Βρετανία και τον Καναδά, ακόμη και αν η σωρευτική επίδραση στο επίπεδο του ΑΕΠ χρειάζεται περισσότερο χρόνο.