Χωρίς εμφανή σημάδια χαλάρωσης συνεχίζεται το sell off στις πιο αδύναμες αγορές ομολόγων της Ευρώπης, εντείνοντας τις πιέσεις προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εξηγήσει πώς θα συγκρατήσει τις μεγάλες αποκλίσεις που καταγράφονται στο κόστος δανεισμού μεταξύ διαφορετικών χωρών, μεταδίδει το Bloomberg.
Σημειώνεται ότι το χάσμα των αποδόσεων μεταξύ του 10ετούς ιταλικού ομολόγου και των αντίστοιχου γερμανικού συνέχισε να διευρύνεται για τρίτη συνεχόμενη ημέρα, φτάνοντας στις 226 μονάδες βάσης, στα υψηλότερα επίπεδα από τον Μάιο του 2020.
Η εξέλιξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα η απόκλιση – που αποτελεί βασικό δείκτη μέτρησης κινδύνου στην ευρωζώνη – να προσεγγίζει την περιοχή των 250 μονάδων βάσης.
Πρόκειται για ένα επίπεδο που κατά το παρελθόν έχει χαρακτηριστεί ως «επικίνδυνη ζώνη», επίπεδο που οι υπεύθυνοι είχαν προηγουμένως επισημάνει ως «επικίνδυνη ζώνη», που θα μπορούσε να πυροδοτήσει την ανάγκη για λήψη έκτακτων μέτρων από την πλευρά της ΕΚΤ.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ υπογράμμισε την Πέμπτη την αποφασιστικότητα των αξιωματούχων να σταματήσουν τον λεγόμενο «κατακερματισμό» εντός της ευρωζώνης, ανακοινώνοντας τα σχέδια για αύξηση των επιτοκίων αρχής γενομένης από τον Ιούλιο.
Δεν παρουσίασε ωστόσο κάποιο άλλο εργαλείο, όπως ένα νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων το οποίων ορισμένοι αναλυτές χαρακτηρίζουν απαραίτητο προκειμένου να αποτραπεί μια δυσανάλογη σύσφιξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών στις πιο υπερχρεωμένες οικονομίες της Μεσογείου, μετά την αύξηση των επιτοκίων.
Σύμφωνα με αναλυτή της Société Générale SA, «μια τέτοια ασαφής προσέγγιση για τη δημιουργία backstop στα spread σημαίνει ότι η ευρωπαϊκή αγορά κρατικών ομολόγων πρέπει πρώτα να μεταβεί σε κατάσταση κρίσηςμε διεύρυνση των spreads, προτού ενεργήσει η ΕΚΤ».
Η περίπτωση της Ελλάδας
Σημαντικό είναι το πλήγμα και το ελληνικό χρέος, που είναι ακόμη πιο ευάλωτο από το ιταλικό, επισημαίνεται στο δημοσίευμα του Bloomberg. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αυξήθηκε έως και 29 μονάδες βάσης στο 4,41%, στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιανουάριο του 2019.
Αν και μέχρι στιγμής οι κινήσεις χαρακτηρίζονται «συντεταγμένες», από αναλυτές της ING Groep NV, δεν είναι σαφές για πόσο καιρό θα συνεχιστεί αυτό εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ δεν λάβουν περαιτέρω μέτρα.
Ορισμένοι αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μία υπερβολική πίεση προς τα υπερχρεωμένα κράτη της ευρωζώνης, γεγονός που θα μπορούσε να ωθήσει την ΕΚΤ ακόμη και να διακόψει την αύξηση των επιτοκίων.
«Δεν έχει και πολύ νόημα η ΕΚΤ να αυξήσει επιθετικά τα επιτόκια, να προκαλέσει κατακερματισμό και μετά να εισάγει ένα νέο εργαλείο για την αντιμετώπισή του», υποστηρίζουν σχετικά αναλυτές της Citigroup.