Quantcast

Εθνική Τράπεζα: Κέρδη 622 εκατ. ευρώ το Α’ εξάμηνο 2021

Αύξηση κατά 34% σε ετήσια βάση

Τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες σε επίπεδο Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας ΕΤΕ+2,26% ανήλθαν σε 622 εκατ. ευρώ το Α’ εξάμηνο 2021, σημειώνοντας αύξηση κατά 34% σε ετήσια βάση, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση της τράπεζας.

Σε δήλωσή του, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, σημειώνει:

“Η διελκυστίνδα μεταξύ της μετάλλαξης Δέλτα και του προγράμματος εμβολιασμού συνεχίζεται, με τις προσδοκίες ότι, το τελευταίο θα πάρει οριστικά το προβάδισμα το φθινόπωρο, να ενισχύονται, καθώς το ποσοστό εμβολιασμού θα αγγίξει το ορόσημο του 70%. Στον τομέα της οικονομίας γίνεται κατανοητό ότι έρχονται καλύτερες μέρες και η εμπιστοσύνη κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα, οδηγώντας σε διψήφια ποσοστά ανάπτυξης της οικονομικής δραστηριότητας στα τελευταία τρία τρίμηνα του έτους.

Κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους και παρά τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στις μετακινήσεις στο μεγαλύτερο μέρος του, καταφέραμε να επιτύχουμε ισχυρά κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους 622 εκατ. ευρώ, αντανακλώντας την ανάκαμψη σε όλους τους βασικούς τομείς κερδοφορίας της τράπεζας, καθώς και τα ισχυρά κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις.

Χαρακτηριστικά, ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα μειώθηκε σε 51% το Β’ τρίμηνο 2021, ενώ τα καθαρά έσοδα από προμήθειες σημείωσαν αύξηση κατά 10% σε ετήσια βάση. Το σημαντικότερο είναι ότι, εξαιρώντας τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις και μετά από προβλέψεις, τα οργανικά κέρδη του Ομίλου εκτοξεύθηκαν κατά 58% σε ετήσια βάση, στα 208 εκατ ευρώ το Α’ εξάμηνο 2021, φέρνοντάς μας αισθητά κοντά στην επίτευξη του στόχου μας για επαναλαμβανόμενα ετήσια κέρδη ύψους 0,5 δισ. ευρώ, ήτοι απόδοση Ιδίων Κεφαλαίων της τάξεως του 9% περίπου για το επόμενο έτος.

Από πλευράς ποιότητας δανειακού χαρτοφυλακίου, η έκθεσή μας σε μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στην Ελλάδα μειώθηκε περαιτέρω στα 4 δισ. ευρώ ήτοι 12,8%, με τον δείκτη κάλυψης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από σωρευμένες προβλέψεις να αυξάνεται περαιτέρω σε ποσοστό 66,4%. Ο ρυθμός δημιουργίας νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων παρέμεινε αρνητικός, συντελώντας στη συνολική οργανική μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά 0,2 δισ. ευρώ στο Α’ εξάμηνο 2021, παρά τη λήξη όλων των προγραμμάτων διευκόλυνσης καταβολής οφειλών στο τέλος του 2020.

Πράγματι, η κατάσταση πληρωμών των ενήμερων πελατών που είχαν ενταχθεί στα εν λόγω προγράμματα, παραμένει σε πολύ καλά επίπεδα, καθώς μόνο το 3% παρουσιάζει καθυστέρηση πληρωμών άνω των 90 ημερών. Εξίσου σημαντικό είναι ότι, μόλις το 1% των ενήμερων πελατών που είχαν ενταχθεί σε προγράμματα διευκόλυνσης καταβολής οφειλών παρουσιάζει μία μικρή καθυστέρηση (άνω των 30 ημερών), εξέλιξη που ξεπερνά κατά πολύ τις προσδοκίες της τράπεζας. Ως αποτέλεσμα, έχουμε βάσιμες προσδοκίες ότι θα σημειώσουμε καλύτερη επίδοση έναντι του στόχου που έχουμε θέσει για το κόστος πιστωτικού κινδύνου της τράπεζας.

Όσον αφορά την κεφαλαιακή μας επάρκεια, από την αρχή του έτους βελτιώσαμε περαιτέρω την ήδη ισχυρή κεφαλαιακή μας θέση, με τον δείκτη CET1 και τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να ανέρχονται σε 16,0% και 17,0% αντίστοιχα. Η κεφαλαιακή μας θέση αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω κατά 170μ.β. περίπου, μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής Frontier και την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής.

Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, τα κονδύλια από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRF) σε συνδυασμό με τις περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη χώρα αναμένεται να οδηγήσουν σε εκτόξευση των επενδύσεων. Αξιοποιώντας το βελτιωμένο λειτουργικό μοντέλο της ΕΤΕ, όπως αναδείχτηκε από το επιτυχημένο Πρόγραμμα Μετασχηματισμού, που μόλις ολοκλήρωσε τον τρίτο έτος του, η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται σε προνομιακή θέση για να στηρίξει τους πελάτες της σε ένα περιβάλλον υψηλής και βιώσιμης ανάπτυξης, επιτυγχάνοντας έτσι τον στόχο να αναδειχθεί σε τράπεζα πρώτης επιλογής στην Ελλάδα. Ενόψει αυτών των θετικών προοπτικών, παραμένουμε προσηλωμένοι στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων μας για υψηλή κερδοφορία, μείωση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και κεφαλαιακή επάρκεια, παρέχοντας προστιθέμενη αξία στους πελάτες και τους μετόχους μας”.