ΕΛΣΤΑΤ: Μειώθηκαν 9,9% οι οικογενειακές δαπάνες

Η έρευνα αφορά το κόστος ζωής που πλέον επανέρχεται σε πρώτο πλάνο, λόγω των ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα

Μειώθηκαν οι δαπάνες των ελληνικών νοικοκυριών το 2020 σύμφωνα με έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών, τα αποτελέσμα της οποίας ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή.

 

Η έρευνα αφορά το κόστος ζωής που πλέον επανέρχεται σε πρώτο πλάνο, λόγω των ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα.

Η έρευνα διενεργήθηκε σε δείγμα 6.256 ιδιωτικών νοικοκυριών στο σύνολο της xώρας.

 

Τι δείχνει η έρευνα

Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, κατά το έτος 2020, ανήλθε στα 15.981,96 ευρώ (1.331,83 το μήνα), καταγράφοντας μείωση -9,9% σε σχέση με το έτος 2019.

Το 50% των νοικοκυριών δαπανούν περισσότερα από 1.080 ευρώ το μήνα.

Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούν το 19,8% του προϋπολογισμού τους κατά μέσο όρο για ενοίκιο.

Το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 58,2% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 29,0%.

Η υψηλότερη μέση ετήσια δαπάνη καταγράφηκε στην Περιφέρεια Αττικής και ανήλθε σε

18.401,52 ευρώ, ενώ η χαμηλότερη στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος και ανήλθε σε 11.193,24 ευρώ.

Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών το 2020 εμφανίζεται μειωμένη κατά -37,1% σε σύγκριση με το 2008.

Α. Μεταβολή της μέσης ετήσιας δαπάνης των νοικοκυριών

Συνολική ετήσια δαπάνη, μέση δαπάνη και μεταβολή σε τρέχουσες και σταθερές τιμές (2019):

 

Η συνολική ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών (αγορές), για το έτος 2020, ανήλθε στα 65.145.489,55 χιλιάδες ευρώ παρουσιάζοντας μείωση -9,95% σε σύγκριση με το έτος 2019.

Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, κατά το έτος 2020, ανήλθε σε 15.981,96 ευρώ (1.331,83 το μήνα), καταγράφοντας μείωση 9,9% (-1.756,68 ευρώ) σε σχέση με το 2019.

Σε πραγματικούς όρους, η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών μειώθηκε σε ποσοστό -7,8 % ή -1.348,70 ευρώ, λόγω της επίδρασης του πληθωρισμού, σύμφωνα με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του έτους 2019 (-2,3%)

Η μέση ετήσια δαπάνη για κάθε άτομο, το 2020, ανήλθε στα 6.255,60 ευρώ, καταγράφοντας μείωση -9,9% (-687,24 ευρώ ετησίως) σε σύγκριση με το 2019

Β. Βασικές διαπιστώσεις

Tο μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά:
στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (23,1%),

-στη στέγαση (15,3%) και

στις μεταφορές (12,3%), ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,5%) αντιστοιχεί στις υπηρεσίες αναψυχής και πολιτισμού.

Η μεγαλύτερη αρνητική ποσοστιαία μεταβολή δαπανών των νοικοκυριών, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2019), παρουσιάζετα κατά φθίνουσα κατάταξη, σε:

– αναψυχή και πολιτισμό (-36,4%),

– εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (-35,4%),

– είδη ένδυσης και υπόδησης (-27,4%), ενώ η μικρότερη αρνητική ποσοστιαία μεταβολή παρουσιάζεται στη στέγαση (-1,5%).

 

Αύξηση παρουσιάστηκε στις κατηγορίες:

– είδη διατροφής (4,2%),

– οινοπνευματώδη ποτά και καπνός ( 3,9%),

– εκπαίδευση (2,6%),

– υγεία (1,3%) και

– επικοινωνίες (0,8%)

Η μεγαλύτερη θετική μεταβολή στην ποσοστιαία συμμετοχή των διαφόρων δαπανών σε σταθερές τιμές 2020, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα του έτους 2019, παρατηρείται στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (2,5 ποσοστιαίες μονάδες), ενώ η μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση συμμετοχής στα εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (-3,3 ποσοστιαίες μονάδες)

Όσον αφορά στις δαπάνες για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2019), η μεγαλύτερη αύξηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), παρατηρείται στα παρακάτω είδη:

– καφές, τσάι και κακάο (9,3%)

– μεταλλικά νερά, αναψυκτικά, χυμοί (8,5%)

– φρούτα (8,1%)

– ζάχαρη, μαρμελάδες, μέλι, σιρόπια, σοκολάτα (6,7%)

– λοιπά είδη διατροφής (6,3%)

– λαχανικά (5,9%), ενώ η μικρότερη αύξηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), παρατηρείται στα γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά (1,1%).

Σε καμία βασική κατηγορία ειδών διατροφής και μη οινοπνευματωδών ποτών δεν καταγράφηκε μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές).