Πιστός στις σχέσεις εμπιστοσύνης που έχει οικοδομήσει με φορολογικούς παραδείσους φαίνεται ότι παραμένει ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας.
Σύμφωνα με έκθεση του νεότευκτου Παρατηρητηρίου της Ε.Ε. για τη Φορολογία, «παρά την αυξανόμενη προβολή αυτών των ζητημάτων στο δημόσιο διάλογο και στον χώρο της διαμόρφωσης πολιτικής, οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν έχουν μειώσει σημαντικά τη χρήση των φορολογικών παραδείσων από το 2014».
Σύμφωνα με την Καθημερινή, οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν ότι για να αλλάξουν συμπεριφορά οι τράπεζες «μπορεί να είναι αναγκαίες πιο φιλόδοξες πρωτοβουλίες – όπως ένας παγκόσμιος ελάχιστος φορολογικός συντελεστής ύψους 25%».
Οι 36 συστημικές ευρωπαϊκές τράπεζες που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της έρευνας για την έκθεση (μεταξύ των οποίων καμία ελληνική) αθροιστικά εγγράφουν 20 δισ. ευρώ σε κέρδη ετησίως (το 14% του συνόλου) σε 17 φορολογικούς παραδείσους, με το ποσοστό αυτό να παραμένει σταθερό μεταξύ του 2014-2020.
Το ποσοστό του προσωπικού τους που απασχολείται στους φορολογικούς αυτούς παραδείσους είναι μόλις 4%. Συνολικά 16 τράπεζες μείωσαν την παρουσία τους σε φορολογικούς παραδείσους κατά την περίοδο υπό ανάλυση, κατά έναν μέσο όρο επτά ποσοστιαίων μονάδων. Αντίθετα, οκτώ τράπεζες ενίσχυσαν τη φορολογική παρουσία τους στις επίμαχες δικαιοδοσίες, κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες (μέσος όρος). Υπενθυμίζεται ότι το 2015 επιβλήθηκε για πρώτη φορά η υποχρέωση δημοσιοποίησης των δικαιοδοσιών όπου εγγράφονται τα κέρδη των τραπεζών (country-by-country reporting).
Εννέα τράπεζες δεν έκαναν καθόλου (ή σχεδόν καθόλου) χρήση φορολογικών παραδείσων για να μειώσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. H πιο ένθερμη φίλη των φορολογικών παραδείσων στην περίοδο υπό ανάλυση ήταν η HSBC, που ενέγραψε το 58% των κερδών της εκεί. Ακολουθεί με 56% η πολύπαθη ιταλική Monte dei Paschi, που εθνικοποιήθηκε το 2017, ενώ τέταρτη με 28% είναι η Deutsche Bank.
Συνολικά, όπως αναφέρει η έκθεση, το 25% των κερδών των 36 συστημικών τραπεζών εγγράφηκε σε δικαιοδοσίες με φορολογικό συντελεστή χαμηλότερο του 15%. Ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής επτά εκ των τραπεζών ήταν κάτω από 15%. Πρόκειται για τις: HSBC, Barclays, Royal Bank of Scotland, Bayern LB, Nord LB, KBC, Intesa Sanpaolo.
Οι συντάκτες της έκθεσης υπολόγισαν πόσο θα αυξάνονταν τα φορολογικά έσοδα αν όλα τα κέρδη των τραπεζών φορολογούνταν στο επίπεδο του 15% – τον ελάχιστο συντελεστή για την εταιρική φορολογία στον οποίο συμφώνησαν περισσότερες από 130 χώρες τον περασμένο Ιούλιο. Σύμφωνα με την έκθεση, αν οι χώρες στις οποίες εδρεύουν οι τράπεζες συνέλεγαν τη διαφορά μεταξύ του φορολογικού συντελεστή που πληρώνουν οι τράπεζες στους φορολογικούς παραδείσους με τους οποίους συνεργάζονται και του 15%, τα επιπλέον φορολογικά έσοδα ετησίως θα ήταν 3-5 δισ. ευρώ. Αν ο ελάχιστος συντελεστής ήταν 25%, τα επιπλέον έσοδα θα ήταν 10-13 δισ. ευρώ.
Οι 17 δικαιοδοσίες που χαρακτηρίζονται φορολογικοί παράδεισοι του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα βάσει των συναλλαγών τους με τις 36 τράπεζες περιλαμβάνουν τρία κράτη-μέλη της Ε.Ε. (Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Μάλτα), καθώς και τα Νησιά Κέιμαν, τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, το Γκέρνσι, το Χονγκ Κονγκ, τις Μπαχάμες, τη Βερμούδα, το Γιβραλτάρ, το Μακάο, το Κουβέιτ, τον Παναμά, το Κατάρ, το Τζέρσεϊ, τη Νήσο του Μαν και τον Μαυρίκιο. Τα κέρδη ανά εργαζόμενο των τραπεζών στις δικαιοδοσίες αυτές είναι σημαντικά υψηλότερα από τον μέσο όρο στην εγχώρια αγορά και σε ξένες αγορές που δεν είναι φορολογικοί παράδεισοι, υποδηλώνοντας ότι η δηλωθείσα κερδοφορία σε αυτές δεν συνδέεται με πραγματική οικονομική δραστηριότητα. Οι φορολογικοί συντελεστές στις δικαιοδοσίες αυτές κυμαίνονται από 15% (στο Λουξεμβούργο) έως μηδέν (Βερμούδα, Παναμάς, Βρετανικές Παρθένες Νήσοι, Νησιά Κέιμαν).