Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αποφάσισε να συνεχίσει να επιτρέπει στις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες της Ευρωζώνης να δέχονται ως αποδεκτά ελληνικά κρατικά ομόλογα, που δεν πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις πιστωτικής ποιότητας του Ευρωσυστήματος, αλλά πληρούν όλα τα άλλα ισχύοντα κριτήρια καταλληλότητας, για τουλάχιστον όσο συνεχίζονται οι επανεπενδύσεις των ελληνικών κυβερνητικών ομολόγων στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP).
Αυτό ανακοίνωσε την Πέμπτη η ΕΚΤ στο πλαίσιο της γνωστοποίησης του χρονοδιαγράμματος σταδιακής εξόδου από τα έκτακτα μέτρα που έλαβε τον Απρίλιο 2020 για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Αυτή η σταδιακή κατάργηση των έκτακτων μέτρων περιλαμβάνει τρία βήματα:
Από τις 8 Ιουλίου 2022 μειώνεται στο μισό η προσωρινή μείωση στην αποτίμηση των τίτλων που δέχεται ως εχέγγυα, από το τρέχον 20% στο 10%. Δεύτερον, δεν θα διατηρηθεί η επιλεξιμότητα τίτλων που εκπληρούσαν τις προϋποθέσεις πιστοληπτικής αξιολόγησης στις 7 Απριλίου 2020 αλλά οι αξιολογήσεις τους επιδεινώθηκαν κάτω από το μίνιμουμ αποδεκτό επίπεδο στη συνέχεια. Τρίτον, θα επανατεθεί το όριο έκδοσης ανασφάλιστου χρέους από τραπεζικό όμιλο από το 10% στο 2,5, όπως ήταν πριν τον Απρίλιο του 2020.
Τον Ιούνιο του 2023, η ΕΚΤ θα εφαρμόσει ένα νέο «κούρεμα» στα εχέγγυα, με βάση το επίπεδο ανοχής που υπήρχε προ του πανδημικού κινδύνου, καταργώντας σταδιακά τη γενική μείωση κατά 10% που ισχύει για τις αποτιμήσεις των εξασφαλίσεων.
Τον Μάρτιο του 2024 η ΕΚΤ θα απομακρύνει όλα τα μέτρα χαλάρωσης λόγω τη πανδημίας που είχαν τεθεί όσον αφορά στους τίτλους που κατατίθενται ως εχέγγυα για χρηματοδότηση.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, αυτή η σταδιακή κατάργηση των έκτακτων μέτρων δίνει αρκετό χρόνο στους αντισυμβαλλομένους του Ευρωσυστήματος να προσαρμοστούν.