Την Πέμπτη η ΕΚΤ ανέβασε κατά 0,5% ακόμη το βασικό επιτόκιο, ως αναμενόταν, ως αντίμετρο κατά του πληθωρισμού, ενώ το ίδιο αναμένεται να πράξει και τον Μάρτιο. Κατά την Frankfurter Allgemeine Zeitung “πρόκειται για την κατάλληλη απάντηση σε έναν πληθωρισμό που παραμένει υπερβολικά υψηλός, ακόμη και αν είναι πιθανό να μειωθεί λίγο τους επόμενους μήνες, καθώς υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος για να επιτευχθεί ο στόχος του 2%. Ωστόσο, οι προοπτικές των επιτοκίων μετά τον Μάρτιο είναι ομιχλώδεις […] Η ΕΚΤ ορθώς ακολούθησε μια πιο αντιπληθωριστική πολιτική τους τελευταίους μήνες, όμως παραμένει η ευρέως διαδεδομένη αμφιβολία σχετικά με το εάν μια τέτοια πολιτική θα υποστηριχθεί σε μόνιμη βάση από το Συμβούλιο της Κεντρικής Τράπεζας. Εάν παγιωθεί η εντύπωση πως η ΕΚΤ αρχίζει να αμφιταλαντεύεται στον αγώνα της κατά του πληθωρισμού με την πρώτη ευκαιρία, η καταπολέμηση του πληθωρισμού θα γίνει πιο δαπανηρή από ό,τι χρειάζεται”.
“Είναι σαφές ότι ο πληθωρισμός τίθεται όλο και περισσότερο υπό έλεγχο και πως η νομισματική πολιτική λειτουργεί”, σχολιάζει η Handelsblatt, προειδοποιώντας όμως ακόμη πως “τώρα είναι σημαντικό να περιοριστούν τα ρίσκα στην τελική ευθεία. […] Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι τώρα είναι αφ’ ενός μεν μια ενδεχόμενη αναζωπύρωση του πληθωρισμού, αφ’ ετέρου δε η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και η επιγενόμενη ύφεση. Η λογική πορεία δράσης σε αυτήν τη συνθήκη θα ήταν η πιο αργή αύξηση των επιτοκίων απ’ ό,τι προηγουμένως, με ταυτόχρονη διατήρηση των αγορών υπό έλεγχο, διότι η υπερβολική αισιοδοξία για τα ομόλογα και τις μετοχές σημαίνει αντίθετα χαλαρότερες συνθήκες χρηματοδότησης, γεγονός που ουσιαστικά ακυρώνει την ακόμη αναγκαία αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής”, καταλήγει η οικονομική εφημερίδα.
Μόνο από κοινού η ένταξη Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ
Η πρωθυπουργός της Φινλανδίας ανακοίνωσε πως το ενδεχόμενο ένταξης της χώρας στο ΝΑΤΟ δίχως τη Σουηδία αποκλείεται. “Ενώ η κυβέρνηση στο Ελσίνκι τονίζει ότι θέλει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ μαζί με τη Σουηδία, το κλίμα στον πληθυσμό είναι διαφορετικό”, παρατηρεί η Handelsblatt. “Μια έρευνα που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Ilta-Sanomat” έδειξε ότι το 53% τάσσεται υπέρ της ένταξης στη Συμμαχία ανεξαρτήτως από τη Σουηδίας. Την περασμένη εβδομάδα, ο Φινλανδός υπ. Εξωτερικών προκάλεσε σύγχυση, όταν δήλωσε πως δεν αποκλείεται η Φινλανδία να ενταχθεί και μόνη της στο ΝΑΤΟ. Λίγο αργότερα επανήλθε και είπε ότι η κοινή ένταξη εξακολουθεί να είναι ο στόχος. […] Πάντως, η στάση της Τουρκίας είναι απίθανο να αλλάξει, ακόμη κι αν ο Ερντογάν δεν επανεκλεγεί, καθώς μεγάλο μέρος της τουρκικής αντιπολίτευσης συντάσσεται με την κυβέρνηση σε αυτό το ζήτημα”.
Η Süddeutsche Zeitung επισημαίνει πως “αυτό που πάντα κρύβει ο Ερντογάν στους απειλητικούς μονολόγους του είναι ότι, τον περασμένο Ιούνιο, η Σουηδία και η Φινλανδία σύνηψαν μνημόνιο με την Τουρκία,με το οποίο οι δύο χώρες προχωρούν σε μεγάλο βαθμό προς την κατεύθυνση της διευκόλυνσης της τουρκικής κυβέρνησης στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και τη μελλοντική αστυνομική συνεργασία […] Τέλος, οι σχέσεις Σουηδίας-Τουρκίας βρίσκονται σε ιστορικό ναδίρ τις τελευταίες εβδομάδες. Μάλιστα, η κατάσταση θα μπορούσε να κορυφωθεί περαιτέρω: ο ακροδεξιός εξτρεμιστής Πάλουνταν ανακοίνωσε ότι στο εξής θα καίει ένα Κοράνι κάθε Παρασκευή – κάθε φορά μπροστά από την τουρκική πρεσβεία στην Κοπεγχάγη. Ο Πάλουνταν ζει στη Δανία, όμως για τα τουρκικά ΜΜΕ, που πρόσκεινται στον Ερντογάν, εξακολουθεί να είναι ο Σουηδός που μισεί το Ισλάμ”, σημειώνει η SZ.
“Μακρύς ο δρόμος για την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ”
Για πρώτη φορά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι ηγέτες της ΕΕ συναντώνται και πάλι σε Σύνοδο Κορυφής με την κυβέρνηση του Κιέβου, ταξιδεύοντας για πρώτη φορά σε εμπόλεμη ζώνη. “Η επίσκεψη έχει συμβολικό χαρακτήρα-ένα μήνυμα, δύο παραλήπτες”, σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung. “Πρώτον, στην επέτειο της επίθεσης, η Μόσχα θα πρέπει να δει ότι η ΕΕ στέκεται σταθερά στο πλευρό της χώρας που δέχθηκε την εισβολή. Από την άλλη πλευρά, οι Ουκρανοί πρέπει να δουν πως η Ευρώπη δεν τους εγκαταλείπει.
Κανένα από τα δύο δεν ήταν δεδομένο τον Φεβρουάριο του 2022. Η Ευρώπη, αν και με κάποιες εξαιρέσεις, έχει απαντήσει στη Ρωσία με μετρημένο και αποφασιστικό τρόπο, δείχνοντας ταυτοχρόνως αλληλεγγύη προς τους Ουκρανούς”.
Παρ’ όλα αυτά, για την εφημερίδα του Μονάχου υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη για την ένταξη της Ουκρανίας στην Ένωση. “Η ΕΕ αποδέχτηκε επίσημα την Ουκρανία ως υποψήφια χώρα τον περασμένο Ιούνιο, ωστόσο, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, είναι απίθανο να ενταχθεί στην Ένωση πριν από την επόμενη δεκαετία. Ο λόγος είναι οι πολυάριθμες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται, ακόμη και για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, όπως η διαδικασία επιλογής των Ουκρανών συνταγματικών δικαστών, η καταπολέμηση της διαφθοράς -ιδίως σε ανώτερο επίπεδ, αλλά και ο περιορισμός της υπερβολικής επιρροής των ολιγαρχών. […] Κάποιοι στο Κίεβο πιστεύουν προφανώς ότι υπάρχει ένα είδος fast-track διαδικασίας ένταξης, όπου μπορεί να παραγνωριστεί η μία ή η άλλη παράμετρος. Όμως αυτό είναι μια ψευδαίσθηση”.