Quantcast

ΕΕΝΕ: Γενναία έκπτωση στο μη-μισθολογικό κόστος με επένδυση στις ψηφιακές δεξιότητες

Στην 7η ετήσια διάσκεψη της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών (ΕΝΕΕ) μίλησε ο αντιπρόεδρος της Ένωσης και πρόεδρος του EFA Group, Κρίστιαν Χατζημηνάς

Στην εκδήλωση που έχει ως γενικό «Επιχειρηματικότητα 2.0 για την Ελλάδα 2.0» και πραγματοποιείται υβριδικά στο Ξενοδοχείο King George, στο Σύνταγμα, ο κ. Χατζημηνάς αναφέρθηκε στις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη στην Ελλάδα. Μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στην ανάγκη μείωσης του μη μισθολογικού κόστους, στην επένδυση στις ψηφιακές δεξιότητες, στην βελτίωση της ταχύτητας στην απονομή της δικαιοσύνης καθώς και στα κόκκινα δάνεια.

«Στη σημερινή μας συνδιάσκεψη η οποία γίνεται κάθε χρόνο διαπραγματευόμαστε και συζητάμε για το θέμα της επιχειρηματικότητας και τα τελευταία εναπομείναντα εμπόδια για την ανάπτυξη του ΑΕΠ της χώρας. Η σημερινή συνδιάσκεψη έχει στόχο και σκοπό να τιμήσει τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα οι οποίοι και οι οποίες έχουν φέρει το βάρος της ανάκαμψης και το ξεπέρασμα από την κρίση», δήλωσε μιλώντας στην κάμερα στην κάμερα του Αθηναϊκού και Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων στο πλαίσιο της 7ης Ετήσιας Οικονομικής Διάσκεψης της ΕΕΝΕ ο Κρίστιαν Χατζημηνάς, αντιπρόεδρος ΕΕΝΕ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών (ΕΕΝΕ) Dr Βασίλης Απόστολόπουλος, αναφέρθηκε στον σημαντικό ρόλο που καλείται να διαδραματίσει σήμερα η ελληνική επιχειρηματικότητα, τόσο μέσα από τη δράση, τις πρωτοβουλίες και το ρίσκο που πρέπει να αναλάβει, όσο και μέσα από την αλλαγή κουλτούρας και τρόπου σκέψης που χρειάζεται για να εμπνεύσει.

Ο κ. Χατζημηνάς στην ομιλία του ανέφερε:

«Ο Πρόεδρός μας, έθεσε σωστά το πλαίσιο μέσα στο οποίο πιστεύουμε ως ΕΕΝΕ, ότι πρέπει να κινηθεί η επιχειρηματικότητα. Όλες οι δράσεις μας στην ΕΕΝΕ αυτό το πλαίσιο υπηρετούν πάντα και συνοδεύονται με την κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων. Η φετινή μας συνδιάσκεψη έχει ως στόχο να διαπραγματευτεί αυτήν την επιχειρηματικότητα και πως μπορούμε να αντιμετωπίσουμε καίρια όλα τα εναπομείναντα εμπόδια που φρενάρουν περαιτέρω την αναπτυξιακή πορεία της πατρίδας μας.

Πάνω από όλα να τιμήσει και να αναδείξει τον σημαντικότερο παράγοντα ανάπτυξης, τον πλούτο κάθε χώρας που δεν είναι τίποτα άλλο από το Ανθρώπινο Δυναμικό μας.

Φέτος, τιμούμε κυρίως τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα των οποίων η παραγωγικότητα, εν σχέσει πάντα με τους υφιστάμενους μισθούς που αναγκαστικά η κρίση έπληξε καίρια, έχει χτυπήσει ταβάνι. Μπορεί να σας φαίνεται περίεργο αυτό που λέω , αλλά αν πάτε σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης, με μικρές εξαιρέσεις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, δεν θα συναντήσετε τέτοια παραγωγικότητα στους εργαζόμενους, και βέβαια φιλότιμο και προσπάθεια. Αυτή η παραγωγικότητα έχει φτάσει πια στα όρια της, πάντα σε σχέση με τους υφιστάμενους μισθούς, λόγω κάποιων συγκεκριμένων παραγόντων τους οποίους θα αναλύσουμε περαιτέρω.

Εμείς ως επιχειρηματίες και βέβαια το κράτος, οφείλουμε να βοηθήσουμε κυρίως τα νέα παιδιά (και όχι μόνο) να ανεβάσουν το χαμηλό εισόδημα τους των 650 και 750 ευρώ, των 1.000 ευρώ και πιο πάνω, μέσω περαιτέρω αύξησης της παραγωγικότητας. Ο πρώτος ανασταλτικός παράγοντας είναι, όπως έχουμε αναφέρει ξανά, το μη μισθολογικό κόστος.

Αυτό πρέπει να χτυπηθεί καίρια, μέσα στο πλαίσιο βέβαια μιας δημοσιονομικής πειθαρχίας, με μια στρατηγική όμως όχι μόνο top down (από πάνω προς τα κάτω), αλλά και με μια bottoms up (από κάτω προς τα πάνω) με αιχμή του δόρατος, εκτός των άλλων, την πολυσυζητημένη ψηφιοποίηση, που πρέπει ταυτόχρονα να υποστηρίζει την επανεκπαίδευση σε ψηφιακές δεξιότητες. Τι εννοούμε και γιατί συσχετίζουμε το μη μισθολογικό κόστος με προγράμματα ψηφιοποίησης από κάτω προς τα πάνω;

H E.E. και η Κυβέρνηση σχεδιάζουν σωστά προγράμματα επέκτασης ψηφιοποίησης και σχετικής επανεκπαίδευσης. Για να μην δημιουργήσουμε όμως κάποια φαινόμενα όπως παλιά, όπου τα πράγματα γινόντουσαν απλά για να γίνονται, τα προγράμματα αυτά πρέπει να είναι συνυφασμένα με τις πραγματικές ανάγκες των επιχειρήσεων και κάποια άμεσα εισοδηματικά οφέλη και στους εργαζόμενους που θα επενδύσουν αναγκαστικά και προσωπικό χρόνο, αλλά και στις επιχειρήσεις που θα επενδύσουν στον τομέα αυτόν. Εξάλλου η αύξηση της παραγωγικότητας θα φέρει αποτελέσματα σταδιακά».