Η απόφαση του Κρεμλίνου να εισβάλει στην Ουκρανία ναι μεν καθιστά απαραίτητη την απεξάρτηση της Ευρώπης από τον ορυκτό πλούτο της Ρωσίας, πλην όμως η μετάβαση σε εναλλακτικές και ειδικότερα ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) είναι μια πιο περίπλοκη και χρονοβόρα υπόθεση απ΄ όσο θα ήλπιζαν οι κυβερνώντες στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιδεινώνει τις καθυστερήσεις στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες που προϋπήρχαν από την αρχή της πανδημίας της νόσου Covid-19, και κλιμακώνει τις υφιστάμενες ανατιμήσεις στα βιομηχανικά μέταλλα.
Το κόστος ηλεκτροδότησης από ΑΠΕ μειώθηκε
Μολονότι δεν έχει ακόμη επιλυθεί πλήρως το ζήτημα αποθήκευσης ενέργειας από ΑΠΕ, η χρήση τους έχει επεκταθεί εδώ και μια δεκαετία μαζί με την ανάπτυξη των απαραίτητων υποδομών. Ως αποτέλεσμα το κόστος ηλεκτροδότησης από ΑΠΕ μειώθηκε και έτσι έγινε ελκυστικότερο, μια θετική εξέλιξη για την ενεργειακή μετάβαση σε πράσινες μορφές ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών ρύπων.
Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας αναλύσεων Our World in Data, το κόστος ηλιακής ενέργειας ανά μεγαβατώρα ανέρχονταν, κατά μέσον όρο, στα 378 δολάρια το 2010, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι επιδοτήσεις που ενδεχομένως να ίσχυαν σε ορισμένες περιοχές του κόσμου. Μέχρι το 2019, το κόστος αυτό είχε υποχωρήσει στα 68 δολάρια ανά μεγαβατώρα, δηλαδή ήταν χαμηλότερο από την πυρηνική ενέργεια, όπως παρατηρείται σε σχετικό άρθρο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ. Η παράκτια παραγωγή αιολικής ενέργειας κόστιζε 96 δολάρια ανά μεγαβατώρα το 2010 και το 2019 είχε μειωθεί στα 53 δολάρια. Και η υπεράκτια παραγωγή έφθανε, αντίστοιχα, τα 162 δολάρια για να υποχωρήσει στα 109 δολάρια μέσα στο ίδιο διάστημα.
Σήμερα, όπως συμβαίνει σε διάφορους κλάδους της παγκόσμιας οικονομίας, τα έργα των ΑΠΕ θα ενσωματώνουν υψηλότερο κόστος από την αλματώδη άνοδο των τιμών στην ενέργεια και στα βιομηχανικά μέταλλα. Οι τιμές στο αλουμίνιο, τον χαλκό και τον ψευδάργυρο, τα οποία είναι αναγκαία στις υποδομές των ΑΠΕ, κινούνται στα υψηλά ετών από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Την ίδια ώρα επιτείνεται η αύξηση των ναύλων. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επηρεάζει τα δρομολόγια στη Μαύρη Θάλασσα, τη Ρουμανία, την Ουκρανία και τη Ρωσία, με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται η συμφόρηση των εφοδιαστικών αλυσίδων που ξεκίνησε από την πανδημία.
Αυξημένες δαπάνες ιδιαίτερα αισθητές στις ΗΠΑ
Όπως διαπιστώνεται σε σχετικό δημοσίευμα της Wall Street Journal, αυτές οι αυξημένες δαπάνες είναι ιδιαίτερα αισθητές στις ΗΠΑ διότι το κόστος αρκετών έργων ήταν προ πολλού υψηλό λόγω των δασμών που είχαν επιβληθεί εις βάρος εισαγωγών από την Κίνα. Στην Ευρώπη, η απεξάρτηση από το ρωσικό ορυκτό πλούτο, αν και απαραίτητη, είναι ηράκλειο εγχείρημα. Η Ε.Ε εισάγει το 40% του φυσικού αερίου, το 25% του πετρελαίου και το 45% του άνθρακα από τη Ρωσία. Συν τους άλλοις, η Ρωσία αναλογεί στο 6% της παγκόσμιας προσφοράς αλουμινίου.
Οπότε η επέκταση των υποδομών ΑΠΕ αποτελεί μια πρόκληση σε αυτήν την ενεργειακή μετάβαση. Η γερμανική βιομηχανία αλουμινίου Trimet ανακοίνωσε πως θα μειώσει την παραγωγή κατά το ήμισυ στο βασικό εργοστάσιο της Έσσης μέσα στις επόμενες εβδομάδες λόγω του υψηλού κόστους ενέργειας. «Η ζήτηση για αλουμίνιο έχει αυξηθεί σε παγκόσμιο επίπεδο ενώ υπάρχει έλλειμμα στην προσφορά, μια κατάσταση που θα διατηρήσει σε υψηλά επίπεδα τις τιμές του μετάλλου» δήλωσε στο πρακτορείο Reuters ο Κάναλ Σόνεϊ, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ερευνών Kalkine.
Όμως η πολιτική βούληση στην Ε.Ε φαίνεται να είναι ισχυρή. Στην τελευταία συνάντηση των υπουργών Περιβάλλοντος της Ε.Ε, η αρμόδια επίτροπος, Μπάρμπαρα Πομπίλι, δήλωσε «το διεθνές περιβάλλον έχει αλλάξει δραματικά». Πρόσθεσε στη συνέχεια πως «κάθε φορά που εφοδιάζουμε τα αυτοκίνητα μας με πετρέλαιο ντίζελ και θερμαίνουμε τα σπίτια μας με ρωσικό φυσικό αέριο, παρέχουμε πόρους στην πολεμική μηχανή του Πούτιν και αυτό πρέπει να σταματήσει».
Πηγή: powergame.gr