Quantcast

Economist: Ποιες χώρες έχουν δεσμευτεί να παράσχουν τη μεγαλύτερη βοήθεια στην Ουκρανία

Οι μικρές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης υπήρξαν ιδιαίτερα γενναιόδωρες

Στη Ρωσία, ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν έχει πολλά να επιδείξει για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο πόλεμος τού έχει κοστίσει τον θάνατο χιλιάδων στρατιωτών του και έχει καταστήσει εμφανείς τις σοβαρές ελλείψεις στις ένοπλες δυνάμεις της  χώρας του.

Επιπλέον, ο Πούτιν ώθησε τις δυτικές χώρες να σχηματίσουν ένα ενιαίο μέτωπο και να παράσχουν βοήθεια στην Ουκρανία. Η συνολική διμερής βοήθεια από τις κυβερνήσεις της G7, τα κράτη μέλη της ΕΕ και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ανέρχεται τώρα σε 27 δισ. ευρώ (29 δισ. δολάρια), σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε στις 2 Μαΐου το Ινστιτούτο του Kiel για την Παγκόσμια Οικονομία, δεξαμενή σκέψης (think-tank).

Συνολικά, τα κράτη – μέλη της ΕΕ, το Συμβούλιο και η Επιτροπή της ΕΕ, και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ήταν οι πιο γενναιόδωροι, δεσμεύοντας συνολικά, από τις 23 Απριλίου, περισσότερα από 12 δισ. ευρώ για την κυβέρνηση της Ουκρανίας.

Και η Αμερική, όμως, ήταν αρκετά γενναιόδωρη. Έχει υποσχεθεί την παροχή περίπου 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ένα ποσό που θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 33 δισεκατομμύρια δολάρια, εάν το Κογκρέσο ικανοποιήσει το τελευταίο αίτημα του Λευκού Οίκου για στρατιωτική, οικονομική και ανθρωπιστική βοήθεια.

Η Αμερική υπήρξε επί μακρόν ο κύριος δωρητής δολαρίων στην Ουκρανία. Μεταξύ του 2014, όταν η Ρωσία εισέβαλε για πρώτη φορά στην ανατολική Ουκρανία και προσάρτησε την Κριμαία, και του 2021, παρείχε περισσότερα από 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια για την προαγωγή της ασφαλείας.

Φέτος, έχει ήδη δεσμεύσει περισσότερα από 4 δισεκατομμύρια δολάρια για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας (όπως δάνεια ή επιχορηγήσεις για την αγορά όπλων), περισσότερο από οποιαδήποτε χώρα στην ΕΕ ή την G7, και σχεδόν όσο και οι άλλες πέντε κορυφαίες χώρες – η Πολωνία, η Γερμανία, η Βρετανία και ο Καναδάς – συνδυαστικά. Το ποσό συνολικά ανέρχεται σε περίπου 4,5 δισ. δολάρια.

Ωστόσο, ως μερίδιο της οικονομίας της, η δέσμευση της Αμερικής ωχριά μπροστά σε εκείνες των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες φαίνονται ιδιαίτερα πρόθυμες να περιορίσουν την πρόοδο το Πούτιν.

Ως ποσοστό του ΑΕΠ, η Εσθονία – η οικονομία της οποίας αντιστοιχεί σε μόλις 0,1% του μεγέθους της Αμερικής – ήταν συντριπτικά η πιο γενναιόδωρη, υποσχόμενη 0,8% της παραγωγής της στην Ουκρανία. Άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, μεταξύ των οποίων η Λετονία, η Πολωνία, η Σλοβακία, η Λιθουανία έχουν δεσμεύσει το 0,2% με 0,7% του ΑΕΠ τους. Με βάση τη μέτρηση αυτή, η συνεισφορά της Αμερικής ανέρχεται σε 0,05%.

Υπάρχουν, όμως, περιορισμοί στη βάση δεδομένων. Πρώτον, δεν λαμβάνει υπόψη τις ιδιωτικές δωρεές ή την κρατική βοήθεια προς διεθνείς οργανισμούς.

Σε ορισμένες χώρες αυτό δημιουργεί σημαντικό κενό στα δεδομένα. Για παράδειγμα, στη Γερμανία, οι ιδιωτικές δωρεές για ανθρωπιστική βοήθεια υπερέβαιναν ήδη τα 630 εκατομμύρια ευρώ, τον Μάρτιο, ποσό που ήταν υψηλότερο από το ποσό της ανθρωπιστικής βοήθειας προς την Ουκρανία και τις γειτονικές της χώρες, το οποίο είχε υποσχεθεί ο Όλαφ Σολτς, καγκελάριος, στις 24 Μαρτίου.

Δεύτερον, δεν λαμβάνει υπόψη τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την υποδοχή προσφύγων από χώρες όπως η Πολωνία, η οποία έχει υποδεχθεί περισσότερους από 3 εκατομμύρια πρόσφυγες, ήδη από την έναρξη του πολέμου. Τρίτον, ορισμένες χώρες έχουν σταματήσει να δηλώνουν δημοσίως τι στέλνουν στην Ουκρανία, ώστε να μην προκαλέσουν την οργή της Ρωσίας ή να μην συμβάλλουν, με τον τρόπο αυτό, στις επόμενες στρατιωτικές κινήσεις της χώρας.

Αυτό που είναι σαφές από τα δεδομένα, ωστόσο, είναι ότι η Δύση έχει συγκεντρώσει ένα σημαντικό ποσό οικονομικής, ανθρωπιστικής και στρατιωτικής βοήθειας για την Ουκρανία, ώστε να την βοηθήσει να αμυνθεί από την εισβολή της Ρωσίας. Κηρύσσοντας τον πόλεμο, ο Πούτιν έχει περικυκλώσει τη χώρα του με εχθρικούς γείτονες, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να βάλουν το χέρι τους βαθιά στην τσέπη.