Quantcast

Δύο νέες τάσεις κερδίζουν έδαφος στο εγχώριο real estate

Ο ρόλος του ηλεκτρονικού εμπορίου

Αποθηκευτικοί χώροι εντός των μεγάλων αστικών κέντρων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά και κέντρα επεξεργασίας μεγάλου όγκου δεδομένων (data centers), αναμένεται να αποτελέσουν τις δύο νέες τάσεις στο εγχώριο real estate.

 

 

 

Αν το 2021 χαρακτηρίστηκε από την είσοδο των μεγάλων «παικτών» του κλάδου στις πολυτελείς κατοικίες το 2022 εκτιμάται ότι θα διευρύνει ακόμα περισσότερο τα εγχώρια χαρτοφυλάκια ακινήτων με ακίνητα νέων χαρακτηριστικών και κατηγοριών, καθώς η ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά.

Ο ρόλος του ηλεκτρονικού εμπορίου

Μετά την εκτίναξη του ηλεκτρονικού εμπορίου το 2020 λόγω της πανδημίας, αλλά και τη διατήρηση υψηλών μεγεθών και φέτος, καθίσταται πλέον σαφές ότι οι ανάγκες για αποθηκευτικές εγκαταστάσεις εντός των αστικών κέντρων, θα εκτιναχθούν.

Πρόκειται βέβαια για μια πρόκληση, καθώς είναι δύσκολο να βρεθούν τα κατάλληλα ακίνητα κι ακόμα δυσκολότερο να αναπτυχθούν νέα, λόγω της απουσίας κενών χώρων.

Ωστόσο, στελέχη της αγοράς ακινήτων, όπως ο κ. Χρήστος Κάκκαβας, Capital Market & Corporate Solutions της Athens Economics – JLL, αναμένουν την ανάπτυξη των υπηρεσιών του «τελευταίου μιλιού» και στην ελληνική αγορά.

Πρόκειται για το σκέλος εκείνο που αφορά στην τελική στάση ενός προϊόντος, πριν φτάσει στον τελικό του παραλήπτη. Με το να διαθέτει ένας όμιλος μεταφορών ή μια εμπορική αλυσίδα αποθήκες πιο κοντά στους πελάτες της, εξοικονομεί σημαντικό χρόνο και κατορθώνει να προσφέρει αμεσότερες υπηρεσίες αποστολής και εξυπηρέτησης, όπως επίσης και να διευρύνει την «βεντάλια» των υπηρεσιών της, π.χ. εντάσσοντας κι άλλα προϊόντα στο ηλεκτρονικό της κατάστημα.

Μία νέα τάση

Σύμφωνα με τον κ. Κάκκαβα, «πρόκειται για μια νέα τάση στην Ελλάδα και ασφαλώς υπάρχει δυσκολία στο να βρεθούν χώροι. Περιοχές, όπως ο Βοτανικός, ή ο άξονας της Λ. Κηφισού θα αποτελούσαν ιδανικούς υποδοχείς τέτοιων ακινήτων. Ωστόσο, απαιτούνται και νομοθετικές πρωτοβουλίες, ώστε να διευκολυνθεί η ανάπτυξη τέτοιων ακινήτων» σημειώνει ο κ. Κάκκαβας.

Πάντως, κατά τον ίδιο, αν αναπτύσσονταν νέοι χώροι, ακόμα και της τάξεως των 7.000 – 8.000 τ.μ., θα έβρισκαν άμεσα χρήση, διότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση από μεγάλες αλυσίδες του λιανεμπορίου. Τα στοιχεία αυτά σαφώς και δεν περνούν απαρατήρητα από τις εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕΑΠ), οι οποίες συχνά αναζητούν την επόμενη τάση στο real estate, ώστε να καρπωθούν και την υψηλότερη απόδοση, πριν αυξηθούν οι τιμές.

Μια ακόμα αναδυόμενη κατηγορία ακινήτων, που έχουν ήδη μπει στο «στόχαστρο» των εγχώριων εταιρειών ακινήτων και των ΑΕΕΑΠ είναι τα data centers, δηλαδή τα κέντρα επεξεργασίας μεγάλου όγκου δεδομένων.

Οι μεγάλες εταιρείες που επενδύουν στην Ελλάδα

Κατά την διάρκεια του τελευταίου 12μήνου, η έλευση μεγάλων ονομάτων του κλάδου, όπως η Microsoft, αλλά και η εξαγορά της Lamda Hellix από την επίσης αμερικανική Digital Realty, έχουν τοποθετήσει την Ελλάδα στον παγκόσμιο «χάρτη» των data centers. Η χώρα διαθέτει σημαντικά πλεονεκτήματα, τα οποία αναμένεται να πυροδοτήσουν κι άλλες επενδύσεις, με τις εταιρείες ακινήτων να παρακολουθούν τις εξελίξεις εκ του σύνεγγυς.

Η ευκολία πρόσβασης σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας (π.χ. από ΑΠΕ) και το χαμηλό κόστος εγκατάστασης, όπως επίσης και το εξειδικευμένο προσωπικό, είναι παράγοντες που λειτουργούν υπέρ της ανάπτυξης περισσότερων data centers στην ελληνική αγορά.

Αυτό αναμένεται να αποτυπωθεί ακόμα περισσότερο κατά την διάρκεια του 2022 και ασφαλώς και τα επόμενα χρόνια, καθώς θα έχουν προχωρήσει και οι σχετικές αναπτύξεις. Υπενθυμίζεται ότι η Microsoft ετοιμάζει τρία νέα data centers στα Σπάτα. Πρόκειται για επένδυση ύψους 500 εκατ. ευρώ.

Το πρώτο εξ αυτών, αναμένεται να ξεκινήσει να κατασκευάζεται σε μερικούς μήνες. Αντίστοιχα, η Lamda Hellix πρόσφατα θεμελίωσε το τρίτο κέντρο της, ενώ έχει ήδη ξεκινήσει τις αδειοδοτικές διαδικασίες για να κατασκευάσει και τέταρτο, στο Κορωπί. Πρόσφατα εγκαινιάστηκε και το τέταρτο κέντρο δεδομένων της ιταλικής Sparkle στην Ελλάδα, στην περιοχή της Μεταμόρφωσης.

Πάντως, στο άμεσο μέλλον, θα απαιτηθεί σημαντική προσπάθεια για την υιοθέτηση βιοκλιματικών χαρακτηριστικών και στην χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ώστε τα κτίρια που φιλοξενούν αυτές τις ενεργοβόρες εγκαταστάσεις, να καταστούν φιλικότερα προς το περιβάλλον. Εφόσον εξασφαλιστούν αυτές οι προϋποθέσεις, τότε θα ενταχθούν ακόμα περισσότερο στα χαρτοφυλάκια των επενδυτικών εταιρειών ακινήτων, με δεδομένο ότι θα είναι κι ευκολότερη η διαδικασία εξασφάλισης χρηματοδότησης.