Παρά τις αβεβαιότητες, που δημιουργεί η έξαρση της πανδημίας σε όλη την Ευρώπη, διεθνείς αναλυτές, επενδυτικές τράπεζες, οίκοι αξιολόγησης, ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα συμφωνούν στο ότι όχι μόνο δεν μπορεί να αναστραφεί η επιστροφή της Ελλάδας στην κανονικότητα, αλλά ότι θα πρέπει να τεθεί πολύ ψηλά ο πήχης των προσδοκιών για υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης.
Τα στοιχεία, που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ για το γ’ 3μηνο του 2021 επιβεβαίωσαν όσους εκτιμούν ότι η επίσημη πρόβλεψη για ρυθμούς ανάπτυξης 6,9% είναι εξαιρετικά συντηρητική, κάτι που ανεπισήμως παραδέχεται και το υπουργείο Οικονομικών. Με 9,4% στο 9μηνο και με εντυπωσιακή επίδοση του Τουρισμού και τον Οκτώβριο, όλα δείχνουν ότι η χρονιά θα «κλείσει» με ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από 7%. Τι σημαίνει αυτό; Ότι λύνονται τα χέρια του οικονομικού επιτελείου για το δημοσιονομικό σχεδιασμό των επόμενων ετών, αν επιβεβαιωθούν τα μόνιμα χαρακτηριστικά αυτής της υψηλής ανάπτυξης.
Σύμφωνα με το- συντηρητικό- σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών, το 2022 το ΑΕΠ θα ενισχυθεί κατά 4,5% έναντι του 2021. Στο δ’ 3μηνο του 2022, αναμένεται να έχει ανακτηθεί το σύνολο των ετήσιων απωλειών ΑΕΠ του 2020, με το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ στο τέλος του 2022 να υπερβαίνει το αντίστοιχο επίπεδο του 2019 κατά 1,7%.
Αν ήθελε να κωδικοποιήσει κανείς τους πυλώνες πάνω στους οποίους θα στηριχθεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, θα εστίαζε στα εξής:
Την περαιτέρω αύξηση του τουριστικού ρεύματος, με τις έως τώρα ενδείξεις να δείχνουν ότι το 2022 μπορούμε να φτάσουμε τουλάχιστον στο 80% των εισπράξεων του 2019
Τη σταθεροποίηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, με ένα συνδυασμό αύξησης των εισοδημάτων (ενίσχυση απασχόλησης- μείωση φορολογίας- αύξηση αμοιβών)
Την ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων, μέσω της βελτίωσης του φορολογικού- ρυθμιστικού πλαισίου, όπως προκύπτει από την έμπρακτη εκδήλωση ενδιαφέροντος από πολυεθνικούς κολοσσούς
Την αξιοποίηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ. Ειδικά όσον αφορά στο Ταμείο Ανάκαμψης, εντός του 2022 η υλοποίηση του Σχεδίου αναμένεται να προσδώσει στην ελληνική οικονομία επιπλέον 2,9 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, χωρίς τη συμπερίληψη της
μόχλευσης, συμβάλλοντας στη μείωση του μακροχρόνιου επενδυτικού κενού και θέτοντας τις βάσεις για τη διαμόρφωση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα, μέσω της συμβολής του σκέλους των μεταρρυθμίσεων. Σύμφωνα με μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας, οι δαπάνες και οι μεταρρυθμίσεις του Σχεδίου Ανάκαμψης αυξάνουν το ΑΕΠ κατά 6,9% το 2026 στο βασικό σενάριο, ενώ στο διευρυμένο, που λαμβάνει υπ’ όψιν και τα οφέλη από τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης και τη συνακόλουθη βελτίωση της κατανομής των παραγωγικών πόρων, το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 8,5% το 2026 και κατά 10,5% μακροχρόνια.
Άλλος σημαντικός παράγοντας επιτάχυνσης της ανάπτυξης έναντι του 2021 είναι η σταδιακή επιστροφή σε συνθήκες κανονικότητας από υγειονομικής άποψης, στη βάση του υλοποιούμενου προγράμματος εμβολιασμών, η οποία με τη σειρά της θα επιτρέψει την πλήρη ομαλοποίηση της λειτουργίας της αγοράς, αντλώντας επιπλέον οφέλη από τα «κέρδη» της περιόδου της πανδημίας σε όρους ψηφιοποίησης και εξωστρέφειας της οικονομίας. Η επιστροφή στην κανονικότητα αναμένεται να διευκολύνει την περαιτέρω ανάκαμψη του τουριστικού κλάδου, με τις εισπράξεις από το εξωτερικό να αυξάνονται έναντι του 2021 κατά 60%, υποστηρίζοντας παράλληλα την εξομάλυνση των δημοσιονομικών μεγεθών.
Ακόμα, ευνοϊκός παράγοντας για τη διαμόρφωση υψηλού ρυθμού ανάπτυξης το 2022 είναι η έναρξη υλοποίησης ορισμένων αναπτυξιακών μέτρων στη λογική της βελτίωσης του επενδυτικού περιβάλλοντος και της εισοδηματικής ενίσχυσης των νοικοκυριών, όπως είχε σχεδιαστεί πριν την επέλαση της πανδημίας. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται η μείωση του συντελεστή φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων από το 24% στο 22%, η παροχή κινήτρων για συνενώσεις και συνεργασίες μεσαίων, μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, η θέσπιση φορολογικών κινήτρων για τη χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, η κατάργηση του φόρου γονικών παροχών και δωρεών για παροχές και δωρεές έως 800.000 ευρώ και η αύξηση του κατώτατου μισθού.
Η αύξηση της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης το 2022 αναμένεται να στηριχθεί, πέρα από τη χρήση των συσσωρευμένων αποταμιεύσεων, στην αύξηση της απασχόλησης κατά 2,6%, με το 83,3% των νέων θέσεων εργασίας να αφορά θέσεις μισθωτής απασχόλησης, αλλά και στην αύξηση του ονομαστικού μέσου μισθού κατά 1,1%. Από τις εκτιμήσεις αυτές προκύπτει ώθηση των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας κατά 4,1% πάνω από το επίπεδο του 2021.
Όσο για τις αβεβαιότητες, πέρα από την προφανή, που σχετίζεται με τις εξελίξεις στο υγειονομικό πεδίο, μια πρόσθετη πηγή κινδύνου είναι οι μακροοικονομικές επιπτώσεις από τις ανατιμήσεις της ενέργειας, των πρώτων υλών, των μεταφορών και κατ’ επέκταση της εφοδιαστικής αλυσίδας. Οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες επιμένουν, πάντως, ότι οι πιέσεις αυτές- αν και εντονότερες από τις αρχικές εκτιμήσεις- θα αμβλυνθούν μετά την άνοιξη.