Η Ασία παραμένει η δυναμικότερη περιοχή του κόσμου από οικονομική σκοπιά, όμως οι προοπτικές της είναι «στασιμοπληθωριστικές», με βραδύτερο ρυθμό ανάπτυξης από ό,τι προβλεπόταν και υψηλότερο πληθωρισμό, υπογράμμισε χθες Δευτέρα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Το Ταμείο αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη του ασιατικού ΑΕΠ, στο 4,9% το 2022 από 5,4% που υπολόγιζε τον Ιανουάριο, εξαιτίας του πολέμου της Ουκρανίας, της αναζωπύρωσης της πανδημίας του νέου κορονοϊού και του περιορισμού των πιστώσεων.
Θα πρόκειται για καθαρή επιβράδυνση, σε σύγκριση με την ανάπτυξη 6,5% που καταγράφηκε την περασμένη χρονιά.
Αν και ήταν αρκετά κατώτερος σε σύγκριση με άλλες περιοχές, ο πληθωρισμός έχει αρχίσει να αυξάνεται. Το ΔΝΤ προβλέπει αύξησή του κατά 3,4% το 2022, ή 1 μονάδα πάνω από ό,τι εκτιμούσε τον Ιανουάριο.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εγείρει «τη μεγαλύτερη πρόκληση για την οικονομική ανάπτυξη» της Ασίας, εκτιμά η Αν Μαρί Γκουλντ-Γουλφ, αναπληρώτρια διευθύντρια του τμήματος Ασίας-Ειρηνικού του χρηματοπιστωτικού θεσμού της Ουάσινγκτον.
Οι ανεπτυγμένες οικονομίες της περιοχής είναι αυτές που θα υποστούν το σοβαρότερο πλήγμα εξαιτίας της πτώσης της ζήτησης από την Ευρώπη, η οποία δοκιμάζεται ήδη από τον αντίκτυπο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Οι αναδυόμενες χώρες θα δοκιμαστούν με τη σειρά τους από την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών σε παγκόσμια κλίμακα, που επέτεινε η σύρραξη.
Πιο συγκεκριμένα, το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη 4,4% στην Κίνα (-0,4 εκατοστιαία μονάδα σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Ιανουαρίου), 2,5% στη Νότια Κορέα (-0,5), 2,4% στην Ιαπωνία (-0,9) και 8,2% στην Ινδία (-0,8).
Η κυρία Γκουλντ-Γουλφ σημειώνει εξάλλου ότι «λαμβανομένων υπόψη των στενών εμπορικών δεσμών στην Ασία, η μεγαλύτερη από ό,τι προβλεπόταν επιβράδυνση της ανάπτυξης της Κίνας λόγω πιο παρατεταμένων ή ευρύτερων περιοριστικών μέτρων ή λόγω της αδυναμίας της αγοράς των ακινήτων εγείρουν σοβαρό κίνδυνο για την περιοχή».
Πιο μακροπρόθεσμα, συνεχίζει το στέλεχος του Ταμείου, ο «πιθανός κατακερματισμός των αλυσίδων εφοδιασμού» εξαιτίας των γεωπολιτικών εντάσεων θα συνεχίσει να εγείρει κίνδυνο για την οικονομία της περιοχής, που «επωφελήθηκε από την παγκοσμιοποίηση και την σχετική ειρήνη των τελευταίων δεκαετιών».