Για μέτρα που παρέχουν σημαντική στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις απορροφώντας μεγάλο μέρος των κραδασμών της ενεργειακής κρίσης κάνουν λόγο οι επαγγελματικοί φορείς.
Γ. Καρανίκας (ΕΣΕΕ): «Μπορεί να επανέλθει ηρεμία στην αγορά»
Με ανακοίνωση του ο Πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας κ. Γιώργος Καρανίκας επισημαίνει:
«Η τετραπλή κυβερνητική παρέμβαση έρχεται να απορροφήσει μεγάλο μέρος των κραδασμών που προκάλεσαν στην κοινωνία και την επιχειρηματικότητα οι συνέπειες της ενεργειακής κρίσης. Το γεγονός ότι από τον Ιούλιο και για ένα χρόνο καθιερώνεται «έμμεσο πλαφόν» στη τιμή του ρεύματος αναστέλλοντας στην πράξη τη ρήτρα αναπροσαρμογής αποτελεί καταφατική και ουσιαστική απάντηση στο επίμονο αίτημα του εμπορικού κόσμου και της ΕΣΕΕ.
Δεν ξεχνάμε πως εκτός από το ενεργειακό κόστος, οι πληθωριστικές πιέσεις αυξάνουν συνολικά το κόστος διαβίωσης των πολιτών και θα συνεχίσουν να δοκιμάζουν τις αντοχές ευάλωτων νοικοκυριών και τη βιωσιμότητα χιλιάδων εμπορικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, πέρα από κάθε αμφιβολία, το συνολικό πακέτο των μέτρων που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός – με την αναδρομική επιστροφή στους καταναλωτές μεγαλύτερου μέρους των πρόσθετων επιβαρύνσεων, την κάλυψη του 50% της επιβάρυνσης τον Μάιο και τον Ιούνιο για καταναλώσεις ακόμη και πάνω από 300 κιλοβατώρες, καθώς και την φορολόγηση του 90% των υπερκερδών των εταιριών ενέργειας – μπορεί να επαναφέρει την ηρεμία που έχει ανάγκη η αγορά. Επίσης, είναι σημαντικό το γεγονός ότι οι κυβερνητικές ανακοινώσεις δεν συνδέουν την εφαρμογή των παρεμβάσεων με τις όποιες αποφάσεις της Ε.Ε.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να ενταθεί η πίεση από όλα τα κράτη – μέλη προς τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μία συνολική, «γενναία» και μακροπρόθεσμη λύση στήριξης των πολιτών και των επιχειρήσεων της γηραιάς ηπείρου».
Κ.Κόλιας (ΟΕΕ): «Μέτρα ανάσα για όλους»
Απ’ την πλευρά του ο Πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος επισημαίνει:
«Τα μέτρα, που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για την ελάφρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων από το αυξημένο ενεργειακό κόστος, κινούνται αναμφισβήτητα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Αποτελούν ανάσα για όλους, εστιάζοντας κυρίως στα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, σε μια περίοδο σημαντικής μεταβλητότητας, όπου η καθημερινότητα είναι ιδιαίτερα δύσκολη, τόσο για τα νοικοκυριά – που καλούνται να διαχειριστούν και τις αυξήσεις σε βασικά προϊόντα -, όσο και για τις επιχειρήσεις, οι οποίες προσπαθούν να βρουν τη χρυσή τομή και με τις αυξήσεις στις πρώτες ύλες.
Σε κάθε περίπτωση, η τρέχουσα περίοδος απαιτεί διαρκή εγρήγορση, μηδενικά περιθώρια εφησυχασμού και συνεχή παρακολούθηση των δεδομένων, όπως διαμορφώνονται για την ελληνική οικονομία, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Είναι κάτι παραπάνω από αυτονόητη η στροφή της χώρας μας σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας, και η ενίσχυση της ενεργειακής της αυτονομίας.
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση οφείλει να συνεχίσει να πιέζει τους Ευρωπαίους εταίρους μας, ώστε να δοθεί άμεσα και μια κοινή ευρωπαϊκή λύση στο μείζον αυτό πρόβλημα.
Μέχρι τότε, καλείται να δείχνει τη μέγιστη δυνατή ευελιξία και προσαρμογή στις δύσκολες και πρωτόγνωρες αυτές συνθήκες, ώστε να μειώνει στον μέγιστο δυνατό βαθμό το βάρος από τις πλάτες νοικοκυριών και επιχειρήσεων».
Γ. Μπρατάκος (ΕΒΕΑ): «Σημαντική στήριξη για νοικοκυριά και επιχειρήσεις»
Για σημαντική στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις κάνει λόγο και ο Πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών κ. Γιάννης Μπρατάκος. Αναφέρει σχετικά:
«Τα μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός παρέχουν σημαντική στήριξη στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ενεργειακή κρίση και το κύμα ακρίβειας, που πλήττει εδώ και μήνες όλη την Ευρώπη.
Ειδικότερα, με τις επιδοτήσεις και το νέο μηχανισμό τιμολόγησης του ρεύματος απορροφάται το 80% των αυξήσεων στην ηλεκτρική ενέργεια και μάλιστα με αναδρομική ισχύ, για περισσότερες από 1.000.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Πρόκειται για μια παρέμβαση γενναία και δίκαιη.
Είναι θετικό το ότι η κυβέρνηση σχεδίασε και προχωρά άμεσα στην εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων, σε εθνικό επίπεδο. Είναι, ωστόσο λυπηρό το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να συμφωνήσει σε κοινή πολιτική διαχείρισης ενός προβλήματος, που αφορά το σύνολο των πολιτών της.
Προτεραιότητα για την Ελλάδα παραμένει, σε κάθε περίπτωση, η προσαρμογή της ενεργειακής πολιτικής στις ανάγκες και τις προκλήσεις της εποχής. Η ενίσχυση της ενεργειακής αυτονομίας της χώρας, η μετάβαση σε καθαρότερες μορφές ενέργειας και η εξασφάλιση χαμηλότερων τιμών για τους καταναλωτές, είναι τα κρίσιμα ζητούμενα για το αμέσως επόμενο διάστημα.
Σε αυτή την κατεύθυνση, η κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει την πολιτική σταδιακής απεξάρτησης από εισαγόμενες και ακριβές μορφές ενέργειας, προωθώντας ταυτόχρονα επενδύσεις και μέτρα για την ταχύτερη μετάβαση σε πράσινες και φθηνότερες πηγές.
Η περίοδος που διανύουμε είναι κρίσιμη, η κοινωνία και οι επιχειρήσεις χρειάζονται κάθε δυνατή στήριξη. Είναι, όμως, ώρα να μπει ένας φραγμός στον λαϊκισμό και στην πλειοδοσία παροχών, που υπερβαίνουν τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας. Την ώρα που σε όλο τον κόσμο τα επιτόκια αυξάνονται, η Ελλάδα έχει πρόσθετους λόγους να επιδιώκει τη δημοσιονομική ισορροπία και την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας, ώστε να διασφαλίσει βιώσιμο κόστος δανεισμού για το δημόσιο, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες.
Η συγκυρία αυτή δεν πρέπει να εκτρέψει την πορεία της χώρας προς την ανάκαμψη και τη σταθερότητα. Οφείλει να αντιμετωπιστεί με γενναίες και υπεύθυνες αποφάσεις και όχι με την επιστροφή σε τακτικές που πληρώσαμε ακριβά στο παρελθόν».
Γ. Χατζηθεοδοσίου (ΕΕΑ): «Δικαιώνονται οι θέσεις μας»
Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν σήμερα χαιρετίζει και ο Πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου ζητώντας περαιτέρω διευκρινίσεις και υπογραμμίζοντας ότι θα πρέπει να υπάρξει άμεση εφαρμογή τους.
Η ανακοίνωση του αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Οι παρεμβάσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των ανατιμήσεων στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος είναι σίγουρα θετικές. Αυξάνουν τον αριθμό των καταναλωτών που θα ωφεληθούν, στηρίζονται περισσότερο τα νοικοκυριά και είναι εμφανής η πρόθεση να σταματήσει η υπέρογκη επιβάρυνση από τη ρήτρα αναπροσαρμογής.
Αυτή η εξέλιξη δικαιώνει τις θέσεις του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών που είχε ζητήσει, από την αρχή της ενεργειακής κρίσης, να δοθεί πολιτική λύση στο πρόβλημα. Μέχρι και πριν από λίγο καιρό κυβερνητικά στελέχη υποστήριζαν ότι δεν υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος για άλλες παρεμβάσεις. Τελικά φάνηκε ότι υπήρχε, απλώς δεν είχε ληφθεί ανάλογη απόφαση. Τώρα, υπό την πίεση των εξελίξεων και των μεγάλων αυξήσεων που ανατρέπουν τους προϋπολογισμούς νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ασκούν ασφυκτικές πιέσεις, η κυβέρνηση κατάλαβε ότι δεν μπορεί να μένει μόνο με τις επιδοτήσεις χαμηλών καταναλώσεων.
Το βασικό ερώτημα που προκύπτει λοιπόν είναι γιατί έπρεπε να φτάσουμε σε αυτό το σημείο και να μην έχουν ληφθεί αυτά τα μέτρα αρκετά νωρίτερα.
Επίσης θεωρούμε ότι δεν έχουν δοθεί επαρκείς εξειδικεύσεις και διευκρινίσεις γύρω από το νέο πλέγμα στήριξης, κυρίως σε ότι έχει να κάνει με τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης για την αναστολή –όπως τη χαρακτηρίζει- της ρήτρας αναπροσαρμογής. Γιατί, για παράδειγμα, θα πρέπει να περιμένουμε τον Ιούλιο για να τεθεί σε εφαρμογή η συγκεκριμένη παρέμβαση; Και εφόσον είναι κάτι που όντως θα λειτουργήσει προς όφελος των καταναλωτών, γιατί δεν συζητάμε τη μονιμοποίηση του μέτρου;
Καλούμε την κυβέρνηση να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στην ΕΕ ώστε να γίνει κατανοητό στους εταίρους ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η τακτική κωλυσιεργίας που οδηγεί στα όρια τους τις μικρότερες οικονομίες της Ευρώπης, όπως είναι η ελληνική.
Σχετικά με τη φορολόγηση των υπερκερδών των εταιριών ενέργειας, εκτιμώ ότι θα απαιτηθεί σημαντικό χρονικό διάστημα για το πόρισμα της ΡΑΕ. Μέχρι τότε όμως είναι αναγκαίο να υπάρχουν εντατικοί έλεγχοι από την πλευρά της Πολιτείας για να αποτραπούν οι όποιες πιθανές προθέσεις κερδοσκοπίας.
Τέλος, υπενθυμίζουμε ότι το πρόβλημα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων δεν είναι μόνο οι ενεργειακές ανατιμήσεις αλλά συνολικά το αυξημένο κόστος διαβίωσης. Είναι κάτι που φαίνεται και στον πληθωρισμό που ετοιμάζεται να «τρέξει» με διψήφιο ποσοστό. Οπότε είναι επιτακτική η ανάγκη να υπάρξουν στοχευμένα μέτρα και προς αυτή την κατεύθυνση για αυτό και επαναφέρω την πρόταση του ΕΕΑ για μείωση του ΦΠΑ από το 13% στο 6%, σε βασικά αγαθά.
Η κοινωνία ήδη υποφέρει από το κύμα ακρίβειας και μαζί της –ως ζωντανό κομμάτι της- στενάζουν και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Θεωρούμε επιτακτική την ανάγκη εκπόνησης ενός ολιστικού σχεδίου αντιμετώπισης της νέας κρίσης, ώστε να μην τρέχουμε να διορθώσουμε κατόπιν εορτής τα κακώς κείμενα».