«Ασπίδα» 33,1 δισ. ευρώ στην κρίση που μαστίζει τις οικονομίες και τις αγορές προτάσσουν οι εισηγμένες. Τουλάχιστον, η εικόνα αυτή προκύπτει από την ανάλυση των οικονομικών αποτελεσμάτων της περασμένης χρονιάς, δίδοντας την αίσθηση ότι αυτή τη φορά οι εταιρείες που διαπραγματεύονται στο ελληνικό χρηματιστήριο δεν έπαιρναν δάνεια για να εξυπηρετήσουν τις καταναλωτικές ανάγκες των insiders, όπως συνέβη στην προηγούμενη δεκαετία και οδηγηθήκαμε στα μνημόνια. Τα ίδια κεφάλαια των εισηγμένων ξεπερνούν τα 33 δισ. ευρώ, όταν τα δάνεια αγγίζουν τα 37,1 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι στην πλειονότητά τους τα κεφάλαια και τα περιουσιακά τους στοιχεία, σε συνδυασμό με τον δανεισμό τους παραμένουν αμόχλευτα. Δεν έχουν πέσει στην αγορά, δεν έχουν γίνει ακόμα ή δεν έχουν ολοκληρωθεί οι προγραμματισμένες επενδύσεις.
Ισχυρό σημάδι αξίας για τις εισηγμένες του ελληνικού χρηματιστηρίου αποτελεί ακόμα το γεγονός ότι στα ταμεία τους υπάρχουν περίπου 16 δισ. ευρώ. Τα κεφάλαια αυτά σε συνδυασμό με τα 40 δισ. ευρώ του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και ανάλογα με τον επιχειρηματικό κλάδο, είναι προφανές ότι θα μπορούσαν να δημιουργήσουν υπεραξίες στους μετόχους, εξασφαλίζοντας ένα καλό εισόδημα κάθε χρόνο.
Καμία εταιρεία, όπως προκύπτει από τις οικονομικές εκθέσεις δεν υποτιμά τον παράγοντα του πολέμου, αφού για φέτος δεν αποκλείεται να υπάρξει αναθεώρηση στόχων εξαιτίας της παρεπόμενης αύξησης των τιμών της ενέργειας και βεβαίως του πληθωρισμού που θα παρασύρει ανοδικά το κόστος χρήματος από την αύξηση των επιτοκίων.
Πριν από 20 μέρες, ο οίκος Jefferies σε ανάλυσή του, στεκόταν στις προκλήσεις που διανοίγονται στη Λεωφόρο Αθηνών κόντρα στη διεθνή αρνητική συγκυρία. Στο πλαίσιο αυτό, ανέφερε πως, αφού ανέστρεψε την τύχη της μετά την κρίση του δημοσίου, η Ελλάδα στη συνέχεια βίωσε ένα από τα μεγαλύτερα σοκ της Ευρώπης από την πανδημία, καθώς οι τουριστικές αφίξεις εξανεμίστηκαν -έσοδα από τον τουρισμό περίπου στο 19% του ΑΕΠ (2019)- πλήττοντας τα έσοδα ενώ στη συνέχεια το ενεργειακό σοκ κλόνισε το εμπορικό ισοζύγιο -η Ελλάδα εισάγει το 40% του φυσικού αερίου της από τη Ρωσία (33% τον Ιανουάριο).
Με δείκτη ενεργειακής εξάρτησης στο 71% (2017), οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν αυξηθεί από 6,9% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2004 σε 15,5% το 2017. Με τη σειρά της, αυτή η αλλαγή έχει οδηγήσει το εμπορικό ισοζύγιο στο κόκκινο, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν 6% περίπου στο τέλος του περασμένου έτους.
Η Ελλάδα δεν έχει βγει από την κρίση, αλλά θα πρέπει να θεωρείται ότι κάνει καλή δουλειά και πρόοδο σε αυτό το ζήτημα. Αυτό μπορεί να φανεί από το πρίσμα της αύξησης των τραπεζικών καταθέσεων, η οποία έχει στραφεί κάθετα προς τα πάνω. Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη παραμένει αυξημένη (113,2) και η μεταποίηση βρίσκεται σε επέκταση (PMI 54, 6 Μαρ.), ενώ το ποσοστό ανεργίας (12,8%) έχει μειωθεί σχεδόν στο μισό σε σχέση με πριν από πέντε χρόνια.