Επιτέλους, άνοιξη. Για μήνες οι Ευρωπαίοι ζούσαν με την απειλή της απώλειας του ρωσικού φυσικού αερίου που ζεσταίνει τα σπίτια τους. Η προοπτική φαίνεται λιγότερο τρομακτική τώρα που οι αμυγδαλιές ανθίζουν.
Όμως, παρά την εποχιακή γαλήνη, μια οδυνηρή ενεργειακή μετάβαση βρίσκεται σε εξέλιξη. Η Ευρώπη θέλει να μειώσει τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία κατά δύο τρίτα μέσα σε ένα χρόνο. Στο παρασκήνιο, πολιτικοί και εταιρείες προσπαθούν ήδη να βρουν τρόπο να διαχειριστούν τον επόμενο χειμώνα.
Το προφανές, θα περίμενε κανείς, θα ήταν μια αλλαγή στην καταναλωτική συμπεριφορά, ανάλογη με εκείνη της δεκαετίας του 1970, όταν οι ιλιγγιώδεις τιμές του πετρελαίου οδήγησαν στην επανεξέταση του τρόπου ζωής της Δύσης. Δεν ισχύει. Ενώ οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποπνέουν έναν αέρα πολεμικής ετοιμότητας, οι πολίτες ζουν σαν να βρίσκονται σε μια ειρηνική ήπειρο, όπου όλα βαίνουν καλώς.
Οι τιμές της ενέργειας, είτε πρόκειται για βενζίνη, φυσικό αέριο, ή ηλεκτρική, έχουν εκτοξευθεί στην Ευρώπη. Κάποιοι μπορεί να μην το παρατήρησαν καν. Στη Γαλλία, οι αρχές έχουν ουσιαστικά θέσει ανώτατο όριο τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου.
Η Ιταλία στις 18 Μαρτίου πρόσθεσε 4,4 δισ. ευρώ (4,8 δισ. δολάρια) σε επιδοτήσεις για να περιορίσει τις αυξήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας για τις εταιρείες και τους καταναλωτές, επιπλέον των 16 δισ. ευρώ που έχουν ήδη συμφωνηθεί τους τελευταίους μήνες.
Αρκετές χώρες μείωσαν τους δασμούς στη βενζίνη, οι οποίοι κάτω από κανονικές συνθήκες αποτελούν αναγκαία πηγή φορολογικών εσόδων. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες που συναντώνται στις Βρυξέλλες συζήτησαν νέες κρατικές παροχές προς τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία. Αυτή είναι πρακτικά η προσέγγιση του «ό,τι χρειαστεί». Όπως και με την Covid-19, η κυβέρνηση πρώτα πληρώνει και μετά θα κάνει τις ερωτήσεις.
Έκπληξη αποτελεί το πόσο λίγα ζητούνται από τους Ευρωπαίους. Ακόμα και απλά μέτρα που θα μπορούσαν να ταλαιπωρήσουν ελάχιστα τους πολίτες αντιμετωπίζονται ως ταμπού. Νωρίτερα αυτό το μήνα ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (Δ.Ο.Ε), ο οποίος συμβουλεύει τις κυβερνήσεις των πλούσιων χωρών, πρότεινε στους Ευρωπαίους να σκεφτούν να μειώσουν τη θερμοκρασία στο θερμοστάτη τους κατά μόλις έναν βαθμό Κελσίου.
Αυτό που μπορεί να φαίνεται σαν απλή πράσινη «κίνηση», στην πραγματικότητα θα μείωνε την κατανάλωση κατά 10 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου μέσα σε ένα χρόνο, τα οποία αντιστοιχούν περίπου σε εισαγωγές ενός μηνός από τη Ρωσία. Αυτή η μετριοπαθής έκκληση δεν ανακοινώθηκε από κανέναν αρμόδιο.
Ορισμένες κυβερνήσεις της ΕΕ θέλουν να απαγορεύσουν το ρωσικό πετρέλαιο που αποτελεί τον μεγαλύτερο χρηματοδότη του Κρεμλίνου. Ωστόσο, κανείς δεν εξετάζει σοβαρά την προφανή λύση της λιγότερης χρήσης του.
Η μείωση των ορίων ταχύτητας στους αυτοκινητόδρομους κατά 10 χλμ/ώρα θα μείωνε τη χρήση καυσίμων στον πλούσιο κόσμο κατά περίπου 15%, ένα ποσοστό διόλου αμελητέο τη στιγμή που η Ευρώπη παλεύει για κάθε σταγόνα υδρογονάνθρακα που μπορεί να βρει.
Αν προσθέσουμε τις επιδοτήσεις για την ενίσχυση της χρήσης των δημόσιων μέσων μεταφοράς, την έκκληση για εργασία από το σπίτι μία ημέρα την εβδομάδα, όπου είναι εφικτό, και την απαγόρευση της χρήσης των αυτοκινήτων στις πόλεις τις Κυριακές, η Ευρώπη θα μπορούσε ίσως να εξοικονομήσει το ένα πέμπτο του ρωσικού πετρελαίου που εισάγει, σύμφωνα με τα στοιχεία του Δ.Ο.Ε. Αυτές οι ιδέες μπορεί να είναι λογικές ή και όχι. Το θέμα είναι ότι δεν συζητούνται.
Γιατί όμως η Ευρώπη δεν ξαναβρίσκει το πνεύμα της δεκαετίας του 1970; Τότε αναμενόταν οι Ευρωπαίοι πολίτες να υποστούν κάποιους περιορισμούς και ταλαιπωρία. Τα όρια ταχύτητας από εξαίρεση έγιναν ο κανόνας (εκτός από τους γερμανικούς αυτοκινητόδρομους, φυσικά). Οι ολλανδικές και οι γερμανικές πόλεις ήταν μεταξύ εκείνων που μία ημέρα την εβδομάδα οι κάτοικοί τους θα μετακινούνταν πεζή.
Η Γαλλία θέσπισε ότι τα δημόσια κτίρια δεν έπρεπε να είναι θερμότερα από 20°C, δύο βαθμούς χαμηλότερα από τον σημερινό ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η τηλεοπτικές μεταδόσεις σταματούσαν στις 11 το βράδυ, μια ιδέα που θα ήταν χρήσιμο να αναβιώσει για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα συστήματα εξοικονόμησης θερινής ώρας που υιοθετήθηκαν κατά τη διάρκεια των παγκόσμιων πολέμων αναβίωσαν σύντομα σε όλη την ήπειρο. Το «ό,τι χρειαστεί» περιελάμβανε οι άνθρωποι να φορούν πουλόβερ.
Πολλές ιδέες για τη μείωση της χρήσης ενέργειας αύριο αμφισβητούνται. Όμως σήμερα, ελάχιστοι Ευρωπαίοι ωθούνται να καταναλώνουν λιγότερη ενέργεια. Ένας λόγος μπορεί να είναι ότι ο πλούσιος κόσμος έχει αλλάξει μέσα σε 50 χρόνια. Οι προηγούμενες κρίσεις βοήθησαν οι σύγχρονες οικονομίες να γίνουν ενεργειακά πιο αποδοτικές.
Το σημερινό σοκ από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο δεν είναι τόσο επώδυνο, ειδικά από τη στιγμή που ο κόσμος έχει συνηθίσει στις διακυμάνσεις των τιμών του αργού. Αλλά η πρόσφατη ιστορία εκτός Ευρώπης δείχνει ότι οι γρήγορες αλλαγές είναι εφικτές.
Όταν η Ιαπωνία έκλεισε τα πυρηνικά εργοστάσιά της μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα το 2011, μια εκστρατεία ενημέρωσης του κοινού προέτρεπε τους πολίτες να μειώσουν τη χρήση ενέργειας. Τα τρένα επιβραδύνθηκαν, τα κλιματιστικά έκλεισαν και οι εργοδότες άλλαξαν τις βάρδιες για να εξοικονομήσουν ενέργεια. Παρόμοια εκστρατεία δεν υπάρχει πουθενά στην Ευρώπη.
Ψυχραιμία
Η απουσία τέτοιων μέτρων αντανακλά τρεις παράγοντες. Ο πρώτος είναι ότι η Ευρώπη μπορεί να μην έχει δεσμευτεί πραγματικά να απεξαρτηθεί από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες.
Η μεγαλύτερη αποθήκευση φυσικού αερίου σε επίπεδο ΕΕ, όπως φαίνεται πιθανό να συμφωνηθεί, θα μπορούσε να κάμψει τον ασφυκτικό ρωσικό κλοιό της Ευρώπη. Κάποιοι μπορεί να πιστεύουν ότι αυτό θα λύσει το πρόβλημα, τουλάχιστον αν ο πόλεμος τελειώσει σύντομα. Η διατήρηση της δυνατότητας, αν όχι της αναγκαιότητας, της εισαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου θα απέτρεπε μια επώδυνη στροφή μακριά από τη φθηνή ενέργεια.
Δεύτερον, η ενέργεια είναι ένα θέμα πολιτικά τοξικό. Η αναφορά και μόνο των ορίων ταχύτητας ή της ακριβότερης βενζίνης πυροδοτεί κατηγορίες ότι οι αστοί πολιτικοί αγνοούν τη δυσχερή θέση των κατοίκων της επαρχίας που εξαρτώνται από το αυτοκίνητο. Οι Ισπανοί αγρότες διαμαρτύρονται για τις τιμές της ενέργειας.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Emmanuel Macron, θέλει να μην υπάρξουν άλλες διαμαρτυρίες των Κίτρινων Γιλέκων ενόψει των εκλογών του επόμενου μήνα. Η Ευρώπη βρίσκεται σε μια ολισθηρή πορεία προς τις «καθαρές μηδενικές» εκπομπές, στην οποία η κρίση στην Ουκρανία έδωσε νέα ώθηση. Η λογική μακροπρόθεσμη πολιτική μπορεί να εκτροχιαστεί από βιαστικά βραχυπρόθεσμα μέτρα ως αντίδραση σε παροδικά (αν και τραυματικά) γεγονότα.
Ο τρίτος παράγοντας, και πιο καταθλιπτικός, είναι οι πολιτικοί να πιστεύουν πλέον ότι οι ψηφοφόροι τους είναι ανίκανοι για θυσίες. Δύο χρόνια γκρίνιας την εποχή της πανδημίας δοκίμασαν αρκετά τους πολίτες.
Το τέλος των περιορισμών που είχαν επιβληθεί εξαιτίας της Covid-19 (αν όχι του ίδιου του ιού) έμελλε να προμηνύσει μια νέα περίοδο οικονομικής ευημερίας. Δεν είναι ώρα για κηρύγματα περί αυτομαστίγωσης. «Μια Ευρώπη που προστατεύει» είναι το πιο πρόσφατο μάντρα των Βρυξελλών: οι πολίτες δεν πρέπει να ταλαιπωρούνται από έναν κόσμο που αλλάζει.
Κρίμα. Οι Ουκρανοί κάνουν καθημερινά απίστευτες θυσίες. Όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι ανοίγουν τα σπίτια τους και κάνουν δωρεές για να τους συνδράμουν. Η κοινή γνώμη στην Ευρώπη περιφρονεί τον Vladimir Putin. Κανείς δεν χρειάζεται τις ευλογίες ενός πολιτικού για να μειώσει την θερμοκρασία στον θερμοστάτη του ή να μην χρησιμοποιεί συχνά αεροπλάνο, όμως το ότι κανένας τους δεν έχει σκεφτεί καν να το ζητήσει είναι απογοητευτικό.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com