Την περασμένη εβδομάδα, στην πόλη της Ουάσινγκτον στις ΗΠΑ, έλαβε χώρα μια ιδιαίτερη συνάντηση. Εκατομμυριούχοι, που αυτοχαρακτηρίζονται ως «πατριώτες», κάθισαν σε τραπέζια με την ένδειξη «φορολογήστε τους πλουσίους».
Ήταν η πρώτη συνάντηση που οι Πατριώτες Εκατομμυριούχοι συγκεντρώθηκαν από κοντά μετά την πανδημία. Η ομάδα δημιουργήθηκε το 2010 και αποτελείται από πλούσιους ανθρώπους που πιστεύουν – παραδόξως – ότι οι πλούσιοι θα πρέπει να πληρώνουν και υψηλότερους φόρους. Και έπειτα από δέκα χρόνια απογοήτευση, ορισμένοι πιστεύουν ότι η αλλαγή πλησιάζει.
Κάτι αλλάζει
Στο Λευκό Οίκο, ο Τζο Μπάιντεν πρότεινε την εισαγωγή νέας φορολογίας για νοικοκυριά με περιουσίες που ξεπερνούν τα $100 εκατ. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει δείξει ότι η διεθνής κοινότητα μπορεί να πατάξει τους ολιγάρχες – και ότι θα το κάνει, σημειώνει ο Guardian. Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενοι που δημιούργησαν με τη δουλειά τους την αμύθητη περιουσία ανθρώπων όπως ο Τζεφ Μπέζος της Amazon και ο Χάουαρντ Σουλτς των Starbucks, πέτυχαν τη δημιουργία σωματείων, παρά τα εκατομμύρια που δαπάνησαν και οι δυο εταιρείες για να καταστείλουν τις προσπάθειές τους.
«Κανείς δεν μιλούσε για αύξηση της φορολογίας των πλουσίων όταν αρχίσαμε», υποστηρίζει στον Guardian ο Μόρις Περλ, επικεφαλής των Πατριωτών Εκατομμυριούχων και πρώην διευθυντής της BlackRock, της μεγαλύτερης εταιρείας διαχείρισης χαρτοφυλακίων στον κόσμο.
Ακόμη και η ίδια η συζήτηση ακουγόταν γελοία επί προεδρίας Τραμπ, υποστηρίζει ο Περλ. «Έχουμε δει τεράστια αλλαγή. Έχουμε έναν πρόεδρο που μιλά για φορολόγηση των πλουσίων, ανθρώπων που μιλούν για φόρους μεγάλων εισοδημάτων – αυτές οι ιδέες πριν δέκα χρόνια ήταν λιγότερο και από περιθωριακές. Δε λέω ότι θα συμβεί και θα μετατραπεί σε νόμο, αλλά γίνονται συζητήσεις στα υψηλότερα επίπεδα».
«Ολιγάρχες εναντίον Όλων Μας»
Μέρος της αιτίας που αυτές οι συζητήσεις επιτέλους συμβαίνουν, παρατηρεί ο Guardian, είναι η σοβαρή επιδείνωση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών. Στο συνέδριο των εκατομμυριούχων, ο ένας ομιλητής μετά τον άλλο μιλούσε για τον τρόπο με τον οποίο οι υπερβολικά πλούσιοι κατάφεραν να φέρουν υπό τον έλεγχό τους τα πολιτικά συστήματα σε όλο τον κόσμο, έχουν συμπιέσει τους μισθούς και έχουν εντείνει την ανισότητα. Όλα τα παραπάνω, είχαν ως αποτέλεσμα και τον εύγλωττο τίτλο του συνεδρίου: «Ολιγάρχες εναντίον Όλων Μας: Η Μάχη για την Εξουσία και το Χρήμα».
Άλλο ένα μέλος της οργάνωσης, ο Γκάρι Στίβενσον, ένας βρετανός έμπορος που έγινε οικονομολόγος με ειδίκευση στις ανισότητες, πιστεύει ότι τα πράγματα θα πάνε μόνο προς το χειρότερο. Οι δισεκατομμυριούχοι δημιούργησαν τεράστιες περιουσίες από την εκτόξευση του χρηματιστηρίου, των τιμών των ακινήτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων στη διάρκεια της πανδημίας. Τα κρατικά επιδόματα, υποστηρίζει, βοήθησαν κυρίως τους πλούσιους. «Αν δεν γίνει τίποτα, θα αντιμετωπίσουμε μια τεράστια καταστροφή», λέει στον Guardian. «Όσο άσχημα κι αν νομίζετε ότι είναι τα πράγματα, σας εγγυώμαι ότι θα γίνουν πολύ, μα πολύ χειρότερα».
Ο ρόλος της πανδημίας
Όταν ξέσπασε η πανδημία, πολλοί την χαρακτήρισαν μεγάλο εξισωτή – από την άποψη ότι, υποτίθεται, μας έπληττε όλους το ίδιο. Στην πραγματικότητα, ο κοροναϊός ενέτεινε συντριπτικά τόσο τις οικονομικές, όσο και τις φυλετικές ανισότητες. Οι αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι έλαβαν επιχορηγήσεις της τάξης του $1,1 τρισ., ενώ παράλληλα ο πλούτος τους άγγιζε επίπεδα-ρεκόρ. Μια τάξη δισεκατομμυριούχων άνθισε στην Ασία και έφτανε σε κέρδη-ρεκόρ στη Βρετανία. Όμως καθώς αναδυόμαστε από τη σκιά του κοροναϊού, οι πολλοί γονατίζουν υπό το βάρος του πληθωρισμού και της ακρίβειας σε βασικά αγαθά, όπως η στέγη, οι λογαριασμοί και τα τρόφιμα.
Για τον Στίβενσον, αυτή η απίστευτη έκρηξη πλούτου είναι «υλικό που μας οδηγεί στο τέλος του πολιτισμού. Υπάρχει μόνο ένα πράγμα που μπορούμε να κάνουμε. Πρέπει να πάρουμε πίσω αυτά τα χρήματα».
Η κληρονόμος της Ντίσνεϊ
Όμως είναι οι πλούσιοι – και κατά συντριπτική πλειοψηφία λευκοί – συμμετέχοντες του συνεδρίου οι άνθρωποι που θα μας οδηγήσουν εκεί; Η Άμπιγκεϊλ Ντίσνεϊ πιστεύει πως ναι. Εγγονή του Γουόλτ Ντίσνεϊ, συνιδρυτή της θρυλικής εταιρείας, βλέπει την εξέλιξη των ΗΠΑ να αντανακλάται στην ιστορία της οικογένειάς της.
Οι Ντίσνεϊ ήταν ήδη εξαιρετικά πλούσιοι πριν γεννηθεί η Άμπιγκεϊλ, που είναι σήμερα 62 ετών. Όμως ο πλούτος τους αυξήθηκε δραματικά, ακριβώς την περίοδο που η ψαλίδα της ανισότητας άνοιγε. «Τα χρήματα άλλαξαν την οικογένειά μου», λέει και δεν εννοεί προς το καλύτερο. Τώρα, σημειώνει, οι πλούσιοι ζουν σε έναν άλλο κόσμο και δεν μπορούν να δουν τι συνέπειες θα έχει η ενίσχυση των ανισοτήτων. Πιστεύει ότι αν ακούσουν την αλήθεια από ανθρώπους της τάξης τους, θα είναι πιο δεκτικοί στο μήνυμά τους.
«Οι μόνοι άνθρωποι που ακούνε οι δισεκατομμυριούχοι, είναι οι υπόλοιποι δισεκατομμυριούχοι και πολυεκατομμυριούχοι. Χρειάζεσαι τουλάχιστον δυο τελείες. Και αν δεν ακούσουν, υπάρχουν και τα παιδιά και οι σύζυγοί τους, κι εκείνοι θα ακούσουν», υποστηρίζει.
Αν και τα χρήματά της της ανοίγουν πόρτες εξουσίας, η Ντίσνεϊ θεωρεί ότι ακόμη και οι Αμερικανοί που θα ευνοούνταν από τις προτάσεις της δεν συμφωνούν με το μήνυμά της. Δεν είναι σπάνιο να δέχεται επιθέσεις στο Twitter επειδή γράφει ότι οι πλούσιοι θα πρέπει να πληρώνουν μεγαλύτερους φόρους. Το πρόβλημα είναι ότι οι άνθρωποι είναι πεπεισμένοι ότι «κάθε άτομο σε αυτή τη χώρα είναι ένας εκκολαπτόμενος δισεκατομμυριούχος». Αποτέλεσμα μιας ενορχηστρωμένης εκστρατείας που κατά τη γνώμη της δημιουργήθηκε ακριβώς για να προστατεύσει το πλουσιότερο 1%.
Ταξικός πόλεμος
Ακούγοντας κάποιον που ανήκει σε αυτό το 1% να δηλώνει ότι ίσως το όνειρό τους να είναι εφιάλτης, αντιδρούν έντονα, λέει. «Μου λένε: δεν έχεις δουλέψει ούτε μια μέρα στη ζωή σου! Δεν ξέρεις τίποτα! Λοιπόν, έχουν δίκιο, αυτό ακριβώς προσπαθώ να πω. Δεν θα έπρεπε να έχω τόση εξουσία και επιρροή. Συνεχίστε να λέτε αυτό που θέλω να πω».
«Όταν μιλάω ενάντια στο ίδιο το υποτιθέμενο συμφέρον μου, είναι κάτι που τραβάει την προσοχή. Δεν θέλω να σταματήσω να το κάνω ποτέ. Πρέπει να λειτουργούμε κόντρα σε αυτό το ιδιωτικό συμφέρον διαρκώς. Όταν εσύ είσαι καλά και άλλοι άνθρωποι δεν είναι, πρέπει να αφήνεις παράμερα το συμφέρον σου και να υπερασπίζεσαι τους άλλους».
Το ενδεχόμενο η πρόταση Μπάιντεν για τη φορολογία να ψηφιστεί από το Κογκρέσο είναι ελάχιστον. Οι αμερικανοί πολιτικοί εξαρτώνται υπερβολικά από τους πλούσιους και ορισμένοι Δημοκρατικοί αλλά και Ρεπουμπλικάνοι δεν θα υποστηρίξουν την αύξηση της φορολόγησής τους. Όμως η Ντίσνεϊ υποστηρίζει ότι ο διάλογος έχει αλλάξει. Μετά την πανδημία, οι αμερικανοί ολιγάρχες δεν είναι οι ήρωες που ήταν κάποτε και είναι αξιοσημείωτο ότι ούτε οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν εξαπολύσει ανοιχτή επίθεση στην πρόταση του Μπάιντεν.
«Πριν τέσσερα χρόνια αν μιλούσες για φόρο δισεκατομμυριούχων, θα σου έλεγαν ότι δεν μπορείς να επιτίθεσαι στους δισεκατομμυριούχους και ότι υποκινείς ταξικό πόλεμο. Δεν έχω ακούσει τίποτα τέτοιο», λέει η Ντίσνεϊ. «Ας μην κοροϊδευόμαστε. Η άλλη πλευρά το δοκίμασε και απέτυχε. Η ρητορική περί ταξικού πολέμου δεν λειτουργεί πια. Επειδή αν δεν κάνουμε κινήσεις τώρα, θα έχουμε όντως ταξικό πόλεμο. Αληθινό ταξικό πόλεμο».