Η απότομη άνοδος του πληθωρισμού είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, το οποίο πηγάζει από την έλλειψη ισορροπίας μεταξύ ζήτησης και προσφοράς, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση στην παρούσα φάση συνθηκών υπερβάλλουσας ζήτησης, αναφέρουν οι οικονομικοί αναλυτές της Alpha Bank, ΑΛΦΑ-0,32% στο τελευταίο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο της τράπεζας.
Παρά τις σημαντικές αποκλίσεις στο επίπεδο του πληθωρισμού μεταξύ των κρατών, γεγονός που σχετίζεται κυρίως με την ταχύτητα ανάκαμψης της εκάστοτε οικονομίας από την πανδημική κρίση, υπάρχουν παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία στο σύνολό της, ασκώντας πληθωριστικές πιέσεις,
Συνοπτικά, οι παράγοντες αυτοί, σύμφωνα με την οικονομική ανάλυση της Alpha Bank, είναι οι εξής:
Πρώτον, η μεγάλη άνοδος των τιμών της ενέργειας και ιδιαίτερα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Οι περιορισμοί που τέθηκαν στις μετακινήσεις και στην παγκόσμια βιομηχανική δραστηριότητα το 2020, λόγω των περιοριστικών μέτρων (lockdown), είχαν ως αποτέλεσμα όχι μόνο την κατακόρυφη πτώση της ταξιδιωτικής κίνησης σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και τη μεγάλη μείωση της ζήτησης πετρελαίου και φυσικού αερίου και κατά συνέπεια των τιμών τους. Η σταδιακή ομαλοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας, κατά το τρέχον έτος, ωστόσο, έχει οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης, η οποία τροφοδοτεί την άνοδο των τιμών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, από την αρχή του έτους, οι τιμές του αργού πετρελαίου τύπου Brent και του φυσικού αερίου έχουν αυξηθεί κατά 45% και 101% αντίστοιχα (στοιχεία έως 17.09.2021), κινούμενες σε υψηλότερα από τα προ της πανδημικής κρίσης επίπεδα του Ιανουαρίου του 2020.
Η Ελλάδα, ως καθαρός εισαγωγέας πετρελαίου και φυσικού αερίου και χώρα με σημαντικά υψηλότερο ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης (74,1%, το 2019) σε σύγκριση με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο (60,7%, το 2019), επιβαρύνεται από την άνοδο των τιμών τους, καθώς, μεταξύ άλλων, αυξάνεται το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου.
Επιπλέον, η αποδυνάμωση του ευρώ έναντι του δολαρίου κατά 4% από την αρχή του έτους (στοιχεία έως 17.09.2021) έχει επιπρόσθετη αυξητική επίδραση στο ενεργειακό κόστος του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, τα οποία εκφράζονται σε δολάρια. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τον Ιούλιο, ο Δείκτης Τιμών Εισαγωγών στον κλάδο της ενέργειας κατέγραψε αύξηση κατά 61,5% σε ετήσια βάση.
Οι τιμές της ενέργειας έχουν καταγράψει ραγδαία άνοδο σε ετήσια βάση από τον Απρίλιο, συμπαρασύροντας προς τα πάνω τον εναρμονισμένο πληθωρισμό, ενώ οι τιμές εξαιρουμένης της ενέργειας επέστρεψαν σε οριακά θετικό έδαφος μετά από 14 μήνες (+0,3% σε ετήσια βάση, τον Αύγουστο).
Δεύτερον, οι διαταράξεις στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες. Η ανάκαμψη της μεταποίησης παγκοσμίως, από το δεύτερο εξάμηνο του 2020, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης για ενδιάμεσα αγαθά. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, η Κίνα αύξησε τις εξαγωγές ενδιάμεσων αγαθών κατά 41% σε ετήσια βάση, το πρώτο τρίμηνο του 2021. Ωστόσο, οι δυσχέρειες που σχετίζονται με την πανδημία δεν επιτρέπουν την ομαλή λειτουργία των θαλάσσιων μεταφορών φορτίων, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται καθυστερήσεις στις αποστολές εμπορευματοκιβωτίων (containers).
Τούτο έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση του μεταφορικού κόστους. Μέρος της αύξησης αυτής μετακυλίεται στις τιμές των εμπορευμάτων και των πρώτων υλών και εν τέλει στις τιμές των τελικών προϊόντων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι τιμές του σιταριού και του βαμβακιού αυξάνονται από τα μέσα του προηγούμενου έτους, έχοντας ξεπεράσει τα προ της πανδημίας επίπεδα. Επισημαίνεται ότι οι τιμές ορισμένων εμπορευμάτων επιβαρύνονται περαιτέρω, λόγω της ύπαρξης φυσικών φαινομένων (π.χ. καύσωνας, ξηρασία) τα οποία αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή και έχουν αποτέλεσμα τη μειωμένη παραγωγή τους.
Στην Ελλάδα, ο Δείκτης Τιμών Εισαγωγών στα ενδιάμεσα αγαθά αυξήθηκε κατά 7,8% σε ετήσια βάση, τον Ιούλιο, καταγράφοντας σταθερά ανοδική πορεία από την αρχή του έτους. Η αύξηση των τιμών των αγαθών ξεκίνησε από τον Απρίλιο, για να διαμορφωθεί στο 3,1% σε ετήσια βάση, τον Αύγουστο. Αντίθετα, οι τιμές των υπηρεσιών καταγράφουν αρνητικό ετήσιο ρυθμό μεταβολής από τον Ιούνιο του 2020.
Συμπερασματικά, επισημαίνεται στην οικονομική ανάλυση της Alpha Bank ότι οι πληθωριστικές πιέσεις εντάθηκαν λόγω της ραγδαίας αύξησης της ζήτησης για αγαθά και υπηρεσίες που ακολούθησε μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων για την αναχαίτηση της πανδημίας (πληθωρισμός ζήτησης) και της αύξησης του κόστους παραγωγής, ως απόρροια των δυσλειτουργιών που παρατηρούνται στις εφοδιαστικές αλυσίδες, με συνέπεια να δημιουργούνται διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς (πληθωρισμός κόστους).
Η αναντιστοιχία μεταξύ αυξημένης ζήτησης και περιορισμών στην προσφορά δημιουργούν υπερβάλλουσα ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες, με αποτέλεσμα οι τιμές να παρουσιάζουν αυξητική τάση. Η επικρατούσα άποψη μεταξύ των υπεύθυνων χάραξης οικονομικής πολιτικής (ECB staff macroeconomic projections for the euro area, September 2021) είναι ότι η άνοδος του πληθωρισμού συνιστά προσωρινό φαινόμενο
Εντούτοις, δεν μπορεί να αγνοηθεί η πιθανότητα διατήρησης των διαταραχών για διάστημα μεγαλύτερο του αναμενόμενου, γεγονός που θα υποχρέωνε ορισμένες επιχειρήσεις να μειώσουν την παραγωγή τους, αυξάνοντας περαιτέρω το πληθωριστικό κόστος, εξέλιξη που θα υπονόμευε την αναπτυξιακή διαδικασία.