Τα δεδομένα στην ελληνική κτηματαγορά σήμερα είναι εντελώς διαφορετικά σε σχέση με το 2017-2018. Ένας κλάδος που τα μνημονιακά χρόνια και ιδιαίτερα το χρονικό διάστημα 2009-2014, απώλεσε σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και το 40% των αξιών της, ενώ παράλληλα η ζήτηση για ακίνητα και για κατοικίες ειδικότερα καταποντίστηκε.
Γράφει ο πρόεδρος του E– Real Estates, Θέμης Μπάκας
Η ανοδική πορεία της κτηματαγοράς τόσο στις ζητούμενες τιμές πώλησης, όσο και στις τιμές ενοικίασης ήταν ταυτόχρονη.
Ο «χάρτης» των τιμών πώλησης
Όσον αφορά στις ζητούμενες τιμές πώλησης, το 2018 αποτέλεσε την πρώτη χρονιά που οι τιμές κατέγραψαν αύξηση κατά +1,5%, μια αύξηση που συνεχίστηκε το 2019 κατά 7,2%, το 2020 κατά 4,3%, ενώ το 2021 σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΤτΕ το δεύτερο τρίμηνο οι τιμές των κατοικιών ενισχύθηκαν με ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 4,4%, ενώ το γ΄ τρίμηνο κατά 7,6% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, κατά την περίοδο 2018-2020, στην Αθήνα, οι τιμές πώλησης των κατοικιών έχουν καταγράψει συνολική αύξηση της τάξεως του 20%, ενώ με βάση τα έως τώρα δεδομένα, το 2021, θα ξεπεράσει το 25%.
Πώς κινήθηκαν οι τιμές ενοικίασης
Οι ζητούμενες τιμές ενοικίασης από το 2012 ως το 2017 κατέγραψαν μείωση που άγγιξε το 25,5 %, ενώ το 2018 επιστρέφουν με αύξηση + 8,4 % και το 2019 ο ρυθμός αύξησης των ενοικίων άγγιξε το +10%.
Μάλιστα, όσον αφορά στο κέντρο της Αθήνας, όπου καταγράφονται και οι μεγαλύτερες αυξήσεις, οι τιμές ενοικίασης έχουν αυξηθεί κατά 20%-30% κατά μέσον όρο την τελευταία διετία, ενώ στις περιοχές εκτός του κέντρου η αντίστοιχη άνοδος εκτιμάται ότι κινήθηκε πέριξ του 10%- 15%. Το 2021, η αύξηση των ενοικίων εκτιμάται ότι θα κυμανθεί από 3% έως 7%.
Το παντοτινό «δίλλημα» της αγοράς με στεγαστικό δάνειο ή ενοίκιο τη δεδομένη χρονική στιγμή επανέρχεται δυναμικά και προβληματίζει σχεδόν το σύνολο των ενοικιαστών στη χώρα μας, ενώ παράλληλα έλκει τους επενδυτές με στόχο το μηνιαίο εισόδημα μέσω της μακροχρόνιας μίσθωσης.
Στη Ν. Αττική η ενοικίαση ενός διαμερίσματος κατάλληλο για οικογένεια, σε περιοχές των ανατολικών, βορείων και νοτίων προαστίων κοστίζει από 650€ έως 850€, δηλαδή σχεδόν όσο ένας μέσος μηνιαίος μισθός.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με έρευνα της Eurostat για το έτος 2019, το 62,1% των ενοικιαστών στην χώρα μας δαπανούσαν άνω του 50% του διαθέσιμου εισοδήματος τους για το κόστος στέγασης (ενοίκιο, λογαριασμοί κοινής ωφελείας κλπ), δεδομένο που καταδεικνύει τη ραγδαία αύξηση των ενοικίων και παράλληλα την ανάγκη για στέγαση που καθημερινή καταγράφεται αυξητική.
Τα παραπάνω δεδομένα, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι οι τιμές πώλησης είναι υποτιμημένες σε ποσοστό που κυμαίνεται από 25% έως 35% έναντι του 2007, το «άνοιγμα» της στρόφιγγας των τραπεζικών ιδρυμάτων για τη χορήγηση νέων στεγαστικών δανείων (687εκατ.€ το 2020, πρόβλεψη για 900εκατ. € το 2021), όσο και των αποταμιεύσεων των εν δυνάμει αγοραστών ή/και μέσω της αφορολόγητης γονικής χρηματικής δωρεάς, αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που οδηγούν την κτηματαγορά να επιστρέψει στην «αίγλη» του παρελθόντος, δημιουργώντας ταυτόχρονα το κλίμα της «δεύτερης» επενδυτικής ευκαιρίας για αποδόσεις.
Ενισχυτικά αναμένεται να λειτουργήσει και η αύξηση των ζητούμενων τιμών ενοικίασης, όπου η σύγκριση του ενοικίου με τη μηνιαία δόση στεγαστικού δανείου σε πολλές περιπτώσεις υπολείπεται κατά 20%-30%.
Η κτηματαγορά αποδεικνύει καθημερινά ότι αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, ενώ είναι άμεσα συνδεδεμένη με περισσότερα από 3.000 επαγγέλματα.
Πηγή: enikonomia.gr