Ο θρύλος του rock n’ roll, Τζέρι Λι Λιούις, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών, όπως ανακοίνωσε σήμερα ο ατζέντης του.
Ήταν ένας από τους πρωτοπόρους του ροκ’ν’ρολ στη δεκαετία του ‘50, όταν ήταν ένα σαρωτικό μουσικό και κοινωνικό φαινόμενο.
Ο Λιούς ήταν ένας από τα πιο μεγάλα ονόματα της πρώτης περιόδου.
Οι έντονες ερμηνείες του Λιούις σε τραγούδια, συμπεριλαμβανομένων των Great Balls of Fire, βοήθησαν να καθιερωθεί η rock’n’roll μουσική ως η κυρίαρχη αμερικανική ποπ μουσική τη δεκαετία του 1950.
Ο Τζέρι Λι Λιούις γεννήθηκε στη Λουιζιάνα το 1935, γιος μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας που υποθήκευσε το σπίτι της για να αγοράσει στον Λιούις το πρώτο του πιάνο. Ενώ μάθαινε το όργανο και σπούδαζε σε ευαγγελική σχολή, τον έδιωξαν επειδή ερμήνευσε μια boogie-woogie έκδοση του My God is Real που θεωρήθηκε ασεβής.
Έπειτα δεν επέστρεψε στα θρανία και άρχισε να παίζει ζωντανά. Η πρώτη του δημόσια ερμηνεία ήταν σε ηλικία 14 ετών στα εγκαίνια μιας αντιπροσωπείας αυτοκινήτων.
Το 1956 ο Λιούις έκανε τις πρώτες ηχογραφήσεις του στην εταιρεία Sun Records στο Μέμφις του Τενεσί. Το τραγούδι του “Crazy Arms” πούλησε 300.000 αντίτυπα, ενώ το 1957 η επιτυχία του “Whole Lotta Shakin’ Goin’ On” έκανε τον Λιούις παγκοσμίως γνωστό, καθιερώνοντας τον στη Ροκ εντ ρολ σκηνή εκείνης της εποχής. Ακολούθησαν οι επίσης μεγάλες επιτυχίες “Great Balls of Fire”, “Breathless” και “High School Confidential”. Συμμετείχε επίσης από το 1956 στο διάσημο “Million Dollar Quartet”, μαζί με τους Έλβις Πρίσλεϊ, Τζόνι Κας και Καρλ Πέρκινς, μία σπουδαία στιγμή στην ιστορία του Ροκ εντ ρολ. Ο Λιούις έγινε γνωστός και για τη μεγάλη ενεργητικότητα που επεδείκνυε στη σκηνή, κάνοντας έντονες κινήσεις επί σκηνής.
Το 1958, η καριέρα του Λιούις υπέστη μεγάλο πλήγμα, όταν αποκαλύφθηκε στο κοινό ότι είχε παντρευτεί την μόλις 13 ετών ξαδέλφη του. Το γεγονός αυτό προκάλεσε μεγάλη ζημιά στη φήμη του, με αποτέλεσμα η παρουσία του στη ροκ εντ ρολ μουσική σκηνή να μειωθεί. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Λιούις δεν είχε σημαντικές επιτυχίες. Το 1964 ωστόσο, το άλμπουμ του “Live at the Star Club” παρουσίασε μεγάλη επιτυχία και θεωρήθηκε από τους κριτικούς ως ένα από τα καλύτερα στην ιστορία της ροκ μουσικής [12] [13]. Στο άλμπουμ αυτό ο Λιούις είχε μία από τις πιο εκρηκτικές σκηνικές παρουσίες.
Το 1968, ο Λιούις έκανε στροφή στην Κάντρι μουσική, όπου είχε επιτυχίες όπως με το τραγούδι “Another Place, Another Time” To 2006 κυκλοφόρησε το άλμπουμ του Λιούις “Last Man Standing”, που πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα, αποτελώντας το πιο επιτυχημένο του άλμπουμ και το 2010 το άλμπουμ “Mean Old Man”,που ήταν επίσης επιτυχημένο.
Ο Λιούις κέρδισε πολλά βραβεία στη Ροκ και Κάντρι μουσική. Κατατάχθηκε 24ος στη λίστα των 100 Σπουδαιότερων Καλλιτεχνών Όλων των Εποχών από το περιοδικό Rolling Stone. Ήταν ένας από τους τελευταίους εν ζωή καλλιτέχνες της πρώτης περιόδου γέννησης της Ροκ μουσικής.
Ο θάνατός έρχεται έπειτα από δύο ημέρες αφότου διαψεύστηκαν δημοσιεύματα των ΜΜΕ που ανέφεραν ότι είχε «φύγει» από τη ζωή.