Ο Θανάσης Λάλας είναι ο μοναδικός έλληνας δημοσιογράφος που έχει συνομιλήσει με τον Γούντι Άλεν, τον Μικ Τζάγκερ, τον Αντί Γουώρχολ, τον Ντέιβιντ Χώκνεϋ, τον Φράνσις Φορντ Κόπολα, τον Μπιλ Κλίντον, τον Σλόμπονταν Μιλόγεβιτς και εκατοντάδες άλλες μυθικές προσωπικότητες και έχοντας δημοσιεύσει μέχρι τώρα περισσότερες από 3.500 συνεντεύξεις στα περιοδικά και τις εφημερίδες που εργαζόταν, είναι σήμερα κι ένας από τους πιο λαμπρούς καλλιτέχνες της χώρας μας, με δεκάδες έργα ζωγραφικής και γλυπτικής να αποκαλύπτουν στο κοινό το μήνυμα που από μικρός κουβαλάει στο μυαλό του.
«Η ζωγραφική, η τέχνη γενικότερα, για εμένα είναι ένας τρόπος επικοινωνίας με τους άλλους ανθρώπους. Όπως και το ραδιόφωνο και το γράψιμο, αλλά και ο τρόπος που ντύνομαι ή φοράω τα γυαλιά μου. Με ενδιαφέρει να μοιράζομαι την αγωνία μου με άλλους. Ο δημιουργός για μένα είναι ένας καλλιεργητής της ψυχής και του πνεύματος… Όταν φτιάχνω ένα έργο, καταρχάς περνάω καλά εγώ ο ίδιος, ξεχνιέμαι. Όμως η σημασία του έργου μου φαίνεται όταν αυτό έρχεται σε επαφή με τους άλλους ανθρώπους. Ξαφνικά χωρίς να κατέχω το μυστικό, αναπτύσσεται κάτι μυστηριώδες και το κοινό θεωρεί ότι το έργο μου, είναι ένα έργο δικό του. Τα χρώματα που χρησιμοποιώ είναι μια διέξοδος, ένας τρόπος να κρύψω αυτό που υπάρχει κάτω από το χρώμα και μας βυθίζει σε μια μαυρόασπρη ζωή. Όπως και στην εκπομπή πάντα βάζω τη χαρά, όσο στενάχωρα και να είναι αυτά που λέγονται. Θα ήθελα οι άνθρωποι ακόμα και στα πιο δύσκολά τους να χαμογελούν. Να νιώθουν ότι έχουν τη δύναμη να γυρίσουν την κατάσταση» αναφέρει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ καιτη Μαριάνθη Κουνιά.
Η νέα έκθεση ζωγραφικής
Αυτές τις μέρες παρουσιάζει στον Εικαστικό Κύκλος ΔΛ στο Κολωνάκι την νέα του έκθεση ζωγραφικής που αποτελείται από 30 έργα με ακρυλικά και μελάνι πάνω σε πορσελάνινα πλακάκια, θέλοντας να πει ότι η Τέχνη μπορεί να “ανθίσει” οπουδήποτε. «Οφείλω πολλά στους δασκάλους μου. Με ενθάρρυναν πολύ, ο Μόραλης, ο Φασιανός, ο Μιχαηλίδης, ο Χουλιαράς και άλλοι σπουδαίοι, διαφορετικά δε θα είχα συναντηθεί με αυτό που κάνω σήμερα και λυτρώνομαι. Μια μέρα είδε ο Μόραλης κάτι που είχα σχεδιάσει σε ένα τετράδιο και με βοήθησε να το δείξω σε σπουδαίους ανθρώπους στο Παρίσι που με ενθάρρυναν να συνεχίσω» τονίζει.
Οι συνεντεύξεις
Η διαδρομή ζωής του Θανάση Λάλα είναι σαν μια κλωστή που συνδέει τις δικές του ανησυχίες με αυτές των απλών ανθρώπων–αναγνωστών. Περνώντας μέσα από το αφήγημα ζωής μεγάλων προσωπικοτήτων έδωσε διέξοδο στον απλό αναγνώστη να βρεί κι αυτός τον δρόμο του, να σκεφτεί μέσα από τις απαντήσεις των σπουδαίων αυτού του κόσμου, τις δικές του απαντήσεις. «Κάνοντας αυτές τις συνεντεύξεις, δεν κυνηγούσα τα ένδοξα ταξίδια και τους διάσημους ανθρώπους. Κυνηγούσα το ενδιαφέρον, ένα ενδιαφέρον που μπορείς να το συναντήσεις και χωρίς να ταξιδέψεις. Όλοι νομίζουν ότι το ενδιαφέρον σε αυτό που έκανα με τις συνεντεύξεις είναι ότι συναντούσα όλους αυτούς τους σημαντικούς ανθρώπους. Το ενδιαφέρον σε εμένα ήταν όχι ότι τους συνάντησα, αλλά αυτά που έλεγα με αυτούς, αυτά που μου έλεγαν αυτοί οι άνθρωποι. Τους ρώτησα αυτά που ήθελα να μάθω, ήθελα να πάρω απαντήσεις στα επτά μεγάλα ερωτήματα που ήταν και είναι το αίτημα κάθε ανθρώπου. Κάποιοι από αυτούς, με τα λεγόμενα τους, με σημάδεψαν, μου άλλαξαν τη ζωή. Αλλαξαν τα πάντα μέσα μου. Μεσα από αυτές τις συναντήσεις προσωπικά ελευθερώθηκα γιατί συναντήθηκα με πολλούς διαφορετικούς τρόπους ζωής. Με πολλές διεξόδους. Νομίζω ότι αυτά που ρώταγα ήταν αυτά που ήθελαν να ρωτήσουν και οι αναγνώστες, όλοι αυτοί οι απλοί άνθρωποι που διάβαζαν με πάθος κάθε Κυριακή στο Βήμα τις συνεντευξεις μου για να πάρουν κάποιες απαντήσεις για τη δική τους ζωή. Δεν πήγα ποτέ στον Κόπολα να μάθω πως έκανε την ταινία «Νονός». Ποτέ. Πάντα πήγαινα να μοιραστώ με τον άλλον που είχα απέναντι μου, τη δική μου αγωνία, το τι σημαίνει να χωρίζεις, τι σημαίνει να ακουμπάς έστω και γιά μια στιγμή τις φτέρνες του θεού, ποιά η σημασία του λάθους στη ζωή…» αναφέρει.
Η λατρεία για την Τέχνη
Ο Θανάσης Λάλας είναι ένας αυτοδίδακτος ζωγράφος αλλά αν ξαναγινόταν σήμερα 20 ετών, θα ήθελε να γίνει συγγραφέας, καθώς τελευταία ασχολείται και με τη συγγραφή βιβλίων και θεατρικών έργων. «Μόνο αυτό το πράγμα θα με ενδιέφερε γιατί πριν από όλα, μου αρέσει ο τρόπος ζωής ενός συγγραφέα. Όπως με ενδιαφέρει τώρα πια ο τρόπος ζωής ενός ζωγράφου. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ να δημιουργώ πνευματική τροφή για τους άλλους ανθρώπους. Με συγκινεί ότι οι άνθρωποι στα αδιέξοδά τους μπορούν να κρατηθούν από κάτι που μπορεί να λέγεται από κάποιον άλλον. Η Τέχνη με ενδιέφερε από μικρό παιδί. Αλλά είχα μια οικογένεια, μέσα από την οποία δεν μπορούσα πιθανόν να σκεφτώ ότι η ζωγραφική θα ήταν ένας τρόπος με τον οποίο θα έλεγα αυτά που με καίνε. Δεν είχα την ενθάρρυνση ότι υπάρχει αυτός ο δρόμος ζωής».
Το ραδιόφωνο
Φέτος επέστρεψε και στα ερτζιανά μετά απουσία δέκα ετών συναντώντας τους ακροατές του κάθε μέρα 12-1 το µεσηµέρι στον ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ FM. «Ήθελα πολύ να γυρίσω στο ραδιόφωνο. Όταν απομακρύνθηκα πριν πολλά χρόνια από την καθημερινή δημοσιογραφία, είχα κουραστεί πολύ και σε επικίνδυνο βαθμό. Ήταν μια λύτρωση για εμένα αυτή η απομάκρυνση. Ευτυχώς η ζωγραφική και το γράψιμο με βοήθησε πολύ να βρω έναν άλλο δρόμο, που ήταν τελικά μια λεωφόρος για μένα. Αλλά πάντα είχα σκέψεις γύρω από τη δημοσιογραφία. Το είχα όμως αφήσει έξω από την ζωή μου. Στις εκπομπές μου προσπαθώ να πω τα ίδια πράγματα που λένε όλοι οι άνθρωποι, αλλά με γέλιο, προκαλώντας ένα χαμόγελο. Δυστυχώς σήμερα χάσαμε το μέτρο και το θαυμασμό μας σε πράγματα πολύ σημαντικά».