«Νομίζω ότι είναι μεγάλη παγίδα να νομίζουμε ότι βγήκαμε από την κρίση στην οποία μπήκαμε», αναφέρει σε συνέντευξή του ο Λάκης Λαζόπουλος.
Όπως αναφέρει ο γνωστός ηθοποιός «Οι Έλληνες βιάζονται να ανέβουν ξανά στα τραπέζια, αλλά τα τραπέζια πλέον δεν είναι στο ίδιο έδαφος που ήταν. Από κάτω υπάρχει κενό. Είναι θέμα λίγου χρόνου να βρεθούμε σε δύσκολη κατάσταση. Ένας λαός που δεν διορθώνεται, είμαστε έθνος αδιόρθωτο, δεν ξέρει τι πρέπει να αποφύγει. Μου έλεγε μια φίλη μου που πουλάει αθλητικά παπούτσια ότι ο αθλητισμός ανέβηκε επί κρίσης. Επειδή ήταν σε πολύ μεγάλη ένταση όλα τα σπίτια, αγόρασαν παπούτσια για να τρέχουν. Αυτοί που τρέχουν στους μαραθωνίους, είναι αυτοί που άρχισαν να τρέχουν επί κρίσης. ‘Ετσι αυξήθηκαν και οι πωλήσεις αθλητικών παπουτσιών.
Οι Έλληνες, λοιπόν, μάθανε να περπατάνε, να τρέχουν, να σπαταλάνε τον χρόνο τους στον αθλητισμό, σε ενέργειες που τους δίνουν χαρά. Ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του κόσμου διασώθηκε από την κρίση, γιατί έμαθε να ζει σε κάθε κρίση. Και υπάρχει, βέβαια, και μια μερίδα κόσμου που πιστεύει ότι θα σταματήσει κάποτε η κρίση, για να κάνουν ακριβώς τα ίδια που έκαναν. Και αυτοί που θέλουν να κάνουν τα ίδια, είναι αυτοί που ηγούνται. Και πρέπει πλέον να σταματήσουν να δίνουν ψευδαισθήσεις στο λαό. Είτε δεξιοί, είτε αριστεροί. Ο κόσμος πρέπει να έχει συνείδηση, κάθε φορά, για το πού βρίσκεται. Δεν μπορείς να δίνεις «χαλασμένες πυξίδες» στο λαό. Θα τις πληρώσει πολύ ακριβά. Εγώ προτείνω, λοιπόν, να σταματήσουν να μοιράζουν στο λαό χαλασμένες πυξίδες».
Απαντώντας στο εάν στο σπίτι του θα φιλοξενούσε μετανάστες, ο Λάκης Λαζούπουλος είπε «θα είχα ανοιχτό το σπίτι μου σε όλους και δεν ξεχωρίζω κανέναν. Αλλά, άλλο πράγμα η συνύπαρξη και άλλο πράγμα… το «βρε καλώς τους, περάστε…». Δεν μπορεί, ας πούμε, σήμερα ο Ελληνας να φέρνει μια κοινωνική ευθύνη, σε ατομικό επίπεδο. Εδώ δεν μπορεί να συνυπάρξει πατέρας με γιο, μάνα με κόρη, νύφη με πεθερά. Μπορούν να συνυπάρξουν άνθρωποι με διαφορετικές κουλτούρες; Να συμβιώσουν σε κοινωνικό επίπεδο; Μπορούν, αν το κράτος φροντίζει και έχει τη δυνατότητα να τους εξασφαλίσει εργασία. Είδατε στη Νέα Υόρκη να ενοχλούνται οι μεν από τους δε; Κανείς, όλοι είναι μια χαρά.
Όλοι εργάζονται, έχουν μια θέση, έχουν την ταυτότητά τους, την κουλτούρα τους, τη θρησκεία τους. Αισθάνονται ισότιμα μέλη. Εδώ δεν νιώθουν ισότιμα μέλη. Και ο Ελληνας τρομάζει με αυτούς που είναι σε υποδεέστερη κατάσταση. Δεν θέλει να βλέπει κάποιον που να του θυμίζει ότι μπορεί να πάθει κι αυτός τα ίδια. Δηλαδή, ο φτωχός φοβάται τον φτωχότερο. Και ο φτωχότερος αυτόν που δεν έχει στον ήλιο μοίρα. Όσο κατεβαίνεις τα σκαλοπάτια και πλησιάζεις το υπόγειο το σκοτεινό τόσο φοβάσαι περισσότερο. Είναι ευθύνη του κράτους και της κοινωνίας να αποφασίζει κάθε χώρα με ποιον τρόπο θα συμπεριφέρεται. Θα ήταν φρόνιμο, με τον σωστό τρόπο, σε όσους περνούν δυσκολίες. Όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί η Ελλάδα να βαστάξει το βάρος όλης της Ευρώπης. Τέλεια και παύλα».
Για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα νησιά του Βορείου Αιγαίου από τις προσφυγικές ροές σημειώνει ότι «είναι μια τραγωδία, αλλά είναι κάτι που το υπογράψαμε εμείς. Ο ελληνικός λαός συμφώνησε με αυτή τη συνθήκη. Ως πρωθυπουργός, ο Σημίτης υπέγραψε αυτό που βιώνουμε σήμερα. Δηλαδή, όσοι μετανάστες, πρόσφυγες βρίσκονται μέσα στην Ευρώπη θα επιστρέφουν στην πύλη εισόδου τους, που, αυτό πρακτικά, σημαίνει ότι ο νόμος τούς αναγκάζει να περάσουν ξανά από την Ελλάδα και ας έχουν φτάσει στην Αυστρία. Άρα, με το προσφυγικό ούτε ο Μητσοτάκης θα κάνει τίποτα, ούτε ο Τσίπρας έκανε, ούτε η Κεντροδεξιά ούτε η Κεντροαριστερά. Όλα είναι θέμα νόμων. Αυτή τη στιγμή τι λένε στην Ευρώπη; Ότι όσοι έρχονται στην Ε.Ε. θα μείνουν στην Ελλάδα, από εκεί που μπήκαν.
Πού βαδίζουμε λοιπόν; Έχει η Ελλάδα αυτή την οικονομική ανάπτυξη, για να μπορεί να ενσωματώσει όλους αυτούς τους ανθρώπους; Πώς μπορεί να σηκώσει ένα φορτίο δυσανάλογο από αυτό που μπορεί να σηκώσει και η ίδια ακόμη με την κρίση; Ο ελληνικός λαός είναι φιλόξενος. Οι Έλληνες, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, είναι δίπλα στον συνάνθρωπο. Ξέρουν τι σημαίνει μετανάστευση, προσφυγιά, ξέρουν το 1922, τα ξέρουν όλα. Είναι ένας λαός βαθιά πληγωμένος. Ο Έλληνας έχει όλη την καλή διάθεση να βοηθήσει. Μην μπερδεύετε τις εικόνες με κάποιους φασίστες. Αλλά, ο Έλληνας ξέρει και πόσο μπορεί να αντέξει. Ο Έλληνας θέλει να σταματήσει η αδικία. Μια Ευρώπη να μας συμπεριφέρεται σαν να είμαστε το χολ της Ευρώπης. Δεν μπορεί όλοι αυτοί οι άνθρωποι να συνωστίζονται στο χολ της Ευρώπης. Να αναλάβουν η Γαλλία, η Γερμανία, η Αυστρία, όλες οι χώρες της Ευρώπης, το μερίδιο της ευθύνης τους. Γιατί, αυτή η κρίση είναι για όλους.
Στο πώς του φαντάζει αυτή η Ευρώπη σήμερα, ο Λάκης Λαζόπουλος λέει: «Δεν μου αρέσει. Υπάρχουν ήδη αλλαγές. Η αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας κάτι σημαίνει. Σε δυο-τρία χρόνια από σήμερα, η Μεγάλη Βρετανία, πιστεύω, ότι θα έχει σταθεί στα πόδια της. Τι θα έχουν να πουν τότε οι Ευρωπαίοι; Θα έχουν ένα νέο μοντέλο χώρας, που έφυγε και στάθηκε στα πόδια της. Η Μεγάλη Βρετανία, αν είμαστε εδώ, θα δούμε ότι θα αναπτυχθεί. Τι θα κάνει τότε η Ε.Ε.; Θα συνεχίζει να βάζει λιτότητα στους λαούς; Θα συνεχίσει να είναι ο Γερμανός ο «δεσμοφύλακας» της Ευρώπης; Αυτή τη στιγμή, η Γερμανία συμπεριφέρεται σαν ο δεσμοφύλακας της Ευρώπης και των ελευθεριών της. Και εδώ βάζουν χέρι στις ελευθερίες μας. Τι θα γίνουμε λοιπόν, οι υπηρέτες της Ευρώπης; Υπηρέτες μιας από τις αναπτυγμένες χώρες, που τυγχάνει να βγάζει καλά αυτοκίνητα; Ε, και τι έγινε; Και το ξαναλέω: Ε, και λοιπόν, τι έγινε; Η Ευρώπη πρέπει να μοιραστεί κοινά οράματα, κοινές ιδέες. Δεν μπορούμε να μοιραστούμε στην Ευρώπη κοινό ταμείο, αλλά μόνο κοινό πολιτισμό».
Αναφερόμενος στην νέα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, ο Λάκης Λαζόπουλος την χαρακτηρίζει ως «πολύ καλή επιλογή. Η επιλογή του Μητσοτάκη είναι πολύ σωστή. Να πάρει ένα πρόσωπο το οποίο ο ίδιος δεν ψήφισε, αλλά και ο ίδιος ψήφισε. Αυτό σημαίνει ότι αναγνωρίζει ένα λάθος στον εαυτό του. Και ένας άνθρωπος που αναγνωρίζει το λάθος του και το επανορθώνει, είναι για μένα δύναμη. Η συγκεκριμένη γυναίκα έφτασε εκεί που έφτασε με τη δύναμη και την αξία της και αυτό κάτι σημαίνει. Τιμή μας και καμάρι μας η συγκεκριμένη γυναίκα. Δεν τη γνωρίζω, αλλά χάρηκα που την επέλεξαν τελικά».