«Δεν πέταξα στο ποτάμι το παιδί μου, δεν σκότωσα εγώ το παιδί μου. Μετανιώνω που δεν έκανα κάτι για να το βοηθήσω. Αν μπορούσα να γυρίσω πίσω τον χρόνο, αν μπορούσα να αλλάξω κάτι, τότε να είστε σίγουροι ότι θα προσπαθούσα να το σώσω. Είμαι μια γυναίκα που δεν τελείωσα το σχολείο, δεν εργάζομαι και ζω με τον παππού, την μητέρα και τον αδελφό μου. Η οικογένειά μου με βοηθούσε να μεγαλώσω το παιδί μου. Σας ζητώ να μην με προφυλακίσετε και να εξεταστώ από γιατρό», δήλωσε η 29χρονη στην απολογία της
Ο ανακριτής όμως, δεν πείστηκε. Έκρινε ότι πρέπει να φυλακιστεί ώσπου να γίνει το δικαστήριο και έδωσε την εντολή να εξεταστεί από ψυχίατρο στη Θεσσαλονίκη.
Η μοιραία διαδρομή
Η 29χρονη περιέγραψε στον ανακριτή όλα όσα συνέβησαν την παραμονή της Πρωτοχρονιάς: Πώς έφτασε στο κέντρο της πόλης, όπου φέρεται να την κατέγραψε και αυτή η κάμερα ασφαλείας, με το παιδί της στην αγκαλιά, πώς κατέληξε στο φράγμα του Αλιάκμονα και τι συνέβη με το παιδί.
«Το μεσημέρι της παραμονής της Πρωτοχρονιάς κάλεσα ένα ταξί που με πήρε από το σπίτι μαζί με το παιδί μου και μας άφησε στην περιοχή του Προμηθέα. Ύστερα, κρατώντας το παιδί στην αγκαλιά μου, περπάτησα ως το κέντρο. Έφτασα στην πιάτσα του Αγ. Ανδρέα και από εκεί πήρα άλλο ταξί που μας πήγε στο φράγμα. Ήθελα να πάω τη μικρή βόλτα γιατί είχε καλό καιρό. Εκεί περπάτησα και έφτασα στην προβλήτα. Κάθισα για να αγναντεύσω τη θέα και άφησα το παιδί δίπλα μου. Αφαιρέθηκα… Εκείνο μπουσούλησε και έπεσε στο νερό. Μόλις το είδα, τρόμαξα και έφυγα», είπε.
Ο οδηγός του ταξί που την μετέφερε από το κέντρο της Βέροιας στο φράγμα, εντοπίστηκε και εκείνος και κατέθεσε κι στις Αρχές.
«Η συμπεριφορά της ήταν φυσιολογική»
«Η 29χρονη μπήκε μέσα στο ταξί με το μωρό στην αγκαλιά. Η συμπεριφορά της ήταν φυσιολογική. Μου ζήτησε να την αφήσω στην προβλήτα κοντά στο φράγμα του Αλιάκμονα. Δεν αντιλήφθηκα τίποτα το ανησυχητικό», ανέφερε ο οδηγός ταξί.
Οι κάμερες στο φράγμα του Αλιάκμονα δεν λειτουργούν προσωρινά λόγω βλάβης κι έτσι η τραγωδία δεν έχει καταγραφεί. Επομένως, η μαρτυρία αυτού του ανθρώπου κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική μιας και φέρεται να είναι ο τελευταίος άνθρωπος που είδε το μωρό ζωντανό.
Ήδη έχουν καταθέσει και ο πρώτος οδηγός αλλά και ο τρίτος και τελευταίος, ο οποίος την επιβίβασε από το σημείο της τραγωδίας για να την μεταφέρει στα ΚΤΕΛ.
«Κάλεσα ξανά ταξί που με μετέφερε από το φράγμα στα ΚΤΕΛ και από εκεί με λεωφορείο πήγα στην Αλεξάνδρεια και πέρασα το βράδυ της Πρωτοχρονιάς μόνη μου, σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου. Την επόμενη μέρα, επέστρεψα στο σπίτι μου. Όλο αυτό το διάστημα, δεν μίλησα στο τηλέφωνο και δεν συναντήθηκα με κανέναν, εκτός από τους οδηγούς των ταξί», ανέφερε η 29χρονη στην απολογία.
«Ο χαμός της μικρούλας ήταν τεράστιο πλήγμα»
Για την οικογένεια της 29χρονης, ο χαμός της μικρούλας ήταν τεράστιο πλήγμα…
Παππούς, μητέρα και αδελφός της 29χρονης, παραμένουν σαστισμένοι από το κακό που τους βρήκε και ο καθένας με τον τρόπο του, προσπαθεί να διαχειριστεί τον αδιανόητο πόνο.
«Τι να πιστέψεις. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι συνέβη πραγματικά. Εγώ πιστεύω δε θα έκανε τέτοιο πράγμα. Τι να κάνει; Κλαίει η μάνα μου. Πριν δυο μήνες χάσαμε και τη γιαγιά, τρεις απώλειες», δήλωσε ο αδερφός της 29χρονης.
Η έκθεση της ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης της 29χρονης θα παραδοθεί στα χέρια του εισαγγελέα ο οποίος θα αποφασίσει εάν τελικά η κρατουμένη θα μεταφερθεί στην ψυχιατρική πτέρυγα των φυλακών Κορυδαλλού ή στις γυναικείες φυλακές του Ελαιώνα Θήβας.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο της, Αντώνη Μπιδέρη, και αφού έχει τελειώσει η ανάκριση, «αναμένουμε να μπουν νεότερα έγγραφα στη δικογραφία για να τα μελετήσουμε».
«Ο πραγματογνώμονας που έχει οριστεί θα πρέπει να βγάλει πραγματογνωμοσύνη αν η 29χρονη πάσχει από ψυχική ή διανοητική νόσο και να την προσδιορίσει».
Όπως είπε ο δικηγόρος της 29χρονης, «ρωτά και ξαναρωτά αν το παιδί της είναι στη ζωή ή όχι, φαίνεται να μην έχει πειστεί. Διατυπώνει αμφισβητήσεις για το αν η κατάληξη είναι αυτή που της έχουν πει».