«Το νησί των ανέμων έχει φτιαχτεί ως «παιδική χαρά» για πλούσιους και διάσημους επισκέπτες, αλλά οι ντόπιοι λένε ότι η ανάπτυξη στη Μύκονο έχει φτάσει στα όριά της», τονίζεται σε δημοσίευμα του Guardian.
Ο Νίκος Ζουγανέλης, γεννημένος και μεγαλωμένος στο «νησί του πάρτι», επεδίωξε να κάνει κάτι νέο.
«Στις Ρίζες θέλουμε να ζήσουμε τη Μύκονο των ριζών μας. Δεν έχουμε σαμπάνια, δεν έχουμε μουσική, δεν έχουμε πολύ κόσμο », λέει ο ίδιος στον Guardian, για το εγχείρημα που περιλαμβάνει απολαύσεις όπως μαθήματα μαγειρικής, ψωμί και ιππασία.
«Η προσπάθεια του Ζουγανέλη να τιμήσει αυτό που κάποτε ήταν ο αυθεντικός τρόπος ζωής των Κυκλάδων είναι εν μέρει μια αντίδραση σε όσα έχει δει γύρω του. Ωστόσο, δεν ήταν ενστικτώδης», γράφει η βρετανική εφημερίδα.
Celebrities
«Φέτος το καλοκαίρι, στην «παιδική χαρά» βρέθηκαν ο Έλον Μασκ, ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, η τραγουδίστρια και τηλεοπτική περσόνα Νικόλ Σέρζινγκερ με τον αρραβωνιαστικό της, ο πρώην σταρ του ράγκμπι Τομ Έβανς και ο ποδοσφαιριστής Μο Σαλάχ, ο οποίος φέρεται να υπέγραψε επέκταση συμβολαίου με τη Λίβερπουλ αξίας άνω των 350.000 λιρών την εβδομάδα που έκανε διακοπές στο νησί», τονίζεται μεταξύ άλλων στο δημοσίευμα.
Η τουριστική περίοδος κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει, αλλά ήδη περισσότεροι από ένα εκατομμύριο παραθεριστές έχουν περάσει από τη Μύκονο. Τον Ιούλιο εκτιμάται ότι καταγράφηκαν 220.000 επισκέπτες σε μια εβδομάδα, με τουλάχιστον 30.000 υπαλλήλους -τρεις φορές ο πληθυσμός των κατοίκων- να στελεχώνουν εστιατόρια, ξενοδοχεία και ιδιωτικές βίλες.
«Όλοι θέλουν να ζήσουν τον μύθο τους στη Μύκονο. Η Μύκονος είναι ένα θαύμα. Είναι απλώς ένας μικρός βράχος στο Αιγαίο και έχει καταφέρει να γίνει ένας διεθνής τουριστικός προορισμός που αποφέρει έσοδα δισεκατομμυρίων ευρώ», λέει ο δήμαρχος Κωνσταντίνος Κουκάς.
«Δύο κόσμοι»
«Είναι ένας μικρόκοσμος αίγλης και λάμψης που έχει καταφέρει να επιβιώσει δίπλα σε έναν άλλο κόσμο που κατοικείται από παλαιότερες γενιές ντόπιων που πηγαίνουν στην εκκλησία, τους οποίους μπορεί να δει κανείς στα παραθαλάσσια καφέ της πόλης», σημειώνει ο Guardian.
«Όμως η επιτυχία έφερε τα ναρκωτικά, το ξέπλυμα μαύρου χρήματος και το οργανωμένο έγκλημα. Το άλλοτε φτωχό νησί έφερε την ακμή στην τουριστική βιομηχανία της χώρας στον απόηχο της «ανακάλυψής» του τη δεκαετία του 1950 – από ταξιδιώτες που επισκέφθηκαν τη Δήλο, το κοντινό νησί που από καιρό θεωρούνταν ως ο πιο ιερός τόπος του αρχαίου ελληνικού κόσμου- αλλά τώρα αντιμετωπίζει τις συνέπειες της υπερανάπτυξης», τονίζεται στη συνέχεια.