Περισσότεροι από 3.000 σεισμοί έχουν καταγραφεί από τον Ιούλιο στη Θήβα, με τους σεισμολόγους να εξετάζουν καθημερινά όλα τα δεδομένα από την περιοχή.
Τον κώδωνα του κινδύνου για τους σεισμολόγους έκρουσε η πρόσφατη σεισμική δόνηση των 4,3 Ρίχτερ, της 10ης Απριλίου, τρία 24ωρα μόλις μετά τα 3,9 Ρίχτερ και ενώ είχε να καταγραφεί σεισμός τέτοιου μεγέθους από τις 11 Ιουλίου, γεγονός που επανέφερε σε υψηλά επίπεδα την ανησυχία των κατοίκων για τον αδιάκοπο χορό των Ρίχτερ κάτω από τα πόδια τους αλλά και από την απόκοσμη βοή που συνοδεύει αρκετές από τις δονήσεις.
Ο διευθυντής Ερευνών Σεισμολογίας στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Γεράσιμος Παπαδόπουλος, μελετώντας το πλήθος των στοιχείων που προκύπτουν από την έξαρση σεισμικότητας στη Θήβα, εξηγεί στα «ΝΕΑ» ποιοι δείκτες αποκαλύπτουν χαρακτηριστικά προσεισμικής ακολουθίας (πανομοιότυπης με την περίπτωση του Αρκαλοχωρίου), με «σημαντική πιθανότητα», όπως αναφέρει ο ίδιος, «για ισχυρότερο σεισμό στην περιοχή», ανάλογο των 6,2 Ρίχτερ που είχαν χτυπήσει τη Θήβα το 1892, έπειτα από ανάλογη προσεισμική δραστηριότητα 17 μηνών.
«Τα ρήγματα στη Θήβα είναι σε συνέχεια των ρηγμάτων του Κορινθιακού Κόλπου. Εχουμε δημοσιεύσει μελέτη για τους προσεισμούς ισχυρών δονήσεων στον Κορινθιακό, σύμφωνα με την οποία, στις 12 από τις 17 περιπτώσεις, είχαμε προσεισμική ακολουθία. Ενα ποσοστό 83%. Εάν λάβουμε αυτό υπόψη, τότε, βλέποντας στη Θήβα ότι υπάρχουν χαρακτηριστικά προσεισμών, βλέπουμε ότι υπάρχει σημαντική πιθανότητα για ισχυρότερο σεισμό στην περιοχή», σημειώνει ο καθηγητής, αναφέροντας ως βασικά γνωρίσματα προσεισμών την επιτάχυνση του ρυθμού σεισμικότητας και το σχετικό πλήθος των μεγάλων σεισμών, που στη σεισμολογία εκφράζεται με την παράμετρο b: «Σε περιπτώσεις προσεισμών, η b παρουσιάζει σημαντική πτώση σε σχέση με την τιμή που έχει το προηγούμενο διάστημα. Εδώ έχουμε μια παράμετρο που το τελευταίο 20ήμερο παρουσιάζει σημαντική πτώση, από το 1 στο 0,80. Και αυτό ενισχύει την άποψη ότι πιθανώς βρισκόμαστε σε φάση προσεισμών».
Παρατηρώντας τα επίκεντρα των σεισμών στην περιοχή και τη ζώνη που αυτά σχηματίζουν, ο ίδιος τοποθετείται και ως προς το μέγεθος ενός πιθανού ισχυρότερου σεισμού. «Οι πιο αξιόλογοι σεισμοί στη Θήβα (3 Ρίχτερ και πάνω) από το καλοκαίρι μέχρι τώρα, καταλαμβάνουν μια ζώνη μήκους 15-20 χιλιομέτρων, διατασσόμενοι σε μια γραμμή από την ανατολή προς τη δύση. Αν αυτό αντιστοιχεί σε ένα ρήγμα, τότε αυτό το μήκος ρήγματος αντιστοιχεί σε σεισμό μεγέθους 6 Ρίχτερ».
«Πάρτε μέτρα». Στο διά ταύτα, ο καθηγητής περιγράφει τι θεωρεί αναγκαίο να γίνει για την ασφάλεια των κατοίκων, από τις τοπικές Αρχές: «Το καλοκαίρι η Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου, συνέστησε να ληφθούν επειγόντως προληπτικά μέτρα. Πήραμε το χειρότερο δυνατό σενάριο και είπαμε “πάρτε μέτρα”. Oι τοπικές Αρχές θα πρέπει να πάρουν ακόμη περισσότερα μέτρα από αυτά που περιγράφει το Επιχειρησιακό Σχέδιο Εγκέλαδος. Οσο περισσότερα μέτρα, τόσο καλύτερο για την περιοχή, παρόλο που τα μέτρα δεν μπορούν να σταματήσουν τον σεισμό. Ο σεισμός αν είναι να γίνει, θα γίνει. Μπορούν όμως να μειώσουν τις ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες. Λαμβάνω μηνύματα που μου λένε, “εμείς οι πολίτες τι είναι αυτό που θα κάνουμε”. Πρέπει, λοιπόν, να ενταθεί η προσπάθεια από δήμο και περιφέρεια, ώστε να ενημερωθούν όλοι στους ορθούς τρόπους αντισεισμικής συμπεριφοράς».
Και η Αθήνα; Κατά πόσο κινδυνεύει, εν μέσω, μάλιστα, τουριστικής περιόδου, από έναν σεισμό 6 Ρίχτερ στη γειτονική Θήβα; «Νομίζω ότι είναι μειωμένη η απειλή για την Αθήνα λόγω της απόστασης που είναι σημαντική», σημειώνει ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος, ενώ, ως προς τη δυνατότητα εκτίμησης του χρόνου στον οποίο μπορεί να «απλωθεί» η πολύμηνη προσεισμική ακολουθία στη Θήβα, είναι σαφής: «Δυστυχώς είναι δύσκολο να το πούμε, δεν έχω τρόπο να το ελέγξω επιστημονικά. Θέλω να πω όμως ότι η περιοχή της Θήβας βρίσκεται σε περίοδο αυξημένου σεισμικού κινδύνου, η σεισμικότητα έχει τα χαρακτηριστικά προσεισμών και, για τον λόγο αυτό, η γένεση ισχυρότερου σεισμού είναι σημαντικά πιθανή».