Αρνητές εμβολιασμού κατά του COVID-19, οι οποίοι επί το πλείστον είναι συνταξιούχοι και άνω των 60 ετών, προσέφυγαν στο ΣτΕ και ζητούν να ακυρωθεί η σχετική υπουργική απόφαση που προβλέπει την μηναία καταβολή προστίμου των 100 ευρώ σε όσους αρνούνται να εμβολιαστούν.
Υποστηρίζουν ότι είναι αντισυνταγματική, αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΔΕΕ), καθώς και παράνομη η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού και της επιβολής διοικητικού προστίμου των 100 ευρώ.
Με την από 30.12.2021 κοινή υπουργική απόφαση καθορίστηκε η διαδικασία και οι λόγοι απαλλαγής από την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά του COVID-19. Η επίμαχη υπουργική απόφαση προβλέπει τις κατηγορίες εκείνες των πολιτών που εξαιρούνται από την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού, όπως εκείνοι οι οποίοι έχουν λάβει απαλλαγή από την υποχρεωτικότητα από τις τριµελείς υγειονομικές επιτροπές για λόγους υγείας (όπως είναι σοβαρή αλλεργική αντίδραση, διαγνωσµένη αλλεργία, ιστορικό θροµβοπενίας κ.λπ.), όσοι έχουν εμβολιαστεί στο εξωτερικό και όσοι έχουν κάνει αίτηση για εμβολιασμό κατ’ οίκον, αλλά αυτός δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί.
Η ίδια η υπουργική απόφαση προβλέπει ότι όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί κατά του COVID-19 θα τους επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο των 100 ευρώ το μήνα και για όσο διάστημα παραμένουν ανεμβολίαστοι.
Έτσι, προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας 18 ανεμβολιάστοι πολίτες οι οποίοι έχουν γεννηθεί έως και την 31η Δεκεμβρίου 1961, οι οποίοι είναι κατά κόρον απόμαχοι της εργασίας. Μεταξύ των προσφευγόντων στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο είναι πρώην αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, δύο αρεοπαγίτες, ένας πρώην πρόεδρος Εφετών, δύο δικηγόροι, ένας γιατρός, ένας ιερέας, ένας συνταξιούχος εκπαιδευτικός, ιδιωτικοί υπάλληλοι, κ.λπ.
Οι αρνητές, μέσω του συνηγόρου τους, καθηγητή της Νομικής Σχολής του Καποδιαστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνου Λαζαράτου, υποστηρίζουν ότι η επίμαχη υπουργική απόφαση, προσβάλει τα ατομικά δικαιώματά τους, τα Συνταγματικά προστατευόμενα προσωπικά δεδομένα και τα περιουσιακά τους δεδομένα, λόγω της επιβολής του προστίμου των 100 ευρώ. Και ενώ, την ίδια στιγμή, τα τρία αυτά προσωπικά δεδομένα προστατεύονται από την ΕΣΔΑ και τον ΧΘΔΕΕ.
Στην αίτηση ακύρωσης τους οι 18 επικεντρώνονται στην παραβίαση των προσωπικών δεδομένων τους, καθώς για την επιβολή του προστίμου των 100 ευρώ, ακολουθείται μια δαιδαλώδης και μακρόσυρτη διαδικασία. Υποστηρίζουν ότι για την επιβολή του προστίμου θα διαβιβάζονται τα προσωπικά δεδομένα τους, όπως είναι ονοματεπώνυμο, πατρώνιμο, μητρώνιμο, ημερομηνία γέννησης και ΑΜΚΑ από την Ηλεκτρονική Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης (ΗΔΙΚΑ) στη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης (ΓΓΠΣΔΔ), προκειμένου να προσδιοριστεί το ΑΦΜ του κάθε αρνητή. Από εκεί η ΓΓΠΣΔΔ θα διαβιβάζει τα προσωπικά δεδομένα τους στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ).
Όμως, η επίμαχη υπουργική απόφαση προβλέπει μεν τον τρόπο διαβίβασης των προσωπικών δεδομένων, αλλά δεν προβλέπει τεχνικά πως θα γίνει η μεταβίβαση αυτή με ασφαλή και εμπιστευτικό τρόπο, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων και ο αποκλεισμός πιθανής διαρροής τους. Ούτε όμως προβλέπει τον ακριβή χρόνο τήρησης των προσωπικών δεδομένων από τις εμπλεκόμενες Δημόσιες υπηρεσίας, αλλά δεν προβλέπει ούτε τη διαδικασία ελέγχου και διαπίστωσης τυχόν παραβάσεων. Ακόμη, δεν προβλέπει πως θα γίνει η βεβαίωση και είσπραξη των προστίμων.
Με άλλα λόγια, η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση δεν εξασφαλίζει την λειτουργία του συστήματος είσπραξης των προστίμων με ταυτόχρονη προστασία των προσωπικών ευαίσθητων δεδομένων.
Κατά συνέπεια, η υπουργική απόφαση η οποία προβλέπει εις το διηνεκές την κύρωση του μηνιαίου προστίμου των 100 ευρώ, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την προστασία της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, την προστασία της αξίας του ανθρώπου, την προστασία των προσωπικών δεδομένων, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του κάθε πολίτη. Αξίες οι οποίες προστατεύονται ρητά από την ΕΣΔΑ, τον ΧΘΔΕΕ και το Σύνταγμα.
Σε άλλο σημείο της αίτησης ακύρωσης, επισημαίνεται ότι η κύρωση της καταβολής του προστίμου αφαιρεί μηνιαίως και αδιακρίτως του ύψους του μισθού ή της σύνταξης το ποσό των 100 ευρώ, ακόμη και από τους πένητες, θέτοντας με τον τρόπο αυτό «υπαρξιακό minimum ομάδας θιγομένων πολιτών», κάτι που είναι αντίθετο στην αρχή της αξίας του ανθρώπου. Εξάλλου, η εν λόγω υπουργική απόφαση δεν συνδέει «το μέτρο του de facto υποχρεωτικού εξαναγκασμού σε εμβολιασμού, με την άμεση διακινδύνευση της δημόσιας υγείας» με συνέπεια να είναι προδήλως αντίθετη «στην αρχή της αξίας του ανθρώπου».
Το άρθρο 2 του Συντάγματος, υπογραμμίζει ο κ. Λαζαράτος, προβλέπει ότι η αρχή της αξίας του ανθρώπου είναι «απαραβίαστη και ανεπιφύλακτη, υπό την έννοια ότι δεν υπόκειται σε κανένα περιορισμό», ενώ η ίδια συνταγματική διάταξη «επιβάλλει να μην υποβιβάζεται ο άνθρωπος σε αντικείμενο-εργαλείο για την εξυπηρέτηση οποιουδήποτε σκοπού του κράτους».
Τέλος, επισημαίνεται, ότι η επιβολή της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού με συγκεκριμένα εμβόλια είναι καθ΄ εαυτή αντισυνταγματική, πολλώ δε μάλλον που συνδέεται από την επιβολή διοικητικής κύρωσης οικονομικής φύσεως».