«Σπίτι μου»: 137.000 νέοι θα αποκτήσουν στέγη – Διαθέσιμες κατοικίες με δάνεια έως 150.000 ευρώ με πολύ μικρό ή μηδενικό επιτόκιο

500 εκατ. ευρώ η συνολική χρηματοδότηση του προγράμματος - 25-39 ετών η ηλικία των δικαιούχων με χαμηλά εισοδήματα

Ανοίγει η «βεντάλια» της κυβερνητικής πολιτικής στέγασης και διευρύνεται το πεδίο δανεισμού αλλά και εύρεσης κατοικιών, καθώς όλες οι τράπεζες έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να μπουν στο πρόγραμμα, ταυτόχρονα με δεκάδες εταιρείες real estate που έχουν βγει στο «κυνήγι», προκειμένου να εντοπίσουν διαμερίσματα, κυρίως παλαιότερα, καθώς το κόστοςτους δεν μπορεί να ξεπερνά τα 150.000 ευρώ.

 

Ήδη, ο υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης, υπέγραψε το σχετικό συμβόλαιο με την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα που θα χρηματοδοτήσει τα επιτόκια του προγράμματος «Σπίτι μου» με 500.000.000 ευρώ, μέσω του οποίου θα αποκτήσουν στέγη 137.000 δικαιούχοι σε βάθος χρόνου.

Επιδοτούμενα επιτόκια Μέσα στο επόμενο δεκαήμερο κλείνει η προκήρυξη προς τις τράπεζες, οι οποίες έχουν εκδηλώσει ήδη ενδιαφέρον, καθώς τα επιτόκια θα είναι επιδοτούμενα στο 25% για ζευγάρια, μέχρι και μηδενικά για τους έχοντες ή αυτούς που θα αποκτήσουν και μετά την αγορά τρία παιδιά.

Το ακίνητο θα πρέπει να έχει εμβαδό ίσο ή μεγαλύτερο από 50 τ.μ., το οποίο προσαυξάνεται κατά 10 τ.μ. για κάθε μέλος της οικογένειας που συγκατοικεί με τον αιτούντα.

Δικαιούχοι, σύμφωνα με την επιδότηση από την Αναπτυξιακή Τράπεζα, θα είναι οι πολίτες ηλικίας 25-39 ετών κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για το δάνειο, με ετήσιο εισόδημα από 10.000 ευρώ έως το όριο που προβλέπεται για τη χορήγηση επιδόματος θέρμανσης.

Το ετήσιο συνολικό οικογενειακό εισόδημά τους, πραγματικό και τεκμαρτό, ανέρχεται έως και σε 16.000 ευρώ για άγαμο υπόχρεο ή υπόχρεο σε κατάσταση χηρείας ή εν διαστάσει και 24.000 ευρώ για έγγαμο υπόχρεο ή τους έγγαμους ή τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης κ.λπ., το οποίο προσαυξάνεται κατά 3.000 ευρώ για κάθε τέκνο.

 

 

Ομοίως, για τη μονογονεϊκή οικογένεια το ως άνω εισόδημα ανέρχεται έως 27.000 ευρώ, το οποίο προσαυξάνεται κατά 3.000 ευρώ για κάθε τέκνο μετά το πρώτο.

Η διαδικασία

■ Η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από σειρά δικαιολογητικών για το καθένα από τα κριτήρια επιλεξιμότητας. Οι τράπεζες ελέγχουν την πλήρωση των προϋποθέσεων. Εάν αυτές πληρούνται, τότε αποφασίζουν για την προέγκριση ή όχι δανείου και τα κριτήρια πιστοδότησης εντός 60 ημερών από την υποβολή της αίτησης. Η προέγκριση ισχύει για 60 ημέρες.

 Η τράπεζα ενημερώνει τον αιτούντα που οφείλει να της γνωστοποιήσει το αιτούμενο ποσό δανείου (που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ), το ακίνητο που προτίθεται να αγοράσει και την τιμή του, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 200.000 ευρώ, σύμφωνα με το συμβόλαιο αγοράς και να προσκομίσει τα έγγραφα που απαιτούνται ώστε η τράπεζα να κάνει τον απαραίτητο έλεγχο.

Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η οικονομική προέγκριση παύει να ισχύει.

Εάν προσκομιστούν εμπρόθεσμα όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά, τότε η ΕΑΤ δεσμεύει το ποσό του αιτούμενου δανείου μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία τελικής έγκρισης ή εν μέρει έγκρισης ή απόρριψης.

 

 

■ Εάν από τον έλεγχο προκύψει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις, υποβάλλει στην ΕΑΤ τη σχετική δανειακή σύμβαση. Η ΕΑΤ ελέγχει τα στοιχεία και εγκρίνει τη σύμβαση, εάν πληροί τις προϋποθέσεις.

■ Η υπογραφή σύμβασης με τον τελικό αποδέκτη, η εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης επί του ακινήτου που θα διασφαλίζει το δάνειο και η εκταμίευση του συνολικού ποσού της σύμβασης πραγματοποιούνται εντός 6 μηνών από την έγκριση της ΕΑΤ.

Η παραπάνω προθεσμία παρατείνεται κατά 2 μήνες, αν η αίτηση για εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης έχει υποβληθεί εντός του εξαμήνου.

Τα περισσότερα σε κέντρο και δυτικά προάστια

Όπως προκύπτει από την ανάλυση των αγγελιών ακινήτων προς πώληση, σε νότια, βόρεια και ανατολικά προάστια η διαθεσιμότητα είναι ελάχιστη. Συγκεκριμένα, στα βόρεια προάστια είναι μόλις 1,2% του συνόλου των ακινήτων 75-150 τ.μ., άνω του 1ου ορόφου με έτος κατασκευής έως το 2007, στα νότια το 5,03% και στα ανατολικά το 13,7%. Διαθεσιμότητα καταγράφεται κυρίως στις περιοχές του κέντρου της Αθήνας, όπου το 36,6% των προς πώληση ακινήτων πληρούν τις προδιαγραφές που ορίζονται από το πρόγραμμα, στα δυτικά προάστια το 33,2% και στον Πειραιά το 28,5%. Το 90,8% των διαθέσιμων κατοικιών στις περιοχές του κέντρου της Αθήνας είναι κατασκευής έως το 1980. Mεγαλύτερη κινητικότητα παρατηρείται στην περιφέρεια και κυρίως στις περιοχές χωρίς ιδιαίτερη τουριστική δυναμική.

 

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 15/3/2023.