Στην Ιατροδικαστική υπηρεσία του Πειραιά έχει μεταφερθεί εδώ και λίγες ώρες από την Σίφνο, η σορός του 23χρονου φοιτητή Θανάση Ζέρβα, που άφησε την τελευταία του πνοή κάτω από αδιευκρίνιστες μέχρι στιγμής συνθήκες και λίγα λεπτά μετά το κολύμπι του σε παραλία του νησιού.
Σύμφωνα με πληροφορίες του protothema.gr η νεκροψία – νεκροτομή που θα διενεργηθεί στην σορό του, θα δώσει απαντήσεις στα ερωτηματικά που έχουν προκύψει αναφορικά με τον αιφνίδιο θάνατο του, που εκτός από τους γονείς του και την αδελφή του έχει «βυθίσει» στο πένθος ολόκληρη την Λαμία.
Σημαντική στην προσπάθεια αυτή είναι και η συμβολή της μητέρας του Δέσποινας Κουντούρη, που ως ιατρός παθολόγος γνωρίζει την κατάσταση της υγείας του παιδιού της. Ήταν μάλιστα από τους πρώτους που κλήθηκαν προκειμένου να απαντήσει σε βασικά ερωτήματα που σχετίζονταν με την υγεία του νεαρού.
Ο νεαρός είχε επισκεφτεί την Σίφνο μαζί με την παρέα του για καλοκαιρινές διακοπές, όταν εντελώς ξαφνικά αισθάνθηκε έντονη αδιαθεσία και τάση προς έμετο. Πανικόβλητοι οι φίλοι του προσπάθησαν να τον συνεφέρουν όμως χωρίς αποτέλεσμα, καθώς ο οργανισμός του 23χρονου μέσα σε λίγα λεπτά κατέρρευσε χάνοντας τελικά τις αισθήσεις του.
Χωρίς να χαθεί πολύτιμος χρόνος στο σημείο της παραλίας, όπου βρίσκονταν ο 23χρονος και η παρέα του, έφτασε ασθενοφόρο που τον μετέφερε στο Κέντρο Υγείας του νησιού όπου οι γιατροί διαπίστωσαν τον θάνατο του.
Την τραγική είδηση έκανε γνωστή ο καρδιολόγος Παναγιώτης Ιακωβίδης, φίλος της οικογένειας, με ανάρτηση του στην σελίδα του στο Facebook. O 23χρονος φοιτητής ήταν γιος του αρχιτέκτονα μηχανικού Δημήτρη Ζέρβα και της γιατρού Δέσποινας Κουντούρη και είχε αρχίσει να φοιτά στην σχολή αρχιτεκτόνων μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου από το 2017.
«Σαν Παιδί μας…
Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψει κανείς τον πόνο για την απώλεια του νεαρού Θανασάκη Ζέρβα, γιου του Δημήτρη και της Δέσποινας.
Είμαστε συγκλονισμένοι.
Καλό σου ταξίδι παιδί μου.
Δεν έχω τη δύναμη να αρθρώσω ούτε τα στοιχειώδη λόγια προς τους γονείς σου.
Ποια παρηγοριά να σας δώσουμε Δέσποινά μου, Δημήτρη μου;
Πόσο μαύρη μπορεί να γίνει η ζωή σε μια στιγμή;»