Μάστιγα για την ελληνική κοινωνία αποτελούν, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε για λογαρισμό του ΕΛΙΖΑ, τα φαινόμενα παιδικής κακοποίησης.
Συγκεκριμένα 7 στους 10 Έλληνες δηλώνουν ότι έχουν αντιληφθεί κάποιο περιστατικό κακοποίησης με τους νεότερους σε ηλικία και τους γονείς παιδιών μικρών σε ηλικία, να δηλώνουν ότι η έκταση του φαινομένου της βίας στα παιδιά έχει πάρει σοβαρές διαστάσεις.
Σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες σε έρευνα της Nielsen Media Greece για λογαριασμό του ΕΛΙΖΑ- Σωματείο κατά της Κακοποίησης του Παιδιού, θα αντιδρούσαν εάν αντιλαμβάνονταν κάποιο περιστατικό σωματικής ή/και σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού καταγγέλλοντας αμέσως το γεγονός στην αστυνομία ή/και σε κάποια ΜΚΟ.
Η πανελλαδική δημοσκόπηση απέδειξε πως η κοινωνία μας διατηρεί ζωντανό τον ανθρωποκεντρικό της χαρακτήρα, επιδεικνύοντας συλλογικό πνεύμα και υπευθυνότητα.
Την ίδια στιγμή αντίστοιχη πανεθνική έρευνα στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του κορωνοϊού (27- 29 Μαρτίου 2020), που διενεργήθηκε για λογαριασμό του New York Society for the Prevention of Cruelty to Children, έδειξε ότι μόλις των 36% των Αμερικανών είναι πιθανό να αναφέρει στις αστυνομικές αρχές οποιοδήποτε περιστατικό κακοποίησης υποπέσει στην αντίληψη του.
Με αφορμή την ανάδειξη της ενδοοικογενειακής βίας στον απόηχο του κορωνοϊού, ο Αντόνιο Γκουτέρες, Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, απηύθυνε έκκληση, «Ας προστατέψουμε τα παιδιά μας και ας διασφαλίσουμε την ευημερία τους», φέρνοντας στο προσκήνιο μία ακόμη μεγαλύτερη πανδημία, αυτή της κακοποίησης και παραμέλησης των παιδιών.
Το ΕΛΙΖΑ, το μοναδικό σωματείο στην Ελλάδα που έχει αφιερώσει τη δράση του αποκλειστικά στην πρόληψη και την αντιμετώπιση της κακοποίησης του παιδιού ανέθεσε στην Εταιρεία Δημοσκοπήσεων Nielsen Media Greece τη διενέργεια σχετικής έρευνας, με σκοπό την αποτύπωση της αντίδρασης των Ελλήνων μπροστά στο φαινόμενο της κακοποίησης.
Σκοπός του ΕΛΙΖΑ ήταν τόσο να διαπιστωθεί το ποσοστό των Ελλήνων που θα αντιδρούσαν στην περίπτωση που αντιλαμβάνονταν ένα περιστατικό κακοποίησης, όσο και να αποτυπωθούν οι λόγοι που θα τους οδηγούσαν στην αντίδραση ή στην απροθυμία αντίδρασης, προκειμένου να χαράξει την κατεύθυνση των μελλοντικών της σχεδίων, της επίτευξης της ανάμιξης της κοινωνίας στο
φαινόμενο της κακοποίησης του παιδιού και της αποτελεσματικής αντιμετώπισης της κακοποίησης του παιδιού μέσα από κρατικές δομές, ως απαίτηση της ίδιας της κοινωνίας.
Προφίλ συμμετεχόντων
Για τη συλλογή των απαντήσεων των 1001 συμμετεχόντων, γυναικών και ανδρών, ηλικίας 18+ ετών, από την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και από υπόλοιπες αστικές περιοχές, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος CAWI – Διαδικτυακές αυτοσυμπληρούμενες συνεντεύξεις με χρήση δομημένου ερωτηματολογίου.
-στη χρονική περίοδο από 2 έως 9 Ιουνίου 2020. Στους συμμετέχοντες έλαβαν μέρος άνδρες και γυναίκες σε ποσοστό 49% και 51% αντίστοιχα, με μέσο όρο ηλικίας τα 41,6 χρόνια. Επιπλέον, οι ερωτώμενοι ήταν σε ποσοστό 49% έγγαμοι, με κατά μέσο όρο 1,3 παιδιά, ενώ προβλέφθηκε η συμμετοχή ανθρώπων με μέση (28%), ανώτερη (32%) και ανώτατη (40%) μόρφωση, εργαζόμενοι σε ποσοστό 60%, στην πλειοψηφία τους προερχόμενοι από τη μεσοαστική, αστική τάξη.
Οι ερωτώμενοι εξέφρασαν σε πολύ μεγάλο βαθμό την ικανοποίηση τους από τη διενέργεια της έρευνας, που τους έδινε τη δυνατότητα να τοποθετηθούν σε ένα μείζον κοινωνικό θέμα:
«Ήταν πολύ ευχάριστο που ασχολήθηκα με ένα τέτοιο κοινωνικό ζήτημα. Θα ήθελα στο μέλλον περισσότερες τέτοιου είδους έρευνες».
«Πολύ σημαντική αυτή η έρευνα. Είναι εγκληματίας οποιοσδήποτε κακοποιεί ένα παιδί με όποιον τρόπο ακόμη και λεκτικά. Για αυτό είναι σημαντικό να υπάρχει ψυχολόγος σε κάθε σχολείο. Και πολλές σχολές γονέων που η παρακολούθηση τους να είναι υποχρεωτική».
«Πολύ σημαντικό το θέμα που θίγετε!!!»
«Μπράβο σας που ασχολείστε με μείζονα κοινωνικά θέματα όπως η κακοποίηση των παιδιών».
«Να κάνετε περισσότερες έρευνες σαν αυτή και να αναζητάτε πιθανές λύσεις διότι θέματα όπως η ενδοοικογενειακή και ψυχική βία στιγματίζουν μια ζωή τους ανθρώπους που τα βιώνουν».
Τα ευρήματα
Η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα της Nielsen για λογαριασμό του ΕΛΙΖΑ θα αντιδρούσε καταγγέλλοντας οποιοδήποτε γεγονός σωματικής ή σεξουαλικής βίας υπέπιπτε στην αντίληψη του. Συγκεκριμένα το 93% και το 96% των Ελλήνων και των Ελληνίδων θα απευθυνόταν αντίστοιχα είτε στην αστυνομία, είτε σε ΜΚΟ προκειμένου να καταγγείλει το γεγονός της σωματικής κακοποίησης και της σεξουαλικής κακοποίησης, ενώ ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, το 52% θα επενέβαινε σε κάθε περιστατικό κακοποίησης, ακόμη και σε περιπτώσεις παραμέλησης ή λεκτικής βίας.
Η κακοποίηση αποτελεί αρκετά μεγάλο ή πολύ μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας
7 στους 10 Έλληνες δηλώνουν ότι έχουν αντιληφθεί κάποιο περιστατικό κακοποίησης, κυρίως λεκτικής βίας, με τους νεότερους σε ηλικία ανθρώπους (18 έως 34 ετών) και τους γονείς παιδιών μικρών σε ηλικία (0-15 ετών), να δηλώνουν ότι η έκταση του φαινομένου της βίας στα παιδιά έχει πάρει σοβαρές διαστάσεις (πάνω από το 50%).
Οι περισσότεροι Έλληνες θα αντιδρούσαν για κάθε παιδί που κινδυνεύει από κακοποίηση ανεξάρτητα αν ανήκει στο συγγενικό τους περιβάλλον.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας του ΕΛΙΖΑ, 8 στους 10 Έλληνες θα αντιδρούσαν σε κάθε περίπτωση κακοποίησης, ανεξάρτητα αν το παιδί που υποβάλλονταν σε αυτή, ήταν συγγενικό ή φιλικό τους πρόσωπο ή όχι, το 84% θα δήλωνε την κακοποίηση ακόμη και εάν ο κακοποιητής ήταν ο γονιός ή ο αδελφός/η αδελφή, με το ποσοστό να ανεβαίνει στο 95% στους ερωτώμενους άνω των 55 ετών.
Οι πολίτες εμπιστεύονται την αστυνομία & τις ΜΚΟ για να αντιμετωπίσουν την κακοποίηση του παιδιού.
Οι συμμετέχοντες από όλες τις αστικές περιοχές δήλωσαν σε ποσοστό 71% ότι στην περίπτωση που αντιλαμβάνονταν κάποιο περιστατικό κακοποίησης θα επικοινωνούσαν με τις αρχές/ αστυνομία ή με κάποιον Μη Κυβερνητικό Οργανισμό, ενώ αξιοσημείωτα λιγότεροι θα συμβουλεύονταν κάποιον δικηγόρο ή θα απευθύνονταν στην Εισαγγελία. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 75% στους συμμετέχοντες ηλικίας από 45 έως 54 ετών.
«Τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης που διενεργήθηκε με πρωτοβουλία του ΕΛΙΖΑ, αναθάρρησαν όλους τους ανθρώπους που εργαζόμαστε στο Σωματείο ΕΛΙΖΑ αλλά και όλους όσοι προσφέρουμε εθελοντικό έργο, με πρώτους τα μέλη του ΔΣ. Η εμπιστοσύνη των Ελλήνων στην αστυνομία και στις ΜΚΟ σε ίδιο ποσοστό, βαραίνει την ευθύνη που έχουν όλες οι ΜΚΟ και «φωνάζει» για μία λύση που θα δοθεί συλλογικά και συνεργατικά, από όλες τις ΜΚΟ που εργάζονται για το Παιδί, μαζί με τον κρατικό μηχανισμό και τους κατάλληλους φορείς του. Κανείς δεν πρέπει να κοιτάξει το προσωπικό του, το σωματειακό του ή το κομματικό συμφέρον. Όλοι οφείλουμε να σταθούμε στο ύψος της ανθρωποκεντρικής συμπεριφοράς των ανθρώπων γύρω μας».
Ελάχιστοι οι Έλληνες που ΔΕ θα αντιδρούσαν σε περιστατικά κακοποίησης παιδιού.
Από το ελάχιστο ποσοστό των Ελλήνων που δήλωσε πως δε θα κατήγγειλε κάποιο περιστατικό κακοποίησης που τυχόν υπέπιπτε στην αντίληψη του, το 30% και το 31% συνδέει αυτή την απροθυμία με τον φόβο ότι η καταγγελία θα μπορούσε να βλάψει τον ίδιο ή την οικογένεια του ή να χειροτερέψει την κατάσταση για το ίδιο το παιδί που θα επιδίωκε να βοηθήσει, ενώ ένα 29% δήλωσε ξεκάθαρα ότι δε θα ήθελε να μπλέξει. Από το υψηλό ποσοστό των Αμερικανών που δήλωσαν στην αντίστοιχη έρευνα τον Μάρτιο του 2020, πως δεν θα κατήγγειλαν κανενός είδους κακοποίησης σε παιδιά, σχεδόν 6 στους 10 συνέδεσαν την απόφαση τους με τον φόβο ότι η κατάσταση του παιδιού μπορεί να επιδεινωθεί, το 35% φοβόταν ότι η πράξη της καταγγελίας θα
έθετε σε κίνδυνο την οικογένεια του και το 30% δήλωσε ότι δεν ήταν δική του υπόθεση να επέμβει.
Οι Έλληνες δεν πιστεύουν στον «παιδευτικό» ρόλο του ξύλου.
To 5% των ερωτηθέντων δήλωσαν πως το ξύλο αποτελεί ένα ακόμη «εργαλείο» συνετισμού και συμμόρφωσης των παιδιών, το 94% δήλωσε πως το ξύλο λίγο (23%) ή καθόλου (70%) δε βοηθά στο συνετισμό και δεν αποτελεί μέσο συμμόρφωσης. Ωστόσο, πιο αφοριστική είναι η στάση των γυναικών αναφορικά με το ξύλο (το 75% δεν το θεωρεί καθόλου μέσο συμμόρφωσης) και των ατόμων άνω των 45 ετών (74% απάντησαν «καθόλου»).
«Στο μυαλό ίσως όλων μας, ένα «απλό» χαστούκι να μη σχετίζεται με αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχοσωματική εξέλιξη του παιδιού. Όμως έρευνες έχουν επανειλημμένα δείξει πως η οποιαδήποτε μορφή σωματικής τιμωρίας σχετίζεται με αρνητικές επιπτώσεις στην εξέλιξη των κοινωνικών και γνωστικών δεξιοτήτων τους. Επομένως χρέος όλων μας είναι να προσπαθήσουμε να κάνουμε πράξη αυτό που ήδη πιστεύουμε: τα παιδιά δικαιούνται τον αμέριστο σεβασμό μας», έγραψε η Μαρίνα Μαρτίνου, PhD Αναπτυξιακή Γνωστική Νευροεπιστήμη, Επιστημονικός Συνεργάτης του ΕΛΙΖΑ και της Ένωσης «Μαζί για το Παιδί».
Οι Έλληνες πιστεύουμε ότι η κακοποίηση στην παιδική ηλικία επιδρά ουσιαστικά στη μετέπειτα συμπεριφορά και τα στοιχεία του χαρακτήρα του ατόμου. Το 99% των συμμετεχόντων στην πανελλαδική έρευνα του ΕΛΙΖΑ δήλωσε σε ποσοστό 82% και 16% αντίστοιχα πως θεωρεί ότι η κακοποίηση επιδρά πάρα πολύ ή πολύ στη μετέπειτα συμπεριφορά του ατόμου. Το ποσοστό του «πάρα πολύ» ανεβαίνει στο 88% στις γυναίκες συμμετέχουσες.
«Η επίγνωση των επιπτώσεων του ξύλου στη μετέπειτα συμπεριφορά του παιδιού, δείχνει ότι η ελληνική κοινωνία είναι έτοιμη να συνταχθεί σε κάθε γενναία απόφαση του κράτους που θα δημιουργούσε αμέσως και με αποτελεσματικότητα, τα «δικά μας» advocacy centers.
Τα κέντρα «υπεράσπισης» των παιδιών που κακοποιούνται, στα οποία θα εργάζονται όλοι οι ειδικοί, συντονισμένα και οργανωμένα, προκειμένου να απαλυνθούν τα τραύματα των παιδιών και να δοθεί μία καθαρή και ελπιδοφόρα διαδρομή για τη μετέπειτα ζωή τους», πιστεύουν οι άνθρωποι του ΕΛΙΖΑ.
Η Στάση των Ελλήνων απέναντι στην Κακοποίηση του Παιδιού συνάδει με τη στάση τους στον COVID-19
«Το «ελληνικό θαύμα» της χαμηλής μετάδοσης του COVID-19, της πλήρους συμμόρφωσης των Ελλήνων στα μέτρα που ανακοίνωσε η Πολιτεία, η αλυσίδα προστασίας της τρίτης ηλικίας, «των παππούδων και των γιαγιάδων μας», το ζωντανό κύτταρο της οικογένειας και η ανθρωποκεντρική φύση της κοινωνίας μας, έρχεται να επιβεβαιωθεί με μία έρευνα που αποσκοπούσε να αποτυπώσει την αντίδραση των Ελλήνων μπροστά στο φαινόμενο της κακοποίησης του παιδιού.
Τα πορίσματα της έρευνας αποδεικνύουν ότι η κοινωνία μας είναι έτοιμη να συμπράξει σε όποιο φαινόμενο κακοποίησης απειλεί την παιδική ηλικία και επιθυμεί σε αυτή της την αντίδραση να βρει συνοδοιπόρο το κράτος. Η στάση των Ελλήνων αποδείχτηκε εξαιρετικά συνεπής μπροστά σε ένα κράτος που στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, στην περίπτωση της πανδημίας του κορωνοϊού. Το ίδιο προφίλ της πλήρους συμμόρφωσης και ανταπόκρισης των Ελλήνων στο εξαιρετικά μεγάλο πρόβλημα της κακοποίησης των παιδιών, σήμερα, την εποχή της πανδημίας της ενδοοικογενειακής βίας και της κακοποίησης του παιδιού, απαιτεί από όλους όσοι έχουν αγκαλιάσει το παιδί, εθελοντικά, Μη Κυβερνητικά ή κυβερνητικά, να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων».
Μέθοδος Έρευνας
Η έρευνα διενεργήθηκε με τη Μέθοδο Συλλογής Πληροφοριών CAWI (Computer Assisted Web Interview – Διαδικτυακές Αυτοσυμπληρούμενες Συνεντεύξεις), με χρήση δομημένου
ερωτηματολογίου, από τις 2 Ιουνίου 2020 έως τις 9 Ιουνίου 2020. Για τη διενέργεια της έρευνας τηρήθηκαν τα πρότυπα ποιότητας βάσει της ESOMAR και του Ποιοτικού Ελέγχου Συλλογής Στοιχείων του Συλλόγου Εταιρειών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς. Στην έρευνα συμμετείχαν
1.001 γυναίκες και άντρες, ηλικίας 18+ ετών, αντιπροσωπευτικό δείγμα του ελληνικού αστικού πληθυσμού. Στατιστική επάρκεια του δείγματος n=1001 σε επίπεδο εμπιστοσύνη 95%: +/-3,02%.
Σχετικά με το ΕΛΙΖΑ
Το Σωματείο ΕΛΙΖΑ ιδρύθηκε στην Ελλάδα το 2008, με μοναδικό σκοπό την Πρόληψη, τον Εντοπισμό και την Αντιμετώπιση των περιστατικών κακοποίησης και παραμέλησης σε παιδιά. Το ΕΛΙΖΑ εργάζεται για την καταπολέμηση του φαινομένου της κακοποίησης των παιδιών στην
Ελλάδα, την αλλαγή της νοοτροπίας της ελληνικής κοινωνίας ως προς την ανοχή της κακοποίησης στα παιδιά, των θεσμοθετημένων διαδικασιών προστασίας των παιδιών, αλλά και της νομοθεσίας.
«Στο ΕΛΙΖΑ τολμάμε να ονειρευτούμε ότι θα έρθει μία ημέρα που η κοινωνία μας συντεταγμένα, πολιτεία και πολίτες, θα στραφεί με όλες της τις δυνάμεις ενάντια στην κακοποίηση του παιδιού, στηρίζοντας με δομές και με δράσεις όλα τα παιδιά που έχουν υποστεί κακοποίηση».