Μυστήριο προκαλούν τα οστά μιας γυναίκας που εντοπίστηκαν κατά τις εργασίες αποκατάστασης θαμμένα στο δάπεδο του παρεκκλησίου του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη στο Άγιο Όρος, με την είδηση να φτάνει μέχρι τον Guardian.
«Τα οστά δεν λένε ποτέ ψέματα. Θα αποκαλύψουν τον τρόπο που ένας άνθρωπος έζησε και πιθανότατα το πώς πέθανε. Είσαι προετοιμασμένος να δεις τα πάντα…» αναφέρει στον Guardian η Αμερικανίδα ανθρωπολόγος Λώρα Γουίν-Αντίκας. Η Γουίν-Αντίκας κλήθηκε να μελετήσει τα οστά που βρέθηκαν στο δάπεδο του νάρθηκα. «Ανάμεσα στα οστά που εντοπίσθηκαν ήταν ένας πήχης, μία κερκίδα και ένα ιερό οστό που ήταν πολύ διαφορετικά στη μορφολογία τους από τα υπόλοιπα» ανέφερε η Γουίν-Αντίκας κάνοντας λόγο για οστά διαφορετικού μεγέθους που άνηκαν σε γυναίκα. Οι ειδικοί εκτιμούν πως πρόκειται για δεύτερη ταφή, ενώ τα οστά μεταφέρθηκαν εκεί με τη μέγιστη προσοχή. Τα οστά έχουν σταλεί στον «Δημόκριτο». Με ραδιοχρονολόγηση άνθρακα 14 να διαπιστωθεί σε ποια εποχή χρονολογούνται, ενώ οι αναλύσεις DNA θα πιστοποιήσουν το φύλο.
Σύμφωνα την εφημερίδα Έθνος, την αρχική έκπληξη των επιστημόνων διαδέχτηκε μια μεγάλη έρευνα και οι ειδικοί έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως, αν τελικά επιβεβαιωθούν, μέχρι στιγμής είναι πεπεισμένοι πάνω από 90%, θα πρόκειται για τα οστά της Στάνας, της συζύγου ενός από τους κτήτορες της Μονής, του Μπάρμπουλ ή Μπάρμπουλη, βλάχικης καταγωγής, ο οποίος μόνασε εκεί μαζί με τους τρεις γιους του. Τα αποτελέσματα αναμένονται σε περίπου 3 μήνες, αλλά η ομάδα των ερευνητών συνεχίζει την μελέτη του υλικού και όλες οι ενδείξεις συντείνουν στο ότι η γυναίκα, τα οστά της οποίας μεταφέρθηκαν εκεί, ήταν η Στάνα, η αγαπημένη σύζυγος του βλάχου, Μπάρμπουλου, που ήταν μεταξύ των κτητόρων.
Από την πλευρά του, ο Φαίδων Χατζηαντωνίου, ο αρχιτέκτονας-αναστηλωτής του Κέντρου Διαφύλαξης Αγιορείτικης Κληρονομιάς, που ανακάλυψε τα οστά ενώ πραγματοποιούσε την αποκατάσταση στο παρεκκλήσι αναφέρει πως πρόκειται, αν τελικά εξακριβωθεί ότι τα οστά όντως ανήκουν σε γυναίκα, για το πρώτο περιστατικό όπου τεκμηριώνεται ότι μία γυναίκα κατέφυγε στο Άγιο Όρος. Ο ίδιος αναφέρει ότι κατά τις πειρατικές επιδρομές, όπου οι πειρατές έπαιρναν ομήρους, οι μοναχοί άνοιγαν τις πύλες των μονών και σε γυναίκες ωστόσο τα περιστατικά αυτά είναι σπάνια. «Υπάρχει μία διάσημη ιστορία για έναν Σέρβο βασιλιά που έφερε τη γυναίκα του στον Άθω, ωστόσο η ίδια μεταφερόταν και δεν πάτησε ποτέ το πόδι της στη γη της χερσονήσου. Χαλιά τοποθετήθηκαν σε όλα τα δωμάτια των μονών ώστε να εξασφαλισθεί ότι δεν θα ακουμπούσε καν στο έδαφος».
Ο Χατζηαντωνίου, που επιβλέπει έργα αποκατάστασης στην περιοχή τα τελευταία σαράντα χρόνια, κάνει λόγο για ένα πρωτόγνωρο περιστατικό. «Ήταν η πρώτη φορά που είδα κόκαλα κάτω από το δάπεδο ενός παρεκκλησιού. Μου κίνησαν το ενδιαφέρον και ήρθα αμέσως σε επαφή με ειδικούς όπως η Λώρα. Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως αν αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν σημαντικοί δεν θα είχαν τοποθετηθεί εκεί». Σύμφωνα με τον κ. Χατζηαντωνίου, τα οστά ήταν θαμμένα στο δάπεδο του νάρθηκα και τοποθετήθηκαν εκεί πιθανόν τον 16ο αιώνα οπότε έγινε μεγάλη επέκταση της Μονής Παντοκράτορα, που συνοδεύτηκε με εργασίες και στο παρεκκλήσι του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη. Εκείνες οι εργασίες έγιναν με χορηγίες εύπορων Ρουμάνων βλάχων. Ένα δεύτερο σημαντικό στοιχείο της έρευνας δείχνει ότι τα άλλα οστά που βρέθηκαν δεν ανήκουν σε καλόγερους, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση θα φυλάσσονταν στο οστεοφυλάκιο της Μονής.