Κορωνοϊός: Τα νέα στοιχεία για τη χώρα που ανησυχούν τους ειδικούς

Τις τελευταίες δύο εβδομάδες η χώρα επέστρεψε στους ρυθμούς της χαμένης κανονικότητας για τους εμβολιασμένους, ακόμη και στις κόκκινες περιοχές

Τις τελευταίες δύο εβδομάδες η χώρα επέστρεψε στους ρυθμούς της χαμένης κανονικότητας για τους εμβολιασμένους, ακόμη και στις κόκκινες περιοχές. Με την υιοθέτηση του νέου μοντέλου διαχείρισης της πανδημίας… αποχρωματίστηκαν τα μέτρα που εφαρμόζονταν για τη συγκράτηση των κυμάτων, εστιάζοντας στην πειθαρχία των πολιτών σε ένα γενικότερο και απλούστερο πλαίσιο κανόνων.

 

 

Τα δεδομένα ωστόσο δείχνουν πως οι ενισχυμένες ελευθερίες και η άρση των mini lockdowns συνοδεύτηκαν από εκτόξευση κρουσμάτων, με τις επιστημονικές προειδοποιήσεις (συμπεριλαμβανομένου του ισχυρού μηνύματος που επικοινώνησε στις αρχές της εβδομάδας ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας) για έναν δύσκολο χειμώνα να εντείνονται.

Οι «σκληροί δείκτες» – όπως έχουμε μάθει να αποκαλούμε τα δεδομένα νοσηρότητας που καθρεφτίζουν την εξέλιξη της πανδημίας – μαρτυρούν μια δυναμική άνοδο σε κρούσματα αλλά και σε εισαγωγές στο νοσοκομείο της τάξεως του 30%.
Και σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ και το υπουργείο Υγείας το επικίνδυνο υποστέλεχος της Δέλτα, ΑΥ. 4.2, πέρασε τα σύνορα της χώρας, αφού εντοπίστηκαν ήδη έντεκα κρούσματα διάσπαρτα στην επικράτεια. Πρόκειται για παραλλαγή που προβληματίζει τους ειδικούς.

Στη Βρετανία, όπου εντοπίστηκε αρχικά, οι πρώτες ενδείξεις την θέλουν κατά 10%-15% πιο μεταδοτική.

Οι ζώνες και η αύξηση του φορτίου

Πιο συγκεκριμένα, στις 8 Οκτωβρίου ο αριθμός των νοσηλευομένων ανερχόταν σε 1.770, εκ των οποίων οι 534 λάμβαναν φροντίδα σε ειδικούς θαλάμους (π.χ. ΜΕΘ ή ΜΑΦ όπου οι 317 ήταν διασωληνωμένοι). Την περασμένη Πέμπτη ο αντίστοιχος αριθμός είχε διαμορφωθεί στους 2.130 – εκ των οποίων οι 596 νοσηλεύονται σε ειδικούς θαλάμους (με 341 διασωληνωμένους).

Επιπλέον, εντός της τελευταίας εβδομάδας καταγράφηκαν 17% περισσότερες διαγνώσεις σε σύγκριση με το προηγούμενο επταήμερο, ενώ παράλληλα ο αριθμός των θανάτων έδειξε αύξηση της τάξης του 8%.

Μοιραία, το φορτίο στο σύστημα υγείας εντάθηκε με τάσεις επιδείνωσης – απέχοντας όμως μακράν από την επιθετική έξαρση και τις τραγικές εικόνες που στιγμάτισαν τον περυσινό χειμώνα.

«Η αύξηση που παρατηρείται είχε εναρκτήρια ημερομηνία περίπου στις 8 Οκτωβρίου, ενώ από τις 13 Οκτωβρίου και μετά η αυξητική τάση είναι εντονότερη και συγκεκριμένα 3,7 φορές μεγαλύτερη σε σχέση με το διάστημα 8-12 Οκτωβρίου. Οι εκτιμήσεις αυτές βασίζονται στη μέση θετικότητα που εκτιμάται από τις διαγνωστικές εξετάσεις που διενεργούνται από τον ΕΟΔΥ ή άλλους φορείς» επιβεβαιώνει μιλώντας στο «Βήμα» ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Δημήτρης Παρασκευής.

Ο ειδικός πάντως επισημαίνει ότι το «καύσιμο» που αναζωπύρωσε τα κρούσματα δεν είναι ένα: «Δεδομένου ότι τα κρούσματα αντικατοπτρίζουν μολύνσεις που έχουν συμβεί περίπου μία εβδομάδα πριν θα υποθέταμε ότι η αύξηση οφείλεται, κυρίως, στην αλλαγή των κλιματολογικών συνθηκών που αυξάνουν το χρονικό διάστημα παραμονής μας σε εσωτερικούς χώρους.

Παράλληλα η κόπωση της κοινότητας μετά από διάστημα μεγαλύτερου του ενάμισι έτους πανδημίας προκαλεί φαινόμενα χαλάρωσης και πλημμελούς τήρησης των μέτρων πρόληψης που οδηγούν στην αύξηση της διασποράς του κορωνοϊού.

Η αύξηση είναι πιο έντονη σε περιοχές με μικρή εμβολιαστική κάλυψη, όπου ήδη η αναλογία κρουσμάτων ανά μονάδα πληθυσμού είναι υψηλότερη σε σχέση με περιοχές με υψηλότερη κάλυψη».

Αναλυτικότερα, την τελευταία εβδομάδα ένα στα δύο κρούσματα που επιβεβαιώνονται στη χώρα μας χαρτογραφούνται στις «κόκκινες ζώνες» της Βόρειας Ελλάδας αλλά και στη Λάρισα, τη Μαγνησία και την Καρδίτσα, παρότι εκεί συγκεντρώνεται μόλις το 28% του πληθυσμού της χώρας.

Η Θεσσαλονίκη και η… παρέλαση του ιού

«Η αναχαίτιση του κύματος στη Βόρεια Ελλάδα μπορεί να επιτευχθεί κυρίως με την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης. Παρότι διαθέτουμε επιπλέον μέτρα, όπως οι αυξημένοι διαγνωστικοί έλεγχοι και οι περιορισμοί για τους ανεμβολίαστους, η αποτελεσματικότητά τους εξαρτάται πολύ από τον βαθμό τήρησης που σε κάποιες περιστάσεις δεν είναι πολύ υψηλός. Η πανδημική κόπωση αναστέλλει την αποτελεσματικότητα των περιοριστικών μέτρων και καθιστά το εμβόλιο ως μοναδικό όπλο με μακροχρόνια αποτελεσματικότητα» προσθέτει ο κ. Παρασκευής.

Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που επικρατεί προβληματισμός για το αποτύπωμα των συναθροίσεων στο πλαίσιο των λιτανειών και των παρελάσεων που θα διεξαχθούν κανονικά στη Θεσσαλονίκη – μετά και την οδυνηρή περυσινή εμπειρία.
Η Αττική, αντιθέτως, λόγω της υψηλότερης εμβολιαστικής κάλυψης έχει περίπου 3-3,5 φορές χαμηλότερα επίπεδα φορτίου στην κοινότητα σε σχέση με τη Θεσσαλία, ή τη Μακεδονία «αλλά αυτή η εικόνα δεν σημαίνει ότι θα διατηρηθεί σε αυτά τα επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια του χειμώνα αν δεν τηρούνται τα μέτρα, όπως η χρήση της μάσκας, η τήρηση των αποστάσεων ή η ελεγχόμενη πρόσβαση στις δραστηριότητές μας. Το φθινόπωρο και τον χειμώνα η μολυσματικότητα του ιού αυξάνεται και το υπάρχον τείχος ανοσίας πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω μέσω εμβολιασμού και τήρησης των μέτρων πρόληψης».

Ο εφιάλτης του εφησυχασμού

Τα δεδομένα που εξηγούν τη σταδιακή αύξηση των ατόμων με σοβαρή νόσηση Covid-19 στο Ισραήλ φαίνεται να δίνουν απαντήσεις και σε όσα… δυσεπίλυτα καταγράφονται εγχώρια.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης που παρουσίασε ο Σωτήρης Τσιόδρας για την αδιαμφισβήτητη αποτελεσματικότητα των εμβολίων, την περίοδο πριν από τη μετάλλαξη Δέλτα η προστασία που παρείχαν από θάνατο κυμαινόταν από 92% έως 98% και την περίοδο μετά τη Δέλτα από 71% έως 96%.

Αντίστοιχα υψηλή συνεπακόλουθα είναι και η προστασία που παρέχει ο εμβολιασμός έναντι του κινδύνου σοβαρών επιπλοκών και διασωλήνωσης, καθώς αγγίζει το 98%.

Με μια πιο προσεκτική ματιά διαπιστώνει κανείς ότι από την έναρξη της εμβολιαστικής εκστρατείας έως και τις 11 Οκτωβρίου σημειώθηκαν συνολικά 9.880 θάνατοι – εκ των οποίων περισσότεροι από εννέα στους δέκα καταγράφτηκαν σε ανεμβολίαστους ή μερικώς εμβολιασμένους. Αντιστρόφως ανάλογα από τους ασθενείς που απεβίωσαν μόλις οι 701 (οι 683 άνω των 60 ετών) ήταν πλήρως εμβολιασμένοι.

Κατανέμοντας όμως τις απώλειες στον χρόνο παρατηρεί κανείς ότι η συντριπτική πλειονότητα των πλήρως εμβολιασμένων (συνολικά 520) έχασαν τη μάχη για τη ζωή από τα τέλη του καλοκαιριού και έπειτα – έχοντας, δηλαδή, απομακρυνθεί σημαντικά από την ημερομηνία ολοκλήρωσης του βασικού εμβολιασμού τους.

Ενδεικτική ήταν άλλωστε και η πρόσφατη τοποθέτηση της καθηγήτριας Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Βάνας Παπαευαγγέλου, η οποία δεν παρέλειψε να αναφερθεί στη σημασία της αναμνηστικής δόσης, αλλά και της λελογισμένης χρήσης των ελευθεριών με έμφαση στους πλέον ευάλωτους.

«Ο ιός εξακολουθεί να κυκλοφορεί ανάμεσά μας. Πρέπει όλοι να επιλέγουμε τις δραστηριότητές μας ανάλογα με τις ανάγκες αλλά και την ηλικία μας» υπογράμμισε, προσθέτοντας με νόημα πως δεν πρέπει να παρεξηγηθούν «οι νέες αυτές οδηγίες, καθώς το μήνυμα δεν είναι ότι τέλειωσε η πανδημία, ότι πετάξαμε τις μάσκες και ξενοιάσαμε».

Υπό τις εξελίξεις αυτές, ο καθηγητής Μικροβιολογίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και μέλος της Επιτροπής Αλκιβιάδης Βατόπουλος επισημαίνει στο «Βήμα» την ανάγκη μιας στοχευμένης καμπάνιας πειθούς, εκτιμώντας πως οι μισοί από τους ανεμβολίαστους θα μπορούσαν να πειστούν, δεδομένου ότι η άρνησή τους στηρίζεται κυρίως στον φόβο.

«Η συστράτευση τοπικών παραγόντων, η χρήση επιχειρημάτων που θα είναι ανάλογα των πεποιθήσεων συγκεκριμένων ομάδων αλλά και η διαφάνεια που αφορά τα δεδομένα σχετικά με τις παρενέργειες των εμβολίων – ώστε να γίνει κατανοητό πως είναι ελάχιστες – πιθανόν να συνέβαλλαν σημαντικά» σημειώνει ο ίδιος, εκτιμώντας ότι έως και σήμερα δεν έχει επιχειρηθεί μια συντονισμένη και παράλληλα πολυδιάστατη, ανάλογη του κοινωνικού και ανθρώπινου «ψηφιδωτού», προσέγγιση.

Αλλωστε, το τι θα φέρει το άμεσο μέλλον εξαρτάται ευθέως από την εμβολιαστική κάλυψη – με πρώτη, δεύτερη ή τρίτη δόση.
«Το καλύτερο σενάριο είναι να αυξηθεί ο εμβολιασμός σε επίπεδα ανάλογα της Πορτογαλίας ή της Δανίας και με αυτόν τον τρόπο να επιστρέψει η ζωή μας σε κανονικούς ρυθμούς άμεσα. Το χειρότερο σενάριο είναι να εφησυχάσουμε θεωρώντας ότι η πανδημία έχει τελειώσει χωρίς να θεωρείται αναγκαία η τήρηση μέτρων, ή η αύξηση του εμβολιασμού. Αυτό θα οδηγήσει σε συνεχή άνοδο κρουσμάτων, νοσηλειών και θανάτων» τονίζει ο κ. Παρασκευής.

Οι εκκλήσεις για την τρίτη δόση

Παράλληλα με τις προειδοποιήσεις εντείνονται και οι εκκλήσεις των επιστημόνων για την ανάγκη της χορήγησης τρίτης δόσης – τουλάχιστον στους πλέον ευάλωτους.

Νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στην έγκριτη ιατρική επιθεώρηση «The New England Journal of Medicine» και αφορά τον πληθυσμό του Ισραήλ, έδειξε χαμηλότερους τίτλους αντισωμάτων μετά από έξι μήνες σε άτομα άνω των 65 ετών αλλά και σε εκείνους τους πολίτες που είχαν κάποιου είδους ανοσοκαταστολή. Είναι σημαντικό δε να σημειωθεί ότι φάνηκε η ανοσία να φθίνει περισσότερο στους άνδρες.

Η αγωνία των γιατρών για «νοσοκομεία μιας νόσου»

Οι νοσοκομειακοί γιατροί εκφράζουν μια παράλληλη αγωνία για το ενδεχόμενο το ΕΣΥ να μετατραπεί εκ νέου σε σύστημα διαχείρισης μίας νόσου, παραμελώντας τη φροντίδα των υπόλοιπων ασθενών.

Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι δύο πρόσφατες έρευνες για τις υπηρεσίες που λαμβάνουν ασθενείς με καρκίνο – τα ευρήματα των οποίων ανακοίνωσε η πλατφόρμα διαλόγου All. Can Greece – δείχνουν ματαίωση ή αναβολή για το 90% περίπου των επεμβατικών διαγνωστικών εξετάσεων, μεγάλες καθυστερήσεις στις διαγνωστικές απεικονίσεις και τις διαγνωστικές εξετάσεις, μεγάλες καθυστερήσεις και αναβολές προγραμματισμένων ραντεβού.

Επιπλέον και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Υγείας, τα προγραμματισμένα χειρουργεία μειώθηκαν κατά 29% το 2020 σε σύγκριση με το 2019 (σημειώνεται πως δεν καταγράφτηκε αντίστοιχη πτώση στα επείγοντα περιστατικά που έχρηζαν άμεσης επέμβασης) ενώ αντίστοιχα για τα τακτικά ραντεβού στα ιατρεία των δημοσίων νοσοκομείων διαπιστώθηκε μείωση της τάξεως του 35%, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Κι όλα αυτά όταν τα συστήματα Υγείας παγκόσμια έχουν πληγεί θανάσιμα από τον κορωνοϊό. Οπως ανακοίνωσε την Πέμπτη ο ΠΟΥ η πανδημία έχει αποδεκατίσει το υγειονομικό προσωπικό. Υπολογίζεται ότι έχουν χάσει τη ζωή τους στην καθημερινή μάχη με τον ιό έως 180.000 γιατροί και νοσηλευτές.