Είναι ευρέως γνωστό πως τα εμβόλια κατά του κοροναϊού, όπως και όλα τα άλλα εμβόλια, ενδέχεται να παρουσιάσουν κάποιες ανεπιθύμητες ενέργειες οι οποίες, όμως, τις περισσότερες φορές είναι ήπιες και βραχυχρόνιες.
Και ανεξάρτητα από το ποιο εμβόλιο έχει κάνει κάποιος στην πρώτη και τη δεύτερη δόση, η τρίτη πιθανότατα θα γίνει με το σκεύασμα των Pfizer-BioTech.
Τώρα, λοιπόν, νέα δεδομένα από την υπό εξέλιξη μελέτη Com-COV από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης δείχνουν ότι το εμβόλιο της Pfizer μετά από εμβολιασμό με AstraZeneca στην πρώτη και δεύτερη δόση μπορεί να οδηγήσει σε ελαφρώς πιο έντονες παρενέργειες.
Στη μελέτη Com-COV συμμετείχαν 830 εθελοντές άνω των 50 ετών στην Αγγλία, οι οποίοι είχαν λάβει είτε δύο δόσεις εμβολίου AstraZeneca ή Pfizer είτε μία δόση από το ένα σκεύασμα και μία από το άλλο και ρωτήθηκαν πώς ένιωθαν επτά ημέρες μετά τη δεύτερη δόση.
Από όσους είχαν κάνει πρώτη δόση AstraZeneca και δεύτερη Pfizer, περίπου το 78% παρουσίαζε κόπωση, ποσοστό που περιορίστηκε στο 53% στην περίπτωση των δύο δόσεων με Pfizer.
Επίσης, το 65% υπέφερε από πονοκεφάλους μετά τον εμβολιασμό με δυο διαφορετικά σκευάσματα, συγκριτικά με το 42% που έκανε το ίδιο εμβόλιο.
Όσοι είχαν κάνει δύο διαφορετικά εμβόλια ανέφεραν συχνά πόνο στις αρθρώσεις, πυρετό και μυαλγίες, αλλά οι παρενέργειες παρέμεναν ήπιες και δε διαρκούσαν περισσότερο από 48 ώρες.
Το συμπέρασμα αυτό είναι συναφές με την ανάλυση των δεδομένων από τη μελέτη Zoe Covid Symptom, η οποία βρήκε λιγότερες παρενέργειες στον γενικό πληθυσμό για τα εμβόλια Pfizer και AstraZeneca από ό,τι ανέφεραν οι εταιρείες στις κλινικές δοκιμές.
Η μελέτη βρήκε ότι ένας στους τέσσερις ανθρώπους βιώνουν «ήπιες, σύντομες» παρενέργειες –πόνο στο σημείο της ένεσης, κόπωση, πονοκέφαλο,μετά τον εμβολιασμό, είτε με το ένα είτε με το άλλο εμβόλιο.
Τα περισσότερα συμπτώματα έφταναν στην κορύφωσή τους 24 ώρες μετά τον εμβολιασμό και συνήθως διαρκούσαν μία έως δύο ημέρες.
Τέλος, τα ευρήματα από τη μελέτη Com-COV που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο έδειξαν ότι ενώ οι δύο δόσεις του εμβολίου της Pfizer παρήγαγαν τα υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων κατά της COVID-19, μία δόση του εμβολίου της AstraZeneca και μία της Pfizer είχε σχεδόν παρόμοιο επίπεδο προστασίας.
Σε άλλη έρευνα που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, οι ενισχυτικές δόσεις αποδείχθηκε ότι προσφέρουν πάνω από 90% προστασία έναντι της συμπτωματικής λοίμωξης στους ενηλίκους άνω των 50 ετών.
Ειδικότερα, η μελέτη έδειξε ότι δύο εβδομάδες μετά τη λήψη της ενισχυτικής δόσης της Pfizer, η προστασία από συμπτωματική λοίμωξη ήταν 93,1% σε όσους είχαν λάβει αρχικά το εμβόλιο της AstraZeneca και 94% σε όσους είχαν λάβει το Pfizer/BioNTech.
Πηγη: parapolitika.gr