Quantcast

Ένωση Εργαζομένων Καταναλωτών: Μηδαμινό όφελος από το «καλάθι του νοικοκυριού»

Η Ένωση Εργαζομένων Καταναλωτών σημειώνει, ανάμεσα σε άλλα, ότι «η ακρίβεια δεν αντιμετωπίζεται με ημίμετρα»

Η πρώτη ημέρα του «καλαθιού του νοικοκυριού» κατέδειξε ότι ο καταναλωτής παραμένει απροστάτευτος, όχι μόνο απέναντι στη συνεχώς αυξανόμενη ακρίβεια και έκρηξη τιμών, αλλά και απέναντι στη διαχρονική αδυναμία των οποιωνδήποτε κρατικών παρεμβάσεων που επιδιώκουν την αντιμετώπιση του προβλήματος, σημειώνει σε ανακοίνωσή της η Ένωση Εργαζόμενων Καταναλωτών Ελλάδας.

Αναλυτικότερα, η διεξήγαγε έρευνα στην ιστοσελίδα «e-katanalotis», στην οποία οι υπόχρεες αλυσίδες εμπορίας τροφίμων και άλλων προϊόντων (σούπερ μάρκετ) υποχρεούνταν, έως τις 9 το πρωί της Τετάρτης 02/11/2022, να ανεβάσουν λίστα με τα προϊόντα που ανήκουν στις 51 κατηγορίες όπως αυτές καθορίστηκαν με την απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης. Τα αποτελέσματά της ήταν ενδεικτικά του συμπεράσματος το οποίο αναφέραμε στην αρχή του Δελτίου Τύπου.

 

Συγκεκριμένα:

  • Κάποιες από τις 13 αλυσίδες εμπορίας που καταχώρησαν στην πλατφόρμα «e-katanalotis» προϊόντα, δεν έχουν αποστείλει πλήρη κατάλογο αυτών, δηλαδή, δεν καλύπτουν όλες τις κατηγορίες όπως αυτές περιγράφονται στο νόμο. Επισημαίνουμε ότι ο ελλιπής κατάλογος επισύρει πρόστιμο 5.000 € για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση αυτή.
  • Παρά την εικόνα που παρουσιάστηκε το πρωί από τον Αναπληρωτή Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Παπαθανάση, ότι «το 20-40% των προϊόντων αφορούν προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας», εν τούτοις υπάρχουν αλυσίδες που περιλαμβάνουν προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας σε ποσοστό περίπου 80% του συνόλου.
  • Σε κάποιες από τις αλυσίδες παρουσιάζεται το φαινόμενο να έχει καταχωρηθεί το ίδιο προϊόν από 2 έως έντεκα (11) φορές. Αποτέλεσμα είναι η πλασματική αύξηση του αριθμού των προϊόντων, γεγονός που καθιστά το όλο εγχείρημα ανώφελο για τον καταναλωτή.
  • Διαπιστώθηκε ότι κάποιες αλυσίδες έχουν καταχωρήσει προϊόντα σε άλλες κατηγορίες προϊόντων, με συνέπεια την παραπλάνηση του καταναλωτή (αλλά και του Υπουργείου). Για παράδειγμα διαπιστώθηκε ότι π.χ. στην κατηγορία προϊόντων «πουλερικά» έχει καταχωρηθεί χυμός πορτοκάλι, στην κατηγορία προϊόντων «αλεύρι» έχει καταχωρηθεί πατέ γάτας ή στην κατηγορία «γάλα φρέσκο» έχει καταχωρηθεί τηγανιά χοιρινή. Σημειωτέον ότι η καταχώρηση στην ιστοσελίδα e-katanalotis, την οποία διαχειρίζεται η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, είναι ευθύνη της ίδιας της υπηρεσίας, ως προς την ακρίβεια των πληροφοριών που περιέχει (τουλάχιστον στο τεχνικό της σκέλος), ακρίβεια που, προφανώς, δεν έτυχε του απαιτούμενου ελέγχου οδηγώντας στη σύγχυση του καταναλωτικού κοινού.

 

«Η ακρίβεια δεν αντιμετωπίζεται με ημίμετρα»

Περαιτέρω, διαπιστώσαμε για μία ακόμα φορά ότι η ακρίβεια δεν αντιμετωπίζεται με ημίμετρα, όπως εν προκειμένω. Ενδεικτικά αναφέρουμε την περίπτωση αλυσίδας η οποία περιλαμβάνει ρολό κουζίνας στην τιμή των 2,65€, ενώ το ίδιο προϊόν τον Απρίλιο 2022 κόστιζε 1,89 € (αύξηση 40%), είδη προσωπικής υγιεινής ανατιμήθηκαν κατά ποσοστό 23% το ίδιο χρονικό διάστημα ενώ και σε είδη διατροφής, όπως στα μακαρόνια, αυξήθηκε η τιμή από 0,74€ σε 1,26€. Παρατηρήθηκε, επίσης, διαφορά στις τιμές μεταξύ των αλυσίδων σούπερ μάρκετ στον καφέ όπου η διαφορά φθάνει έως 1,58€. Ταυτόχρονα, σημειώνεται ότι στα περισσότερα προϊόντα έχει μειωθεί το περιεχόμενο από 11% έως 30%.

Επαναλαμβάνουμε ότι, για εμάς, είναι πρωταρχική και άμεση ανάγκη, η Πολιτεία να πάρει άμεσα, ουσιαστικά μέτρα, για να αντιμετωπιστεί η ζοφερή κατάσταση που έχουμε μπροστά μας.

Προτείνουμε λοιπόν:

  • Αναστολή λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας
  • Προώθηση όλων των τύπων ενέργειας (π.χ. υδρογόνο, γεωθερμία, κ.λπ.) χωρίς προκαταλήψεις και προτεραιοποιήσεις
  • Ενίσχυση των ευάλωτων καταναλωτών μέσω της κατά προτεραιότητας τιμολόγησής τους με τις ενεργειακές πηγές μικρότερου κόστους παραγωγής
  • Μείωση του ΦΠΑ στα είδη βασικής διατροφής
  • Μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης
  • Αύξηση του κατώτατου μισθού και επαναφοράς του δικαίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων που θα διαχύσει την αύξηση αυτή σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, με στόχο την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων-καταναλωτών.